Ορθόδοξος Συναξαριστής Κελτών Αγίων και Πάντων των Αγίων - Greek Flowers of Orthodoxy 24









Ορθόδοξος Συναξαριστής Κελτών Αγίων και Πάντων των Αγίων 


Greek Flowers of Orthodoxy 24


ORTHODOX CHRISTIANITY – MULTILINGUAL ORTHODOXY – EASTERN ORTHODOX CHURCH – ΟΡΘΟΔΟΞΙΑ – ​SIMBAHANG ORTODOKSO NG SILANGAN – 东正教在中国 – ORTODOXIA – 日本正教会 – ORTODOSSIA – อีสเทิร์นออร์ทอดอกซ์ – ORTHODOXIE – 동방 정교회 – PRAWOSŁAWIE – ORTHODOXE KERK -​​ නැගෙනහිර ඕර්තඩොක්ස් සභාව​ – ​СРЦЕ ПРАВОСЛАВНО – BISERICA ORTODOXĂ –​ ​GEREJA ORTODOKS – ORTODOKSI – ПРАВОСЛАВИЕ – ORTODOKSE KIRKE – CHÍNH THỐNG GIÁO ĐÔNG PHƯƠNG​ – ​EAGLAIS CHEARTCHREIDMHEACH​ – ​ ՈՒՂՂԱՓԱՌ ԵԿԵՂԵՑԻՆ​​ / Abel-Tasos Gkiouzelis - https://gkiouzelisabeltasos.blogspot.com - Email: gkiouz.abel@gmail.com - Feel free to email me...!

♫•(¯`v´¯) ¸.•*¨*
◦.(¯`:☼:´¯)
..✿.(.^.)•.¸¸.•`•.¸¸✿
✩¸ ¸.•¨ 


Όσιος Μαύρος, μαθητής του Αγίου Βενεδίκτου. Ημέρα Μνήμης: 15 Ιανουαρίου.

Γεννημένος το 512 στη Ρώμη, ο Άγιος Μαύρος ανήκε σε πλούσια και επιφανή οικογένεια της Συγκλήτου. Σε ηλικία δώδεκα ετών τον εμπιστεύτηκαν στη φροντίδα του Αγίου Βενέδικτου, που οργάνωνε τότε την κοινοβιακή ζωή των μαθητών του στο Σουμπιάκο (τιμάται 14 Μαρτίου). Το αγόρι πρόκοψε γρήγορα σε όλες τις αρετές της μοναστικής ζωής, τόσο που ο Δάσκαλος μπορούσε να τον προτείνει ως παράδειγμα εγκράτειας, σιωπής και προσήλωσης στην προσευχή, και τον έκανε τον πιστό του συνεργάτη.

Μία μέρα, καθώς ο μακάριος Άγιος Βενέδικτος είχε στείλει έναν άλλο από τους νέους μαθητές του, τον Πλακίδα, να φέρει νερό από τη λίμνη, του αποκαλύφθηκε ότι το παιδί καθώς πήγαινε να πιάσει τον κουβά του που γλίστρησε, έπεσε κι αυτό μέσα και κινδύνευε να πνιγεί. Έστειλε και τον Άγιο Μαύρο που με την ευλογία του Πατρός, τρέχει ως τη λίμνη, φθάνει στο μέρος όπου το ρεύμα είχε παρασύρει τον Πλακίδα, τον πιάνει από τα μαλλιά και τον βγάζει στην όχθη. Γυρνώντας διαπίστωσε κατάπληκτος ότι είχε βαδίσει επί των υδάτων όπως σε στέρεη γη.

Όταν το είπε στον Άγιο Βενέδικτο, ο Άγιος απέδωσε αυτό το κατόρθωμα στην υπακοή του μαθητή του, αλλά ο Άγιος Μαύρος διαμαρτυρήθηκε, λέγοντας ότι αυτός δεν είχε καμία σχέση με αυτό που συντελέσθηκε ασυνείδητα και πως με τη Χάρη του Θεού ο έπαινος έπρεπε να αποδοθεί στην ευλογία του Πατρός. Ο νεαρός Πλακίδας παρενέβη σ'αυτήν την άγια φιλονικία λέγοντας: Τη στιγμή που βγήκα από το νερό, είδα πάνω από το κεφάλι μου το πανωφόρι του Αββά, και είχα την εντύπωση ότι αυτός με τραβούσε από το νερό.

Μετά από αυτά, ο Μαύρος ακολούθησε τον Άγιο Βενέδικτο στο όρος Κασσέν, συνεργάσθηκε στην ίδρυση του ενδόξου μοναστηριού του και ανέλαβε τη διοίκηση. Επικαλούμενος τη βοήθεια των προσευχών του Γέροντα, γιάτρευε τις αρρώστιες τόσο καλά που όλοι τον θεωρούσαν κληρονόμο των χαρισμάτων του Αγίου Βενεδίκτου και άξιο διάδοχό του.

Περί τα τέλη του 542 όμως, δύο απεσταλμένοι του επισκόπου Μανς ήλθαν να ζητήσουν από τον μακάριο Γέροντα να στείλει μερικούς μοναχούς στη Γαλατία, για να ιδρύσουν μοναστήρι. Ο Άγιος Βενέδικτος φωτισμένος από θεία αποκάλυψη, συναίνεσε τότε να αποχωριστεί τον πιστό του μαθητή. Έδωσε στον Άγιο Μαύρο ένα αντίγραφο του Κανόνα του και τον έστειλε εφοδιασμένο με την ευλογία του, να διαδώσει στη Γαλατία την ουράνια βιοτή που είχε εγκαταστήσει στο κοινόβιό του.

Ο Άγιος Μαύρος και οι συνοδοί του, ύστερα από πολλές περιπέτειες έλαβαν, χάρη στην προστασία του βασιλιά της Αυστρασίας (του ανατολικού τμήματος της Γαλλίας), μία έκταση στο Γκλανφέιγ, κοντά στον ποταμό Λίγηρα, όπου οικοδόμησαν ένα μοναστήρι (552) που απέβη γρήγορα κέντρο πλατιάς εξάπλωσης των πνευματικών τέκνων του Αγίου Βενεδίκτου σε όλη τη χώρα.

Σε διάρκεια τριάντα οκτώ ετών ηγουμενίας κοσμημένης με πλήθος θαυμάτων, ο Άγιος Μαύρος αποσύρθηκε μοναχικά για να ετοιμάσει την εκδημία του προς τον Κύριο. Εκοιμήθη εν ειρήνη, στις 15 Ιανουαρίου 584, τη στιγμή που η χολέρα κατέβαλε μεγάλο αριθμό των μαθητών του.

Πηγή: Νέος Συναξατιστής της Ορθοδόξου Εκκλησίας, υπό Ιερομονάχου Μακαρίου Σιμωνοπετρίτου. Τόμος πέμπτος, Ιανουάριος, 15. Εκδόσεις Ορμύλια.

https://agioi-oi-kaliteroi-mas-filoi.blogspot.com/2019/01/15.html

<>






Άγιος Αιγίδιος (Giles) ο Αθηναίος, ο Ερημίτης. Ημέρα Μνήμης: 1η Σεπτεμβρίου.

Γόνος μιας από τις πλουσιώτερες οικογένειες των Αθηνών ήταν ο Άγιος Αιγίδιος. Οι θεοσεβείς γονείς του, Θεόδωρος και Πελαγία, του ενέπνευσαν τα ευγενέστερα θρησκευτικά αισθήματα και όλες τις χριστιανικές αρετές. Προώδευσε δε τόσο στην τελειότητα, ώστε απέκτησε το χάρισμα να θαυματουργή.

Μετά τον θάνατο των γονέων του, διεμοίρασε στους πτωχούς την μεγάλη περιουσία του και αποφάσισε να φύγη μακριά, για να ασκητεύση. Έτσι, μια νύκτα ανεχώρησε κρυφά μ’ ένα πλοίο για την Μασσαλία. Στην διάρκεια του ταξιδιού, με τις προσευχές του, έσωσε επιβάτες και πλήρωμα από αναπόφευκτο ναυάγιο.

Όταν έφθασε στον προορισμό του, ανέβηκε τον Ροδανό ποταμό και κατέφυγε σε μια άγρια χαράδρα. Εκεί, σε μια απρόσιτη σπηλιά, βρήκε τον πατριώτη του Άγιο Βενέδιμο. Μαζί αγωνίσθηκαν για την απόκτησι της τελειότητος.

Σύντομα οι χωρικοί ανακάλυψαν το κρησφύγετό του και οι ασθενείς, γνωρίζοντας το χάρισμά του, άρχισαν να συρρέουν προσμένοντας κάποιο θαύμα. Ο Άγιος Αιγίδιος αναγκάσθηκε τότε να εγκαταλείψη τον αγαπητό του δάσκαλο και να καταφύγη μακριά, σε μια ακατοίκητη κοιλάδα του Ροδανού, την Φλαβιανή.

Βρήκε μια σπηλιά και αποφάσισε να κατοικήση εκεί. Κατάκοπος από την περιπλάνησι έκανε την προσευχή του και έπεσε να κοιμηθή. Το πρωί, μόλις άνοιξε τα μάτια του, αντίκρυσε μπροστά του ένα θηλυκό ελάφι. Στεκόταν άφοβα μπροστά του και, μόλις ο Άγιος σηκώθηκε, πήγε και γονάτισε μπροστά στα πόδια του. Το ζώο αυτό έμεινε κοντά του και του πρόσφερε το γάλα του για τροφή.

Ο βασιλιάς των Βησιγότθων Φλάβιος Βάμβα, που είχε κατακτήσει εκείνα τα μέρη, βγήκε μια ημέρα για κυνήγι στην κοιλάδα του Ροδανού με την ακολουθία του. Ξαφνικά είδε μπροστά του το ελάφι του Αγίου και άρχισε να το καταδιώκη. Εκείνο όπως ήταν φυσικό, κατέφυγε στην σπηλιά, αναζητώντας την προστασία του Αγίου Αιγιδίου. Σε λίγο έπεσε η νύκτα και οι κυνηγοί έφυγαν. Κάποιο βέλος όμως, που είχαν ρίξει την ώρα που το ελάφι έμπαινε στην σπηλιά, είχε πληγώσει τον Αιγίδιο στο χέρι.

Την επόμενη ημέρα οι κυνηγοί ξαναγύρισαν, αναζητώντας το θήραμά τους. Μπήκαν στην σπηλιά και έμειναν κατάπληκτοι από το θέαμα που αντίκρυσαν. Ο ερημίτης κειτόταν αιμόφυρτος και δίπλα του το ελάφι, γονατισμένο, έγλυφε την πληγή του.

Ο Φλάβιος συγκινήθηκε και ζήτησε να περιθάλψη τον Άγιο. Εκείνος τον ευχαρίστησε ,του δήλωσε όμως ότι προτιμά να του μείνη η πληγή, για να έχη έτσι την ευκαιρία να υποφέρη για τον Σωτήρα του. Ο Φλάβιος, θαυμάζοντας την αγιότητα του ερημίτη, όχι μόνο άφησε ανενόχλητο το ελάφι, αλλά έκτισε δύο Εκκλησίες και μία Μονή για να στεγάση τους μοναχούς μαθητές του ο Άγιος. Έναν μόνο όρο του έθεσε: να διευθύνη ως Ηγούμενος την Μονή όσο θα ζούσε.

Πράγματι, ο Άγιος Αιγίδιος διηύθυνε με σωφροσύνη και πατρικά αισθήματα την Μονή μέχρι το 721, οπότε παρέδωσε την ωραία του ψυχή στον Θεό, σε ηλικία 83 χρόνων.

https://agioi-oi-kaliteroi-mas-filoi.blogspot.com/2019/01/giles-1.html

<>






Άγιος Παυλίνος Επίσκοπος Νόλας. Ημέρα Μνήμης: 23 Ιανουαρίου και 22 Ιουνίου.

Ο Άγιος πατέρας μας Παυλίνος γεννήθηκε στο Μπορντώ περί το 353. Η οικογένειά του ανήκε στην ανώτερη ρωμαϊκή αριστοκρατία και κατείχε απέραντες εκτάσεις στη Γαλατία, την Καμπανία και την Ισπανία. Έλαβε υψηλή μόρφωση κοντά στον Αυσόνιο, τον μεγαλύτερο ρήτορα της εποχής του, και τόσο διακρίθηκε στην ποιητική τέχνη ώστε τιμάται ως ένας από τους μεγαλύτερους ποιητές της λατινικής Χριστιανοσύνης.

Μόλις ενηλικιώθηκε του ανατέθηκαν υψηλές πολιτικές θέσεις: έγινε μέλος της Συγκλήτου, έλαβε το αξίωμα του υπάτου και χρημάτισε μάλιστα διοικητής της Καμπανίας (380). Διαμένοντας ένα διάστημα στην Ισπανία για υποθέσεις του, νυμφεύθηκε εκεί την πλούσια αρχόντισσα Θηρασία, κατόπιν δε εγκαταστάθηκε στην Ακουϊτανία στα κτήματά του μοιράζοντας τον χρόνο του ανάμεσα στη διαχείριση των υποθέσεών του και στις λογοτεχνικές δραστηριότητές του.


Η συνάντηση με τον Άγιο Βικτρίκιο της Ρουέν (τιμάται 7 Αυγούστου) και τον Άγιο Μαρτίνο Τουρώνης (τιμάται 11 Νοεμβρίου), ο οποίος τον θεράπευσε από μία ασθένεια του ματιού, καθώς και το προσκύνημα στον τάφο του Αγίου Φήλικος στη Νόλα της Καμπανίας, αλλά κυρίως η σωτήρια επιρροή του Δελφίνου, επισκόπου Μπορντώ, συνέβαλαν να συνειδητοποιήσει τη ματαιότητα του κοσμικού βίου και να στραφεί προς τον Θεό. Βαπτίσθηκε στη Νόλα το 389 από τον Δελφίνο και άρχισε αμέσως να διάγει ασκητική πολιτεία και να απομακρύνεται από τα αγαθά του κόσμου τούτου.

Εγκαταστάθηκε στην Ισπανία επί τέσσερα έτη, όπου χειροτονήθηκε πρεσβύτερος παρά τη θέλησή του στη Βαρκελώνη το 393, μετά από τις πιέσεις του λαού που θαύμαζε τις αρετές του. Κατά την παραμονή του αυτή ο θάνατος του νεογέννητου γιού του εμβάθυνε την μεταστροφή του και την αποταγή του από τον κόσμο και άρχισε να σκορπίζει την περιουσία του για να αποκτήσει τα ουράνια. «Με όλα μου τα πλούτη», έγραφε, «εξαγόρασα το δικαίωμα να φέρω τον σταυρό μου με όλα τα επίγεια αγαθά μου πλήρωσα την ελπίδα του ουρανού γιατί η ελπίδα και η πίστη αξίζουν περισσότερο από τα πλούτη της σαρκός». Επιστρέφοντας κατόπιν στην Ακουϊτανία ελευθέρωσε τους δούλους του, άνοιξε τις αποθήκες του στους φτωχούς και χρησιμοποίησε τα χρήματα από τις πωλήσεις των γαιών του και των σπιτιών του στην εξαγορά αιχμαλώτων και στην αρωγή των απόκληρων.

Από εκεί μετέβη στο Μιλάνο, όπου συνάντησε τον Άγιο Αμβρόσιο (τιμάται 7 Δεκεμβρίου), τον οποίο θεωρούσε πνευματικό πατέρα του και εν συνεχεία στη Ρώμη, όπου ο θαυμασμός που έδειξαν στο πρόσωπό του πολλοί για τη μεταστροφή του επέσυρε επάνω του τον φθόνο ορισμένων μελών του ανώτερου κλήρου, αφού ακόμη και ο ίδιος πάπας τον δέχθηκε με ψυχρότητα. Όσο για τα μέλη της αριστοκρατίας που είχαν παραμείνει ειδωλολάτρες, θεωρούσαν αυτή την μεταστροφή ως ακρότητα και κατηγορούσαν τον Παυλίνο ότι είχε στερήσει από το Κράτος τις υπηρεσίες του.
Παρά το γεγονός ότι ο Άγιος κατακρίθηκε από όλους τους κοσμικούς, εγκωμιάσθηκε από τους ανθρώπους του Θεού: ο Άγιος Μαρτίνος έλεγε γι'αυτόν ότι ήταν ο μόνος άνθρωπος στον κόσμο που εφάρμοσε πλήρως στην πράξη τα ευαγγελικά προστάγματα και ο Άγιος Ιερώνυμος του έγραφε για να του επιδαψιλεύει συμβουλές για την ασκητική πολιτεία.

Ο Άγιος Παυλίνος αποσύρθηκε τότε στη Νόλα, όπου οργάνωσε κοντά στον ξενώνα, τον οποίο είχε ανεγείρει για τους φτωχούς προσκυνητές κατά το πρώτο του προσκύνημα, μία αδελφότητα ασκητών. Η σύζυγός του, με την οποία ζούσε μετά τη μεταστροφή του σαν αδελφός με αδελφή, εγκαταστάθηκε εκεί κοντά για να τον βοηθά στα φιλανθρωπικά του έργα. Απογυμνωμένος από υπάρχοντα, φορούσε χιτώνα από τρίχες καμήλας, έτρωγε το βράδυ ψωμί με χόρτα και λαχανικά και επιδιδόταν με ακρίβεια στις προσευχές και στους ύμνους κατά τη νύχτα όπως και κατά την ημέρα Κάθε χρόνο, στις 14 Ιανουαρίου, έρχονταν εκεί πλήθη προσκυνητών για να εορτάσουν τον Άγιο Φήλικα στη μεγάλη βασιλική που είχε ανεγείρει ο Παυλίνος, μαζί με βαπτιστήριο και πολλά οικοδομήματα προς εξασφάλιση φιλοξενίας. Η φήμη όμως του ανθρώπου του Θεού προσείλκυε επίσης και επισκέπτες, ευσεβείς αριστοκράτες και ασκητές, όπως η Αγία Μελάνη η Πρεσβυτέρα και κατόπιν η εγγονή της Αγία Μελάνη η Νεωτέρα (τιμάται 31 Δεκεμβρίου).

Ο αποτραβηγμένος και αυστηρός βίος δεν απέτρεπε, ωστόσο, τον Παυλίνο από την ποιητική δραστηριότητά του, συνέχισε δε να διατηρεί εκτενή αλληλογραφία με τους μεγάλους ανθρώπους της Εκκλησίας του καιρού του, συγκεκριμένα τον Άγιο Αυγουστίνο, τον Άγιο Αμβρόσιο και τον Άγιο Σουλπίκιο Σεβήρο, όπως και με υψηλά πρόσωπα της Γαλατίας και της Ρώμης στα οποία ενέπνεε τις ευαγγελικές αρετές.

Το 409 χειροτονήθηκε επίσκοπος Νόλης και υποχρεώθηκε να ασκήσει το αξίωμά του σε μία περίοδο ιδιαίτερα ταραγμένη. Τον επόμενο χρόνο, μετά την κατάληψη της Ρώμης, οι βάρβαροι διείσδυσαν μέχρι τη Νόλα και συνέλαβαν τον Άγιο επίσκοπο, ο οποίος, στερεωμένος από μία εμφάνιση του Αγίου Φήλικος, τους αντιμετώπισε με γενναιότητα. Στη φυλακή ανέπεμψε την προσευχή αυτή: «Κύριε, κάνε να μη βασανιστώ ούτε για τον χρυσό μου ούτε για τα χρήματά μου, γιατί Εσύ γνωρίζεις που βρίσκονται όλα τα αγαθά μου». Λέγεται μάλιστα ότι παραδόθηκε για να γίνει δούλος στους βαρβάρους ώστε να εξαγοράσει το  γιο μιας φτωχής γυναίκας.

Συνοψίζοντας τη δραστηριότητά του ως ποιμένος, ο βιογράφος του αναφέρει: «Δεν φρόντιζε να τον φοβούνται, αλλά μελετούσε πως να τον αγαπούν όλοι. Καθώς δεν τον άγγιζαν οι ύβρεις εναντίον του, τίποτε δεν ήταν ικανό να τον οργίζει. Δεν διαχώριζε την ευσπλαχνία από την δικαιοσύνη, κι αν ήταν υποχρεωμένος να τιμωρήσει, το έκανε σαν πατέρας που εκπαιδεύει. Ο βίος του ήταν υπόδειγμα όλων των καλών έργων και η υποδοχή του παραμυθία όλων εκείνων που δοκιμάζονταν. Κανείς δεν απομακρυνόταν από αυτόν χωρίς την επιθυμία να τον πλησιάσει πάλι, και κανείς δεν είχε την ευτυχία να του μιλήσει, δίχως την επιθυμία να μην τον αποχωριστεί». Ακόμη και οι αυτοκράτορες τον εκτιμούσαν τόσο που τον κάλεσαν σε μία Σύνοδο που έγινε στη Ραβέννα, προκειμένου να επιλέξει ανάμεσα σε δύο υποψήφιους για την διαδοχή του πάπα Ζωσίμου το 419.

Όταν έφθασαν οι τελευταίες ημέρες του Αγίου, ενώ υπέφερε από σοβαρή ασθένεια στο πλευρό, εμφανίσθηκαν σε αυτόν ο Άγιος Ιανουάριος και ο Άγιος Μαρτίνος για να του αναγγείλουν ότι η λύτρωσή του δεν θα αργούσε. Τέλεσε τη Θεία Λειτουργία σε θυσιαστήριο που ανήγειραν κοντά στο κρεβάτι του, μαζί με δύο επισκόπους που είχαν έλθει να τον επισκεφτούν, και κάλεσε να μεταλάβουν όλους τους μετανοούντες στους οποίους είχε στερήσει τη Θεία Κοινωνία. Κατόπιν απηύθυνε φλογερή προσευχή στον Θεό με τα χέρια υψωμένα στον ουρανό. Χάρις στα χρήματα που είχε φέρει από Θεία Πρόνοια ένας ιερέας μπόρεσε να πληρώσει το χρέος που είχε συνάψει για να φτιαχτούν ρούχα για τους φτωχούς και αφού αποχαιρέτησε τον κλήρο του με ευχές για ειρήνη, παρέδωσε την ψυχή του στον Κύριο τη νύχτα της 22ας Ιουνίου του 431. Τα τίμια λείψανά του βρίσκονται σήμερα στο  καθεδρικό ναό της Νόλας.

Πηγή: Νέος Συναξαριστής της Ορθοδόξου Εκκλησίας, υπό Ιερομονάχου Μακαρίου Σιμωνοπετρίτου. Ιούνιος, 22. Εκδόσεις Ορμύλια.

https://agioi-oi-kaliteroi-mas-filoi.blogspot.com/2019/01/23-22_29.html

<>






Άγιος Ulrich Επίσκοπος Augsburg Γερμανίας. Ημέρα Μνήμης: 4 Ιουλίου.


Παιδικά χρόνια.

Πολλές από τις πληροφορίες που αφορούν τον βίο του Αγίου Ουλρίκιου (Ulrich) προέρχονται από το βιβλίο "Ο Βίος του Αγίου Ουλδάρικου Επισκόπου Άουγκσμπουργκ, Γερμανίας" που γράφτηκε από τον Γεράρδο (Gerhard) του Άουγκσμπουργκ μεταξύ του 982 και του 993. Ο Άγιος Ουλρίκιος γεννήθηκε το 890 στο Κόμπουργκ (Kyburg) της Ζυρίχης στην σημερινή Ελβετία.

Ήταν ο γιος του Ουπάλδου (Hupald), Κόμη του Ντίλινγκεν (Dillingen) και της Ντήτπιρχ (Dietpirch) της Σουαβίας (Swabia) (επίσης γνωστή ως Θεοβέργα). Ο παππούς του ήταν ο Μπούρχαρτ Α’ (Burchard I), Δούκας της Σουαβίας. Ο Μπούρχαρτ ήταν σύμφωνα με πληροφορίες ο δεύτερος σύζυγος της Λιουτγκάρδης της Σαξωνίας (Liutgard), η οποία ήταν χήρα του Λουδοβίκου Γ’ του Νεότερου. Τα αδέλφια της Ντήτπιρχ ήταν ο Μπούρχαρτ Β’ (Burchard II), Δούκας της Σουαβίας. Η οικογένειά του συνδέεται με τους Δούκες της Αλαμαννίας και τον Οίκο των Οθωνιδών. Επίσης υπήρχε και μία αδελφή της οποίας το όνομα δεν διασώζεται που υπηρέτησε ως μοναχή στο Μπουχάου (Buchau – σημερινό Μάινλεους/Mainleus).

Όπως ήταν συνηθισμένο, οι γονείς του τον αφιέρωσαν στην υπηρεσία του Θεού ενώ ήταν ακόμα παιδί. Ο Άγιος στην παιδική του ηλικία ήταν ασθενικός, σε ηλικία επτά ετών εστάλη στο μοναστήρι του Αγίου Γάλλου (τιμάται 16 Οκτωβρίου), όπου αποδείχθηκε εξαιρετικός μελετητής. Εκεί, έγινε φίλος με την Αγία Γουϊβοράδα/Wiborada (τιμάται 2 Μαϊου), ερημήτρια που έμενε κοντά στο μοναστήρι και προφήτεψε ότι ο νεαρός φίλος της ήταν προορισμένος να γίνει επίσκοπος. Αποφάσισε να εισέλθει στην ιεροσύνη, αλλά είχε αμφιβολίες για το αν θα έμπαινε στην Ιερά Μονή του Αγίου Γάλλου ή θα γινόταν ιερέας έξω στον κόσμο. Κάποια στιγμή πριν από τον Απρίλιο του 910, στάλθηκε για περαιτέρω εκπαίδευση σε έναν συγγενή, τον Αδαλβέρο (Adalbero), Επίσκοπο του Άουγκσμπουργκ , ο οποίος τον έκανε Οικονόμο της Εκκλησίας. Μετά τον θάνατο του Αδαλβέρδου (28 Απριλίου 910) ο Άγιος Ουλρίκιος επέστρεψε στο σπίτι. Ο Δούκας της Σουαβίας τον παρουσίασε στην αυλή του βασιλιά Ερρίκου Α’ της Γερμανίας, όπου ο Άγιος Ουλρίκιος διορίστηκε Οικονόμος της Βασιλικής Αυλής.

Επίσκοπος του Άουγκσμπουργκ.

Μέσω της επιρροής του θείου του, Μπούρχαρτ Β’, του Δούκα της Σουαβίας και άλλων συγγενών, ο Άγιος Ουλρίκιος διορίστηκε Επίσκοπος Άουγκσμπουργκ από τον Ερρίκο Α’ της Γερμανίας και χειροτονήθηκε στις 28 Δεκεμβρίου 923.

Επιδίωξε να βελτιώσει τη χαμηλή ηθική και κοινωνική κατάσταση του κλήρου. Η Επισκοπή του Άουγκσμπουργκ μπήκε σε μία περίοδο μεγάλης ακμής κάτω από την διοίκηση του Αγίου, αύξησε το επίπεδο εκπαίδευσης και πειθαρχίας των κληρικών με την αναμόρφωση των υφιστάμενων σχολείων και την ίδρυση νέων καθώς και με θεολογικές επισκέψεις και Συνόδους. Παρείχε βοήθεια στους φτωχούς και αστέγους και ξαναέχτισε εκκλησίες και
μοναστήρια που είχαν καταστραφεί. Έχτισε εκκλησίες προς τιμήν της Αγίας Μάρτυρος Άφρας (τιμάται 5 Αυγούστου) και του Αγίου Ιωάννη και ίδρυσε την γυναικεία Ιερά Μονή του Αγίου Στεφάνου. Για τους σκοπούς απόκτησης Ιερών Λειψάνων πραγματοποίησε δύο ταξίδια στη Ρώμη το 910 και το 952 ή το 953. Ο Γερμανός αυτοκράτορας Όθωνας Α’ ο Μέγας έδωσε στον Άγιο Ουλρίκιο το δικαίωμα να ιδρύσει νομισματοκοπείο.

Κατά τη διάρκεια της διαμάχης μεταξύ Όθωνα Α’ και του γιου του Λιούντολφ (Liudolf), Δούκα της Σουαβίας, ο Άγιος Ουλρίκιος παρέμεινε πιστός στον Όθωνα κρατώντας γι 'αυτόν το κάστρο του Σβαμπμούνχεν (Schwabmünchen), το οποίο βρισκόταν στην εδαφική δικαιοδοσία του Επίσκοπου του Άουγκσμπουργκ. Όταν το καλοκαίρι του 954 πατέρας και γιος ήταν έτοιμοι να επιτεθούν ο ένας στον άλλο στο Ιλλέρτισεν (Illertissen) στη Σουαβία, την τελευταία στιγμή ο Άγιος Ουλρίκιος και ο Επίσκοπος Χαρτβέρτος (Hartbert) του Κουρ (Chur) κατάφεραν να μεσολαβήσουν μεταξύ Όθωνος και Λιούντολφ. Ο Άγιος Ουλρίκιος κατάφερε να πείσει τον Λιούντολφ και τον Κορράδο (Conrad), Δούκα της Λωρραίνης και γαμπρό του Όθωνα, να ζητήσουν χάρη από τον βασιλιά στις 17 Δεκεμβρίου 954.

Μέτρα κατά των Μαγυάρων.

Οι Μαγυάροι (Ούγγροι) επιτίθονταν επανειλημμένα στα εδάφη της Βαυαρίας και της Σουαβίας. Ο Άγιος Ουλρίκιος εκτέλεσε καθήκοντα στρατηγού στην υπεράσπιση του Άουγκσμπουργκ. Έχτισε οχυρωματικά πέτρινα τείχη γύρω από την πόλη. Κατά τη διάρκεια αυτών των επιθέσεων καταστράφηκαν πολλές εκκλησίες και κτίρια, τα οποία αργότερα ανακατασκεύασε ο Άγιος. Ο Άγιος Ουλρίκιος έλαβε μέρος σε αρκετές αυτοκρατορικές συναντήσεις και συνόδους, όπως στο Ίνγκελχαϊμ (Ingelheim) το 948, στο Άουγκσμπουργκ το 952, στη Ρώμη το 972 και πάλι στο Ίνγκελχαϊμ το 972.

Λίγο αργότερα, οι Μαγυάροι μπήκαν στη Γερμανία, λεηλατώντας και καίγοντας τα πάντα στο πέρασμά τους και το 955 προχώρησαν μέχρι το Άουγκσμπουργκ, το οποίο πολιορκούσαν. Λόγω της ικανότητας και του θάρρους του Αγίου Ουλρικίου η πόλη του  Άουγκσμπουργκ μπόρεσε να συγκρατήσει τους πολιορκητές έξω από τα τείχη μέχρις ότου έφθασε ο αυτοκράτορας Όθωνας. Σύμφωνα με τον βιογράφο του Άγιου Ουλρικίου, Γεράρδο, ο Άγιος Επίσκοπος ανέλαβε την υπεράσπιση της πόλης. Την πρώτη ημέρα της επίθεσης, ο Άγιος Ουλρίκιος βγήκε για να ενθαρρύνει τους στρατιώτες της πόλης να υπερασπιστούν τα τείχη και την πύλη της πόλης. Ενώ η μάχη είχε ξεκινήσει και εξαπλωνόταν, ο Επίσκοπος, ντυμένος με την εκκλησιαστική του αμφίεση, ενέπνεε τους στρατιώτες, με τον 22ο Ψαλμό του Βασιλέως και Προφητάνακτος Δαβίδ (Κύριος ποιμαίνει με καὶ οὐδέν με ὑστερήσει. εἰς τόπον χλόης, ἐκεῖ με κατεσκήνωσεν, ἐπὶ ὕδατος ἀναπαύσεως ἐξέθρεψέ με, τὴν ψυχήν μου ἐπέστρεψεν. ὡδήγησέ με ἐπὶ τρίβους δικαιοσύνης ἕνεκεν τοῦ ὀνόματος αὐτοῦ. ἐὰν γὰρ καὶ πορευθῶ ἐν μέσῳ σκιᾶς θανάτου, οὐ φοβηθήσομαι κακά, ὅτι σὺ μετ᾿ ἐμοῦ εἶ· ἡ ῥάβδος σου καὶ ἡ βακτηρία σου, αὗταί με παρεκάλεσαν. ἡτοίμασας ἐνώπιόν μου τράπεζαν, ἐξεναντίας τῶν θλιβόντων με· ἐλίπανας ἐν ἐλαίῳ τὴν κεφαλήν μου, καὶ τὸ ποτήριόν σου μεθύσκον με ὡσεὶ κράτιστον. καὶ τὸ ἔλεός σου καταδιώξει με πάσας τὰς  ἡμέρας τῆς ζωῆς μου, καὶ τὸ κατοικεῖν με ἐν οἴκῳ Κυρίου εἰς μακρότητα ἡμερῶν).

Ενώ η υπεράσπιση της πόλης συνεχιζόταν, ο βασιλιάς ανέβαινε με το στρατό του για να πορευθεί νότια. Οι πιο σκληρές μάχες κατά πάσα πιθανότητα έλαβαν χώρα στις 8 Αυγούστου στην ανατολική πύλη, την οποία οι Ούγγροι προσπάθησαν να κατακλύσουν. Οι άνδρες του Επισκόπου υπερασπίστηκαν γενναία την πόλη και σκότωσαν τον ηγέτη της επίθεσης, αναγκάζοντας τους Ούγγρους να αποσυρθούν. Εκείνη τη βραδιά ο Άγιος Ουλρίκιος επέστρεψε στην πόλη για να οργανώσει όλη τη νύχτα την επισκευή και την ενίσχυση των τειχών. Την επόμενη μέρα οι Ούγγροι ξεκίνησαν μια ευρύτερη γενική επίθεση. Κατά τη διάρκεια της μάχης έφτασε ο Μπέρχτολντ (Berchtold) του Risinesburg, ο οποίος προανήγγειλε την προσέγγιση του γερμανικού στρατού. Στο τέλος της ημέρας, η πολιορκία ανεστάλη. Ο Άγιος Ουλρίκιος συνέβαλε στη συνέχεια στην αποφασιστική νίκη στη Μάχη του Λέχφελντ (Lechfeld) (10 Αυγούστου 955), όπου οι εισβολείς τελικά νικήθηκαν. Ωστόσο, ο Ουλρίκιος Σμιντ (Ulrich Schmid) υποστηρίζει ότι "Η αργότερη διαπίστωση ότι ο ίδιος ο Άγιος Ουλρίκιος συμμετείχε στη μάχη είναι λανθασμένος."

Ο Άγιος Ουλρίκιος είχε θέσει πολύ υψηλά επίπεδα ηθικής τόσο για τον εαυτό του όσο και για τους άλλους. Εκατό χρόνια μετά το θάνατό του, εμφανίστηκε ξαφνικά μια επιστολή που αποδιδόταν σε αυτό, στην οποία ο Άγιος φαινόταν να υποστηρίζει τον γάμο των ιερέων και ότι έβλεπε αυτό το φορτίο - δηλαδή την αγαμία των ιερέων - περιττό βάρος. Ο πλαστογράφος της επιστολής δεν παρέλειψε μάλιστα να επικαλεστεί και τη γνώμη του λαού, ο οποίος θεωρούσε αδικία να μην παντρεύονται οι ιερείς, όμως αυτή η άποψη απέχει πολύ από την άποψη του Αγίου αν υπολογίσει κανείς την αυστηρότητα που κρατούσε ο Άγιος Ουλρίκιος πάνω σε θέματα ηθικής αλλά και ότι αύξησε τα επίπεδα πειθαρχίας του κλήρου όταν ανέβηκε στον Επισκοπικό Θρόνο.

Ο Άγιος Ουλρίκιος ήταν επίσης σταθερά πιστός, ως πρίγκιπας της αυτοκρατορίας, στον αυτοκράτορα Όθωνα. Ήταν ένα από τα σημαντικότερα στηρίγματα της Οθωνικής πολιτικής, η οποία στηριζόταν κυρίως στους εκκλησιαστικούς πρίγκιπες. Παρακολουθούσε ανελλιπώς τα δικαστήρια του βασιλιά και τις αυτοκρατορικές συνελεύσεις (Imperial Diets). Συμμετείχε μάλιστα στη Συνέλευση που πραγματοποιήθηκε στις 20 Σεπτεμβρίου 972, όταν υπερασπίστηκε τον εαυτό του ενάντια στην κατηγορία για νεποτισμό σε σχέση με τον ανιψιό του Αδαλβέρο (Adalbero), τον οποίο είχε διορίσει στη θέση του λόγω της ασθένειας του και της επιθυμίας του να παραιτηθεί από τον Επισκοπικό Θρόνο και να αποσυρθεί σε ένα μοναστήρι

Καθώς ξημέρωνε η 4η Ιουλίου 973, ο Άγιος Ουλρίκιος, προαισθανόμενος το τέλος του σε αυτό τον κόσμο, είχε σκορπίσει στάχτη στο έδαφος σε σχήμα Σταυρού, ράντισε το Σταυρό με Αγιασμό, και τοποθετήθηκε πάνω του. Ο ανιψιός του Ριχουίνος (Richwin) ήρθε με ένα μήνυμα και χαιρετισμό από τον αυτοκράτορα Όθωνα Β ', καθώς ο ήλιος και ο κλήρος έψελνε, ο Άγιος Ουλρίκιος πάρεδωσε ειρηνικά το πνεύμα του στον Κύριο μας Ιησού Χριστό.  Τάφηκε στον Ιερό Ναό της Αγίας Μάρτυρος Άφρας. Η Εξόδιος Ακολουθία  πραγματοποιήθηκε από τον Επίσκοπο Άγιο Βολφράγγο (Wolfgang) του Ρέγκενσμπουργκ (Regensburg) (τιμάται 31 Οκτωβρίου). Αργότερα κτίσθηκε Ιερός Ναός αφιερωμένος  στους Αγίους Ουλρίκιο και Άφρα στο ίδιο σημείο. Τον διαδέχτηκε  στον Επισκοπικό Θρόνο ο Ερρίκος Α’, Επίσκοπος Άουγκσμπουργκ

Όταν ο Άγιος Ουλρίκιος έφτασε σε μεγάλη ηλικία και ήταν πολύ αδύναμος για να τελέσει τη Θεία Λειτουργία, λέγεται ότι οι Άγγελοι κατέβαιναν σε αυτόν και συλλειτουργούσαν μαζί του. Πολλά θαύματα έγιναν στον τάφο του Αγίου. Είκοσι (20) χρόνια μετά την οσιακή κοίμησή του ο Άγιος Ουλρίκιος αγιοκατατάχθηκε από τον Επίσκοπο (Πάπα) Ρώμης Ιωάννη ΙΕ’ (1η Απριλίου 996 μ.Χ.) στις 4 Ιουλίου του 993 μ.Χ. Είναι ο πρώτος Άγιος που αγιοκατατάσεται κατευθείαν από τον Επίσκοπο Ρώμης και όχι από κάποια τοπική Αρχή.

Μαζί με την Αγία Μάρτυρα Άφρα, ο Άγιος Ουλδάριχος είναι πολιούχος Άγιος του Άουγκσμπουργκ. Σύμφωνα με την παράδοση όσες έγκυες γυναίκες έπιναν από το δισκοπότηρό του είχαν ανώδυνο τοκετό και έτσι ο Άγιος Ουλδάριχος έγινε ο προστάτης Άγιος των εγκύων. Επίσης όσοι δαγκώνονταν από σκυλιά μολυσμένα με Λύσσα και σταυρώνονταν με τον επιστήθιο Σταυρό του Αγίου, θεραπευόντουσαν αμέσως θαυματουργικά.


<>






Άγιος Μάρτυς Φλωριανός. Ημέρα Μνήμης: 4 Μαΐου.

Γεννήθηκε το 250 μ.Χ. και πέθανε το 304 μ.Χ. Η μνήμη του εορτάζεται στις 4 Μαίου.

Γύρω στο 268 μΧ ο Άγιος Φλωριανός στρατολογείται από το Ρωμαϊκό στρατό και η στρατολόγησή του συμπίπτει με τις μεγάλες αλλαγές του Αυτοκράτορα Γαλληινού (218 μ.Χ. – 268 μ.Χ.) που επιθυμεί να μετατρέψει το στρατό σε μία αποτελεσματική και γρήγορης αντίδρασης δύναμη έτοιμη να ανταποκριθεί στις προκλήσεις των ταραγμένων συνόρων της αυτοκρατορίας.

Η στρατιωτική καριέρα του εξελίσσεται γρήγορα και όταν γίνεται λοχαγός του αναθέτουν τη διοίκηση μιας εκλεκτής πυροσβεστικής μονάδας.

Οι ανώτεροί του λένε για αυτόν μόνο τα καλύτερα, ένας άνθρωπος που λύνει προβλήματα, ένας άνθρωπος καλός με τους άνδρες του και σκληρά εργαζόμενος. Γρήγορα προάγεται στο βαθμό του Στρατηγού και του ανατίθεται η διοίκηση της περιοχής Noricum, περιοχή της σημερινής Αυστρίας – Σλοβενίας, από όπου ήταν η καταγωγή του. Στα καθήκοντά του είναι επίσης η συλλογή των φόρων και η τήρηση των νόμων.

Πλέον αυτών των νέων καθηκόντων εξακολουθεί να είναι υπεύθυνος της οργάνωσης μονάδων με πυροσβεστικά καθήκοντα.

Από την εποχή που ο Αυτοκράτορας Δέκιος (201 μ.Χ. – 251 μ.Χ.) θέλει αυστηρά την επαναφορά της ειδωλολατρίας αρχίζουν και οι διώξεις των Χριστιανών και επιβάλλονται σκληροί τρόποι θανάτωσης (πυρά, σταύρωση, κλπ).

Ο Άγιος Φλωριανός βαπτίζεται Χριστιανός περί το 284 μΧ και δεν εφαρμόζει την αντίχριστιανική νομοθεσία, παρά τις προτροπές του Αυτοκράτορα Διοκλητιανού (244 μ.Χ. – 311 μ.Χ.) και του Διοικητού Ακυλίνου. Ο φόβος ήταν ενδεχόμενη χριστιανική εξέγερση κατά της Ρώμης και για το λόγο αυτό χιλιάδες χριστιανοί συλλαμβάνονται και καίγονται τα σπίτια τους.

Ο Άγιος Φλωριανός γράφει τότε τους περίφημους λόγους του και παραδίδεται στους ανωτέρους του. Παρά τα βασανιστήρια δεν αλλαξοπιστεί και όταν βλέπει τους στρατιώτες να ετοιμάζουν τα ξύλα για τον κάψουν τους καλεί να βάλουν πιο πολλά και πιο ψηλά για να πάει γρηγορότερα η ψυχή του στον επουράνιο Πατέρα. Φοβούμενοι όμως ότι με τη πυρά θα γίνει μάρτυρας αποφασίζουν τελικά να του δέσουν μια πέτρα γύρω από το λαιμό και να τον πετάξουν να πνιγεί στο ποταμό Enns παραπόταμο του Δούναβη. Το άψυχο σώμα του βρίσκει φυλασσόμενο από έναν αετό μια γυναίκα με το όνομα Βαλέρια και το παραδίδει για χριστιανική ταφή στο Linz της Αυστρίας.

Ανακηρύσσεται προστάτης αυτών που καταπολεμούν τη φωτιά με νερό. Πολλές αξιόπιστες πηγές κάνουν λόγο για θαύματα που έκανε κατά τη διάρκεια της ζωής του. Εκατό χρόνια μετά το θάνατό του ο Χριστιανισμός γίνεται η επίσημη θρησκεία της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας και ο Φλωριανός ανακηρύσσεται Άγιος.

Ο Άγιας Φλωριανός είναι μεταξύ των Πολιούχων Αγίων της Αυστρίας και της Πολωνίας και ο Άγιος Προστάτης των Αυστριακών Πυροσβεστών.


<>




Αγία Αθανασία και οι κόρες της Θεοδότη, Θεοκτίστη και Ευδοξία. Ημέρα Μνήμης: 31 Ιανουαρίου.


Ό Βίος και ή Πολιτεία των τεσσάρων αυτών αγίων μορφών δεν είναι εκτεταμένος και αναφέρεται μέσα στο «Συναξάρι» των Άγιων Μαρτύρων Κύρου καί Ιωάννου πού λέγονται και Ανάργυροι από τους πιστούς, διότι δεν αγαπούσαν τα χρήματα (αργύρια) και έθεράπευαν τους ασθενείς «άνευ αργυρίου» (άνευ άμοιβης).

Γράφει λοιπόν ό Συναξαριστής: Οι δύο αυτοί "Αγιοι Κΰρος και Ιωάννης ζούσαν την εποχή του αυτοκράτορας της Ρώμης Διοκλητιανοϋ, γύρω στα τέλη του τρίτου αιώνος μετά Χριστόν (το 292 μ.Χ. άκριβώς), ό μεν Κϋρος στην "Αλεξάνδρεια της Αιγύπτου ό δε Ιωάννης στην "Εδεσσα της Μεσοποταμίας. Επειδή τότε έγινε και νέος μεγάλος διωγμός των Χριστιανών, ό "Αγιος Κΰρος πήγε και έμόνασε σε κάποιο Μοναστήρι, που βρισκόταν στον Άραβικόν Κόλπον και με την σκληρή ασκηση και την θερμή πίστη και αδιάκοπη προσευχή έφθασε πολύ ψηλά στον κόσμον της Χάριτος και έλαβε το χάρισμα να θαυματουργή και να θεραπεύη τους ασθενείς. Κόσμος πολύς συγκεντρωνόταν στο Μοναστήρι του για θεραπεία και ή φήμη του απλώθηκε πολύ γρήγορα σε ολην την χώρα και πέραν άπο αυτήν.

"Ο "Αγιος Ιωάννης,όταν βρισκόταν στα "Ιεροσόλυμα για κάποια εργασία και άκουσε τα θαυμαστά κατορθώματα του Αγίου Κύρου, πήγε αμέσως στο Μοναστήρι, ον συνάντησε και έμεινε κοντά του,βοηθός καΐ συνεργάτης του στον καλόν αγώνα της θεραπείας των ασθενών.

Την ίδια εποχή όμως ζούσε στην Αλεξάνδρεια και ή πιστή Αθανασία με τΙς τρεις κόρες της, την Θεοδότη,15 χρονών, την Θεοκτίστη, 13 χρονών καΐ την Εύδοξίαν,11 χρονών και ή ζωή τους κυλούσε σύμφωνα με τις εντολές του Κυρίου. Ή καλή αυτή μητέρα φρόντιζε, μέρα καϊ νύχτα, για την χριστιανικήν άνατροφήν των παιδιών της,ώστε να αγαπήσουν ολόψυχα τον Χριστόν και να είναι και οι τρεις τους ολοζώντανες λαμπάδες Πίστεως και Αγάπης προς τον Θεόν. Και εΐχαν φτάσει σε ζηλευτόν έπίπεδον αρετής, μητέρα και παιδιά, καΐ η καρδιά τους ήταν γεμάτη φως και ελπίδα και λαχτάρα για τον Κύριον. Γι" αυτό και όταν τις κατήγγειλαν ως Χριστιανές στον σκληρόν ηγεμόνα της περιοχής Συριανόν,δεν δείλιασαν καθόλου και δεν αρνήθηκαν την Πίστι τους. Ώμολόγησαν θαρρετά ότι πιστεύουν στον Χριστόν και τον λατρεύουν ως Θεόν άληθινόν και μοναδικόν σωτήρα του κόσμου.

"Οταν έμαθαν οι δύο "Αγιοι Ανάργυροι την σύλληψη των τεσσάρων γυναικών, ανησύχησαν μήπως ή Αθανασία με τα τρία ανήλικα κορίτσια της φοβηθοϋν τα βασανιστήρια και αρνηθούν τον Χριστόν.
- Πρέπει να τρέξουμε κοντά τους, να τις βοηθήσουμε όσο μπορούμε, εΐπαν και ξεκίνησαν αμέσως για την Αλεξάνδρεια.

Την ήμερα λοιπόν, πού ώδήγησαν τις τέσσερις γυναΐκες μπροστά στον Συριανό, εμφανίστηκαν και οι "Αγιοι Κύρος και Ιωάννης για να τις ενθαρρύνουν και να τις στηρίξουν πνευματικά στο μαρτύριον. Το γεγονός όμως αυτής της πολύ αδελφικής συμπαραστάσεως εξαγρίωσε τον ηγεμόνα και διέταξε την ίδια ώρα να βασανίσουν τους δύο Άγιους και
μάλιστα μπροστά στις γυναίκες για να τις έκφοβίση.

Οί δήμιοι άρχισαν χωρίς καθυστέρησι τα βασανιστήρια, τα όποια οί "Αγιοι τα δέχονταν πρόθυμα, προσευχόμενοι συνεχώς στον Χριστόν:
- Κύριε των Δυνάμεων, μεθ' ημών γενοΰ...
Οι γυναίκες, πού παρακολουθούσαν τα σκληρά μαρτύρια, αντί να φοβηθοΰν και να λιποψυχήσουν, έπαιρναν ιτερισσότερον θάρρος και εκείνες τώρα έδιναν κουράγιο στους δύο Άγιους και όλοι μαζί προσεύχονταν και έδόξαζαν τον Θεόν για τα όσα γίνονταν την τρομερή έκείνην ώρα:
 - Τις Θεός μέγας, ως ό Θεός ημών! Σϋ εΐ ό Θεός ημών !...
Αληθινά ήταν τρομερή εκείνη ή ώρα, όχι μόνον για τα μαρτύρια τα φοβερά και τους βασανισμούς, πού έκαναν οΐ δήμιοι, όσον για το θάρρος και την άφοβία των ανθρώπων αυτών, πού αντί να κλαίνε και να εκλιπαρούν για έλεος και άφεσι, προσεύχονταν και έδόξαζαν μεγαλόφωνα τον Χριστόν για την τιμή και την ευτυχία να μαρτυρήσουν υπέρ του ονόματος Του.

Άλλα το θαυμάσιον θέαμα της αυτοθυσίας των έξι αυτών αγίων ψυχών έξώργισε ακόμα πιο πολύ τον τύραννον Συριανόν, πού διέταξε τώρα να βασανιστούν και τα τρία ανήλικα κορίτσια. Ή κολασμένη και άγρια ψυχή του ηγεμόνα δεν ντράπηκε ούτε την μικρή ηλικία των κοριτσιών, ούτε την ανθρώπινη αδυναμία τους, ούτε και δίστασε να έξευτελίση κάθε έννοια σεβασμού και ανθρωπιάς. Ούρλιαξε σαν θηρίο:
 - Να τις τσακίσετε αμέσως καϊ τις τρεις!
Ή μητέρα τους, ή όντως «αρίστη μήτηρ», πλησίασε, τα σταύρωσε και τα τρία, τα φίλησε στοργικά και τους ευχήθηκε «Καλόν Παράδεισον, κοντά στον Χριστόν».Τους είπε να κάνουν υπομονή ως το τέλος και να μη φοβηθούν.
 - Λίγο ακόμα, παιδάκια μου, λίγο ακόμα! "Ύστερα θάρθή ό Θεός να μας πάρη για πάντα κοντά του!
Εκείνα φίλησαν με σεβασμό και αγάπη το χέρι της, έκαναν τον σταυρό τους και άρχισαν να ψέλνουν με την αθώα φωνή τους δλα μαζί:
 - Ιησού Χριστέ μου, της ζωής μου δοτηρ σπεΰσον νυν και γίνε της ζωής μου σωτήρ...
Οι δήμιοι χτυπούν πια με λύσσα τους Αγίους και τα τρία παιδιά, ενώ ό ηγεμόνας δείχνει με το χέρι του την Αθανασία και δίνει εντολή να την βασανίσουν κι' αυτήν."Ετσι το ομαδικό αυτό μαρτύριο μοιάζει σαν αληθινή ανθρωποθυσία, που συντρίβει τα είδωλα και διαλύει τους δαίμονες, άφοϋ όλα αυτά μαρτυρούν την Πίστη στον Θεόν και την Υπακοή  στο θέλημα Του. Τρέχουν τα αίματα από τις πληγές των Αγίων, πού βασανίζονται, άλλα δεν λυγίζουν και οί φωνές τους γίνονται ακόμα πιο δυνατές και πιο θερμές προς τον Χριστό:
 - Δόξα Πατρί και Υίω και Άγίω Πνεύματι... - Ό Μονογενής Υίός και Λόγος του Θεού αθάνατος
υπάρχων...
Τότε ό Συριανός τους ρώτησε για τελευταία φορά εάν θέλουν να αρνηθούν την πίστη τους, αλλά όλοι ώμολόγησαν πρόθυμα με μια φωνή:
 - Ποτέ δεν θα αρνηθούμε τον Χριστόν! Τις ημάς χωρίσει από της αγάπης του Χρίστου; Δοξασμένον το Ύπεράγιον όνομά Του!
Το χέρι του ηγεμόνα έδωσε την τελικήν έντολήν:
 - Να αποκεφαλισθούν
Με χαρά τους έσκυψαν όλοι και δέχτηκαν το χτύπημα: του ξίφους. Τα αγιασμένα κεφάλια τους Έπεσαν πάνω στο χώμα, ενώ οι ψυχές τους πέταξαν ψηλά στον θρόνον του Θεού για να λάβουν το αμάραντο στεφάνι,το μονάκριβο στεφάνι της αιώνιας νίκης! Και Όλα αυτά τα θαυμαστά έγιναν καϊ μένουν εις τον αιώνα, χάρις στην βοήθεια του Τριαδικού Θεού, πού με την μορφή της Πίστεως μπαίνει μέσα στην καρδιά και την μεταμορφώνει. Και το ίδιο έγινε σε αμέτρητες άλλες καρδιές Αγίων καϊ γίνεται και σήμερα και θα γίνεται πάντα, διότι ό Θεός θέλει όλοι να μετανοήσουμε, να πάμε κοντά Του και να σωθούμε. «Ταΐς των Σών Άγιων πρεσβείαις, Χριστέ ό Θεός, έλέησον ημάς. Αμήν».


<>




Αγία Γεωργία του Clermont Γαλλίας (+500)

15 Φεβρουαρίου

Η Αγία Γεωργία του Clermont έζησε τον 6ο αιώνα στην Ωβέρνη της Γαλλίας.

Οι μοναδικές πληροφορίες προέρχονται από το έργο του Αγίου Γρηγορίου Τουρώνης De Gloria confessorum.

H πόλη του Κλερμόν, πρωτεύουσα της Μεροβίγγειας Γαλατίας, ήταν πολύ θορυβώδης. Ως εκ τούτου, είχε αποσυρθεί πολύ νωρίς στη γύρω περιοχή και εκεί πέρασε το υπόλοιπο της ζωής της προσευχόμενη και εν μετανοία.

Όπως μας πληροφορεί ο Άγιος Γρηγόριος Τουρώνης, κατά την κηδεία της, ένα σμήνος περιστεριών ακολούθησε το φέρετρο και φύλαγαν τον τάφο της για όλο το υπόλοιπο της ημέρας. Η μνήμη της τιμάται στις 15 Φεβρουαρίου. 

https://agioi-oi-kaliteroi-mas-filoi.blogspot.com/2023/02/15.html

<>




Άγιος Μωϋσής ο Ούγγρος, Ομολογητής στην Πολωνία και Μοναχός στη Λαύρα των Σπηλαίων του Κιέβου (+1043) - Προστάτης κατά των σαρκικών πειρασμών

26 Ιουλίου


«Αὐτὸς ἀναδείχθηκε ἀνώτερος ἀπὸ τὸν πάγκαλο ̓Ιωσὴφ στὴν σωφροσύνη, γι ̓ αὐτὸ μπορεῖ νὰ βοηθήσει ἀποτελεσματικὰ ὅσους πολεμοῦνται ἀπὸ τὸ πάθος τῆς πορνείας»

Τό ἀκάθαρτο πνεῦμα, ὁ διάβολος, τυφλώνει τὶς καρδιές, οἱ ὁποῖες εἶναι ὑποδουλωμένες στὸ θεομίσητο πάθος τῆς πορνείας. ῎Ετσι δὲν μποροῦν ποτὲ νὰ ἀντικρύσουν τὸν Κύριο, ἀφοῦ μόνο οἱ καθαροὶ στὴν καρδιὰ θὰ ἀξιωθοῦν νὰ Τὸν ἰδοῦν, ὅπως ὁ ῎Ιδιος διαβεβαίωσε. Στὸ πεδίο αὐτὸ τοῦ πνευματικοῦ πολέμου πολεμήθηκε ἄγρια ἀπὸ τὸν ἀκάθαρτο ἐχθρὸ ὁ ῞Οσιος πατέρας μας Μωϋσῆς, ὁ ὁποῖος τελικὰ τὸν ἐνίκησε θριαμβευτικὰ καὶ μᾶς ἄφησε τὸν ἑαυτό του σὰν ζωντανὸ παράδειγμα θριάμβου τῆς σωφροσύνης καὶ τῆς ἁγνείας.

Ὁ Ὅσιος Μωϋσῆς ἦταν Οὗγγρος στὸ γένος (κατ ̓ ἀκρίβειαν Καρπαθορῶσος) καὶ πολὺ ἀγαπητὸς στὸν Πρίγκιπα τῆς Ρωσίας ῞Αγιο Μάρτυρα Μπόρις, στὴν ὑπηρεσία τοῦ ὁποίου βρισκόταν μαζὶ μὲ τὸν ἀδελφό του Γεώργιο.῞Οταν ὁ ῞Αγιος Μπόρις δολοφονήθηκε ἀπὸ τὸν ἄνομο Σβιατοπὸλκ στὸν ποταμὸ ῎Αλτα, μαζὶ μὲ ὅλους τοὺς ἀξιωματούχους του (24.7.1015), ὁ μακάριος Μωϋσῆς ἦταν ὁ μόνος ποὺ σώθηκε· κατέφυγε στὴν φιλόθεη Πρεντισλάβα, τὴν ἀδελφὴ τοῦ Γιαροσλάβου, ἡ ὁποία τὸν ἔκρυψε ἀπὸ τὸν Σβιατοπόλκ. Μὴ μπορώντας νὰ καταφύγει σὲ ἄλλο μέρος, παρέμεινε ὁ γενναῖος ἐκεῖ, προσευχόμενος ἀδιάλειπτα στὸν Θεό.

Στὸ μεταξύ, ὁ εὐλαβέστατος Πρίγκιπας Γιαροσλάβος, ἀγανακτισμένος γιὰ τὸν ἄδικο θάνατο τοῦ πολυαγαπημένου του ἀδελφοῦ Μπόρις, ἐπέδραμε ἐναντίον τοῦ Σβιατοπὸλκ καὶ τὸν ἐνίκησε. ̔Ο τύραννος τότε κατέφυγε στὴν Λεχία (Πολωνία), συμμάχησε μὲ τὸν βασιλιὰ τῆς χώρας Μπολιεσλάβο καὶ κίνησε μὲ πολὺ στρατὸ ἐναντίον τοῦ Κιέβου. ̔Ο Γιαροσλάβος νικήθηκε καὶ ὁ Σβιατοπὸλκ ἀνέβηκε στὸν θρόνο τῆς Μεγάλης ̔Ηγεμονίας. Μετὰ τὴν νίκη τοῦ Σβιατοπόλκ, ὁ σύμμαχός του βασιλιὰς Μπολιεσλάβος ἐπέστρεψε στὴν χώρα του, παίρνοντας μαζί του γιὰ σκλάβους πολλοὺς αἰχμαλώτους. ̓Ανάμεσα σὲ αὐτοὺς - ἀλλοίμονο! - ἦταν οἱ δύο ἀδελφὲς τοῦ Γιαροσλάβου, οἱ βογιάροι του καὶ ὁ μακάριος Μωϋσῆς, δεμένος χειροπόδαρα μὲ βαρειὲς ἁλυσίδες.

Στήν Λεχία, ὁ ῞Οσιος ἔμεινε στὰ δεσμὰ πέντε χρόνια, ὑπομένοντας καρτερικὰ τὴν αἰχμαλωσία του μὲ προσευχὴ καὶ δοξολογία τοῦ Θεοῦ. Τότε, κάποια νέα καὶ ὡραία γυναίκα, ἀπὸ τὶς ἀρχόντισσες τῆς χώρας, μὲ μεγάλη περιουσία καὶ πολλὴ δύναμη, εἶδε τὸν ρωμαλέο καὶ πανέμορφο Μωϋσῆ καὶ σαγηνεύτηκε ἀπὸ τὴν ὀμορφιά του. Λειώνοντας ἀπὸ σαρκικὸ πόθο, πλησιάζει καὶ τοῦ λέει δελεαστικά:

-῎Αχ, ἄνθρωπέ μου! ῎Αδικα ὑπομένεις τέτοια βάσανα. Φαίνεσαι ἱκανὸς καὶ μυαλωμένος. Γιατί λοιπὸν νὰ μὴν ἐλευθερωθείς ἀπὸ τὰ δεσμὰ καὶ τὶς θλίψεις; ̔

Ο Μωϋσῆς τῆς ἀπάντησε ἤρεμα: - Γιατὶ ἔτσι θέλησε ὁ Κύριος.

̔Η γυναίκα ἐπέμεινε: - ῎Αν ὑποταχθείς σὲ μένα, θὰ σὲ ἐλευθερώσω καὶ θὰ σὲ κάνω ἀφέντη δικό μου καὶ ἄρχοντα σὲ ὁλόκληρη τὴν Λεχία.

̔Ο μακάριος κατάλαβε τοὺς ἄσεμνους σκοπούς της καὶ τῆς ἀποκρίθηκε: - Ποιός ἄνθρωπος, ποὺ ἄκουσε γυναίκα καὶ τῆς παρέδωσε τὸν ἑαυτό του, ἔκανε καλά; ̔Ο πρωτόπλαστος ̓Αδὰμ ὑπάκουσε στὴν Εὔα καὶ διώχθηκε ἀπὸ τὸν Παράδεισο. ̔Ο Σαμψών, ὁ δυνατώτερος ὅλων τῶν ἀνθρώπων καὶ νικητὴς τῶν ἀλλοφύλων, στὸ τέλος παραδόθηκε ἀπὸ μία γυναῖκα στὰ χέρια τῶν ἐχθρῶν. ̔Ο Σολομών, ποὺ ἔφτασε στὰ ὕψη τῆς θείας σοφίας, ἀσέβησε ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ, ἐπειδὴ παραδόθηκε στὶς γυναῖκες. Καὶ ὁ ̔Ηρώδης, ποὺ στεφανώθηκε μὲ πολλὲς νίκες, στὸ τέλος ἔγινε δοῦλος μιᾶς γυναίκας καὶ ἔκοψε γιὰ χάρη της τὴν ἁγία κεφαλὴ τοῦ Προδρόμου ̓Ιωάννου. Πῶς λοιπὸν ἐγώ, ὄντας ἐλεύθερος, θὰ δουλώσω τὸν ἑαυτό μου σὲ μία γυναῖκα, τὴν ὁποία δὲν γνωρίζω οὔτε τὴν ἔχω ξαναδεῖ;

-Μὰ θὰ σ ̓ ἐλευθερώσω!… φώναξε μὲ πάθος ἡ γυναίκα. Θὰ σὲ κάνω πλούσιο καὶ ἔνδοξο καὶ κυβερνήτη τοῦ σπιτιοῦ μου. Θὰ σὲ πάρω γιὰ ἄνδρα μου. Μόνο κάνε μου τὸ θέλημα! Σβῆσε τὴν φλόγα τῆς ψυχῆς μου! ῎Αφησέ με νὰ ἀπολαύσω τὰ κάλλη σου! Δὲν ἀντέχω στὴν σκέψη πὼς ἡ δύναμη καὶ ἡ ὀμορφιά σου θὰ πᾶνε χαμένες. ῎Αν δεχθείς τὴν πρότασή μου, ἐγὼ θὰ ἐκπληρώσω τὸν πόθο μου καὶ σὺ θὰ γίνης ὁ ἀφέντης μου, ὁ κύριος τῆς περιουσίας καὶ τῆς ἐξουσίας μου, ὁ ἀρχηγὸς τῶν βογιάρων. Τί λὲς λοιπόν;

-Γνώριζε μιὰ γιὰ πάντα,… ἀποκρίθηκε σταθερὰ ὁ θαυμάσιος Μωϋσῆς, πὼς οὔτε τὸ θέλημά σου θὰ κάνω οὔτε τὰ πλούτη καὶ τὴν ἐξουσία σου ζηλεύω. ̔Η καθαρότητα τῆς καρδιᾶς καὶ ἡ σωφροσύνη τοῦ σώματος εἶναι ἀνώτερα ἀπ ̓ ὅλα αὐτά. Δὲν εἶμαι ἔνοχος γιὰ ὅ,τι ὑποφέρω, γιὰ τὶς ἁλυσίδες καὶ τὰ βάσανα. Γι ̓ αὐτὸ ἐλπίζω ὅτι αὐτὰ θὰ μὲ λυτρώσουν ἀπὸ τὰ αἰώνια βάσανα.

῞Οταν ἡ γυναίκα εἶδε πὼς κινδύνευε νὰ στερηθεί τέτοια ὀμορφιὰ ψυχῆς καὶ σώματος, ἅρπαξε μιὰν ἄλλη συμβουλὴ τοῦ διαβόλου.«῎Αν τὸν ἐξαγοράσω ἀπὸ τὰ δεσμά», σκέφτηκε, «θὰ εἶναι ὑποχρεωμένος νὰ μοῦ ὑποτάσσεται καὶ χωρὶς τὴν θέλησή του».῎Εστειλε λοιπὸν ἕναν ἔμπιστό της ἄνθρωπο στὸν ἐπιτηρητὴ τῶν αἰχμαλώτων καὶ ζήτησε νὰ τῆς πουλήσει τὸν Μωϋσῆ ὅσο ἤθελε. ̓Εκεῖνος κατάλαβε πὼς ἦταν μεγάλη εὐκαιρία νὰ γίνει πλούσιος. Καὶ τὸν ἐπούλησε γιὰ τρεῖς χιλιάδες χρυσᾶ νομίσματα!

῞Οταν ἡ γυναίκα τὸν ἀπέκτησε, διέταξε νὰ τὸν φέρουν ἐνώπιόν της, νὰ τοῦ βγάλουν τὰ δεσμὰ καὶ τὰ κουρέλια καὶ νὰ τὸν ἐνδύσουν μὲ πολυτελῆ ἐνδύματα. ῞Υστερα, διέταξε νὰ φέρουν ἡδονικὰ φαγητὰ καὶ ἐξανάγκαζε μὲ κάθε τρόπο τὸν μακάριο νὰ τὰ γευθεί, βιάζοντάς τον συνάμα νὰ ἐνδώσει στὴν ἀκόλαστη ἐπιθυμία της.

̔Ο δίκαιος ὅμως, ὅπως ὁ Πάγκαλος ̓Ιωσήφ, ἐγύμνωσε τὸν ἑαυτό του ἀπὸ ὅλα ἐκεῖνα τὰ πλούσια φορέματα καὶ ἔφευγε τὴν ἁμαρτία, λογιάζοντας σὰν ἕνα τίποτα τὸν κόσμο ὅλο καὶ τὶς ἡδονές του. Ξέφευγε ἀπὸ τὴν γυναῖκα καὶ κρυβόταν, ὑποβάλλοντας τὸν ἑαυτό του σὲ ἀγῶνες, νηστεῖες, προσευχὲς καὶ ἀγρυπνίες. Προτιμοῦσε νὰ τρώει γιὰ τὸν Θεὸ ξερὸ ψωμὶ καὶ νερὸ μὲ σωφροσύνη, παρὰ πλούσια φαγητὰ καὶ ποτὰ μὲ μολυσμὸ ψυχῆς.

Αὐτὴ ἡ ἀνδρεία ἀντίσταση τοῦ μακαρίου ἐκίνησε τὴν ὀργὴ τῆς γυναίκας, ἡ ὁποία διέταξε νὰ τὸν ἀφήσουν νὰ πεθάνει τῆς πείνας. ̔Ο Θεὸς ὅμως δὲν ἐγκαταλείπει τοὺς δούλους Του, οἱ ὁποῖοι στηρίζουν τὴν ἐλπίδα τους σὲ Αὐτόν. ῞Ενας δοῦλος τῆς πονηρῆς ἐκείνης γυναίκας σπλαχνίστηκε τὸν ἀξιομακάριστο Μωϋσῆ καὶ τὸν ἔτρεφε κρυφά.

Στὸ μεταξύ, οἱ σύνδουλοι τοῦ ̔Οσίου προσπαθοῦσαν νὰ τὸν πείσουν νὰ ὑποκύψει: - ̓Αδελφὲ Μωϋσῆ, τοῦ ἔλεγαν, τί σ ̓ ἐμποδίζει νὰ νυμφευθείς; Εἶσαι ἀκόμη νέος. Καὶ ἡ γυναίκα αὐτὴ εἶναι χήρα, ποὺ ἔζησε ἕνα χρόνο μόνο μαζὶ μὲ τὸν ἄνδρα της. ̔Η ὀμορφιά της εἶναι σπάνια, ὁ πλοῦτος της ἀνεκτίμητος, ἡ δύναμή της μεγάλη. ̓Αλήθεια, ἂν ἤθελε νὰ πάρει ἕναν ἀπὸ τοὺς πρίγκιπες, ποιός θὰ τὴν ἀπέφευγε; Καὶ σύ, ποὺ εἶσαι αἰχμάλωτος καὶ δοῦλος τῆς γυναίκας αὐτῆς, δὲν θέλεις νὰ γίνεις κύριός της; Λὲς ὅτι δὲν μπορεῖς νὰ παραβείς τὶς ἐντολὲς τοῦ Χριστοῦ. ̓Αλλά, τί παραγγέλλει ὁ Κύριος στὸ Εὐαγγέλιο; «῞Ενεκεν τούτου καταλείψει ἄνθρωπος τὸν πατέρα αὐτοῦ καὶ τὴν μητέρα καὶ κολληθήσεται τῇ γυναικὶ αὐτοῦ, καὶ ἔσονται οἱ δύο εἰς σάρκα μίαν»! Καὶ ὁ ̓Απόστολος δὲν λέει «κρεῖσσον γαμῆσαι ἢ πυροῦσθαι»; Καὶ ἐπιτρέπει στὶς χῆρες νὰ συνάπτουν δεύτερο γάμο. ̓Αφοῦ δὲν εἶσαι καλόγερος, ἀλλὰ ἐλεύθερος ἀπὸ μοναχικὲς ὑποσχέσεις, γιατί παραδίδεις τὸν ἑαυτό σου σὲ πικρὰ βάσανα; Γιὰ ποιό λόγο ἀποφεύγεις τὸν γάμο; ῍Αν πεθάνεις στὴν κατάσταση αὐτή, ποιός θὰ σ ̓ ἐπαινέσει; Ποιός ἄνθρωπος, ἀπὸ τὸν ̓Αδὰμ μέχρι σήμερα, καταφρόνησε τὴν γυναῖκα, ἐκτὸς ἀπὸ τοὺς Μοναχούς; Τί ἔκαναν ὁ ̓Αβραάμ, ὁ ̓Ισαάκ , ὁ ̓Ιακώβ; ̓Αλλὰ καὶ αὐτὸς ὁ πάγκαλος ̓Ιωσήφ, ἀφοῦ πρῶτα ἐνίκησε τὸν πειρασμό, τί ἔκανε ὕστερα; Πῆρε γυναίκα! Κι ἐσύ, ἂν γλυτώσεις τὴν ζωή σου, κάποιαν ἄλλη θὰ πάρεις. Καὶ ποιός τότε δὲν θὰ σὲ περιγελάσει γιὰ τὴν ἀνοησία σου νὰ περιφρονήσεις μία τόσο ἀξιοζήλευτη εὐκαιρία; Δὲν εἶναι προτιμότερο γιὰ σένα, νὰ παραδώσεις τὸν ἑαυτό σου στὴν ἀρχόντισσα αὐτή, νὰ ἐλευθερωθείς ἀπὸ τὴν δουλεία καὶ νὰ γίνεις ἄρχοντας;

Αλλὰ ὁ εὐλογημένος Μωϋσῆς ἀποκρίθηκε: - ̓Αδελφοὶ καὶ φίλοι μου καλοί, ἐσεῖς καλὰ τὰ λέτε. ̓Αλλὰ νομίζω ὅτι οἱ ψιθυρισμοὶ τοῦ πονηροῦ φιδιοῦ πρὸς τὴν Εὔα δὲν ἦταν χειρότεροι ἀπὸ τοὺς ἰδικούς σας λόγους. Μὲ πιέζετε νὰ παραδοθῶ στὴν γυναῖκα αὐτή, ἀλλὰ δὲν πρόκειται μὲ κανένα τρόπο νὰ σᾶς ἀκούσω. ῍Αν πεθάνω στὰ δεσμὰ αὐτὰ καὶ τὰ πικρὰ βάσανα, ἐλπίζω μὲ μεγαλύτερη βεβαιότητα νὰ βρῶ ἔλεος ἀπὸ τὸν Θεό. ῍Αν ἔχουν ἔτσι τὰ πράγματα, ὥστε ὅλοι οἱ δίκαιοι νὰ σώζωνται διὰ τοῦ γάμου, μάθετε ὅτι ἐγὼ δὲν εἶμαι δίκαιος. Εἶμαι ἁμαρτωλὸς καὶ γι ̓ αὐτὸ δὲν μπορῶ νὰ σωθῶ μαζὶ μὲ γυναίκα. ῍Αν ὁ ̓Ιωσὴφ παραδινόταν στὴν γυναῖκα τοῦ Πετεφρῆ, δὲν θὰ γινόταν κατόπιν βασιλιάς. Ο Θεὸς εἶδε τὴν ὑπομονή του καὶ τοῦ ἐχάρισε τὴν βασιλεία. ῎Ετσι λοιπὸν δοξάζεται σὲ ὅλους τοὺς αἰῶνες γιὰ τὴν σωφροσύνη του, μολονότι ἄφησε παιδιὰ πίσω του. ̓Εγὼ ὅμως, οὔτε τὴν βασιλεία τῆς Αἰγύπτου θέλω, οὔτε ἐξουσία κοσμικὴ ἐπιζητῶ, οὔτε στὴν χώρα τῆς Λεχίας ἐπιθυμῶ νὰ ζήσω, οὔτε νὰ τιμηθῶ σὲ ὁλόκληρη τὴν ρωσικὴ γῆ ἐπιδιώκω. ῞Ολα αὐτὰ τὰ περιφρονῶ γιὰ τὴν Βασιλεία τῶν Οὐρανῶν. Καὶ ἂν ξεφύγω ζωντανὸς ἀπὸ τὰ χέρια αὐτῆς τῆς γυναίκας, θὰ γίνω Μοναχός. Γιατὶ ὁ Κύριος εἶπε στὸ Εὐαγγέλιο: «Πᾶς ὅς ἀφῆκεν οἰκίας ἢ ἀδελφοὺς ἢ ἀδελφὰς ἢ πατέρα ἢ μητέρα ἢ γυναῖκα ἢ τέκνα ἢ ἀγροὺς ἕνεκεν τοῦ ὀνόματός μου, ἑκατονταπλασίονα λήψεται καὶ ζωὴν αἰώνιον κληρονομήσει». Τὸν Χριστὸ λοιπὸν νὰ ἀκούσω ἢ ἐσᾶς; Καὶ ὁ ̓Απόστολος λέει βέβαια, ὅτι «κρεῖσσόν ἐστι γαμῆσαι ἢ πυροῦσθαι», ἀλλὰ πρὶν ἀπὸ αὐτὸ τί ὑπογραμμίζει; «Λέγω δὲ τοῖς ἀγάμοις καὶ ταῖς χήραις, καλὸν αὐτοῖς ἐστιν ἐὰν μείνωσιν ὡς κἀγώ. Εἰ δὲ οὐκ ἐγκρατεύονται, γαμησάτωσαν». Καὶ παρακάτω: « ̔Ο ἄγαμος μεριμνᾷ τὰ τοῦ Κυρίου, πῶς ἀρέσει τῷ Κυρίῳ· ὁ δὲ γαμήσας μεριμνᾷ τὰ τοῦ κόσμου, πῶς ἀρέσει τῇ γυναικί». Ποιόν λοιπὸν ν ̓ ἀκούσω, ἐσᾶς ἢ τὸν ̓Απόστολο; Καὶ ποιόν εἶναι καλύτερα νὰ ὑπηρετεί κανείς, τὸν Χριστὸ ἢ τὴν γυναῖκα; ̔Ο ̓Απόστολος πάλι λέει: «Οἱ δοῦλοι ὑπακούετε τοῖς κυρίοις ὑμῶν εἰς τὸ ἀγαθόν». Λοιπόν, μάθετε πὼς ἡ ὀμορφιὰ τῆς γυναίκας δὲν μὲ δελεάζει καθόλου. Οὔτε μπορεῖ αὐτὴ νὰ μὲ ἀποπλανήσει μακρυὰ ἀπὸ τὸ Νυμφίο τῆς ψυχῆς μου.

῞Οταν ἡ ἀρχόντισσα πληροφορήθηκε ὅλα αὐτά, ἔβαλε σὲ ἐφαρμογὴ ἕνα νέο πανοῦργο σχέδιο. Διέταξε νὰ ἀνεβάσουν τὸ μακάριο Μωϋσῆ σὲ ἕνα καταστόλιστο ἄλογο καὶ νὰ τὸν περιφέρουν μὲ τὴν συνοδεία πολλῶν δούλων στὰ χωριὰ καὶ στὶς πόλεις ποὺ ἐξουσίαζε. ̓Εκείνη ἵππευε δίπλα του σὲ ἕνα ἄλλο ἄλογο. ̓Αφοῦ τοῦ ἔδειξε τὴν ἐπικράτειά της, τοῦ εἶπε:

- ῞Ολη αὐτὴ ἡ χώρα εἶναι ἰδική σου. ῞Ολος αὐτὸς ὁ λαὸς εἶναι ἰδικός σου. Κάνε τους ὅ,τι θέλεις.

῎Επειτα στράφηκε στὸν λαὸ καὶ ἐφώναξε: -Νά, ὁ κύριός σας καὶ σύζυγός μου! ῞Ολοι σας νὰ τὸν σέβεσθε καὶ νὰ τὸν προσκυνᾶτε! ̔

Ο ῞Αγιος ὅμως ἐγέλασε μὲ τὸν παραλογισμὸ τῆς παθιασμένης γυναίκας καὶ τῆς εἶπε: - Μάταια κοπιάζεις. Δὲν μπορεῖς νὰ μὲ δελεάσεις μὲ φθαρτὰ πράγματα τοῦ κόσμου τούτου, οὔτε νὰ συλήσεις τὸν ἄφθαρτο πνευματικό μου πλοῦτο. Πάρ ̓ το λοιπὸν ἀπόφαση καὶ μὴν πασχίζεις ἄδικα νὰ μὲ κερδίσεις. ̔

Η γυναίκα ἔγινε ἔξαλλη. - Ξέχασες ὅτι σὲ ἔχω ἀγοράσει;… οὔρλιαξε σὰν ἀγριεμένη λύκαινα. Ποιός μπορεῖ νὰ σὲ γλυτώσει ἀπὸ τὰ χέρια μου; Δὲν θὰ μοῦ ξεφύγεις ζωντανός! Θὰ σὲ βασανίσω ἀνελέητα καὶ ἔπειτα θὰ σὲ θανατώσω!

- Δὲν φοβᾶμαι τὶς ἀπειλές σου…, ἀποκρίθηκε ἄφοβα ὁ γενναῖος. Καὶ ἂν θέλει ὁ Θεός, δὲν θὰ ἀργήσω νὰ γίνω Μοναχός.

Η πρόρρηση τοῦ ̔Οσίου σύντομα ἐκπληρώθηκε μὲ τρόπο θαυμαστό, τὸν ὁποῖο παραχώρησε ἡ ἀνεξερεύνητη βουλὴ τοῦ πανάγαθου Θεοῦ. Συνέβη δηλαδὴ νὰ περάσει τότε ἀπὸ ἐκεῖ ἕνας ̔Ιερομόναχος ἀπὸ τὸ ῞Αγιον ῎Ορος. Συνάντησε μὲ τοῦ Θεοῦ τὴν εὐδοκία τὸν μακάριο Μωϋσῆ, πληροφορήθηκε τὰ παθήματα καὶ τὸν πόθο του καὶ τὸν ἐνέδυσε τὸ ̓Αγγελικὸ Σχῆμα. ̓Αφοῦ τὸν ἐσυμβούλευσε νὰ διατηρήσει μὲ κάθε θυσία τὴν καθαρότητα τοῦ σώματος καὶ τῆς ψυχῆς καὶ νὰ μὴν παραδώσει τὸν ἑαυτό του στὸν ἐχθρό, τοῦ εὐχήθηκε νὰ λυτρωθεί ἀπὸ κείνη τὴν ἀσελγῆ γυναῖκα καὶ ἀναχώρησε. Αὐτὸς ὁ ̔Αγιορείτης ̔Ιερομόναχος ἀναζητήθηκε μετὰ παντοῦ, ἀλλὰ δὲν βρέθηκε ποτὲ πουθενά.

̔Η γυναίκα πάλι, ὅταν ἔχασε τὶς ἐλπίδες της, παρέδωσε τὸ δοῦλο τοῦ Θεοῦ στοὺς βασανιστές. Τὸν τέντωσαν σὲ ἕνα πάγκο καὶ τὸν ἔδειραν ἀλύπητα μὲ σιδερένια ραβδιά, μέχρι ποὺ ἡ γῆ βάφτηκε κόκκινη ἀπὸ τὸ αἷμά του.

Ενῶ τὸν ἐκτυποῦσαν, τοῦ ἔλεγαν: - ̔Υποτάξου στὴν κυρία σου καὶ κάνε τὸ θέλημά της. ῍Αν δὲν ὑποκύψεις, θὰ κόψουμε τὸ σῶμα σου σὲ κομμάτια. Δὲν ἔχεις σωτηρία. Θὰ παραδώσεις πικρὰ τὴν ψυχή σου μετὰ ἀπὸ πολλὰ μαρτύρια. Λυπήσου λοιπὸν τὰ νιάτα σου. Βγάλε αὐτὸ τὸ ξεσχισμένο ράκος, φόρεσε στολὴ πολύτιμη καὶ θὰ γλυτώσεις ἀπὸ τὰ βασανιστήρια, τὰ ὁποῖα σοῦ ἑτοιμάζουμε.

̓Αλλὰ ὁ μακάριος τοὺς ἀποκρίθηκε μὲ γενναιότητα: - ̓Αδελφοί, κάντε ὅ,τι σᾶς διέταξαν καὶ μὴν καθυστερῆτε. Ποτὲ δὲν πρόκειται νὰ ἀρνηθῶ τὶς μοναχικές μου ὑποσχέσεις καὶ τὴν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ. Οὔτε πόνοι, οὔτε φωτιά, οὔτε πληγὲς μποροῦν νὰ μὲ χωρίσουν ἀπὸ τὸν Κύριό μου καὶ τὸ μεγάλο ̓Αγγελικὸ Σχῆμα. Αὐτὴ ἡ σκοτισμένη γυναίκα ἐπιδεικνύει ἀσύστολα τὴν ἀδιαντροπιά της. Οὔτε τὸν Θεὸ φοβᾶται οὔτε τοὺς ἀνθρώπους ἐντρέπεται, βιάζοντάς με ἀναιδέστατα σὲ διαφθορὰ καὶ πορνεία. ̓Αλλὰ δὲν πρόκειται νὰ κάνω τὸ ἄθλιο θέλημά της.

Λύσσαξε ἡ ἀρχόντισσα μὲ τὴν ἀντίσταση τοῦ γενναίου ἀθλητοῦ τοῦ Χριστοῦ. Εἶχαν περάσει ἤδη ἕξι χρόνια ποὺ τῆς ἀντιστεκόταν αὐτὸς ὁ δοῦλος, καὶ θέλησε νὰ ἐκδικηθεί τὴν προσβολὴ ποὺ τῆς ἔκανε.῎Εστειλε λοιπὸν ἀνθρώπους μὲ γράμματα στὸν βασιλιὰ Μπολιεσλάβο. «Γνωρίζεις καλά, βασιλιά μου», τοῦ ἔγραφε, «ὅτι ὁ ἄνδρας μου σκοτώθηκε στὸ πεδίο τῆς μάχης, πολεμώντας γενναῖα στὸ πλευρό σου. ̓Εσὺ μετὰ μοῦ ἔδωσες τὴν ἐλευθερία νὰ διαλέξω ὅποιον θέλω γιὰ σύζυγό μου. ̓Ερωτεύθηκα ἕνα πανέμορφο νέο ἀπὸ τοὺς αἰχμαλώτους σου, τὸν ἐλευθέρωσα, τὸν ἔφερα στὸ παλάτι μου, τοῦ χάρισα ὅλη τὴν περιουσία μου, τὸν ἔκανα ἐξουσιαστὴ τῆς γῆς μου, τοῦ λαοῦ μου καὶ τοῦ ἑαυτοῦ μου. ῞Ομως αὐτὸς ὅλα τοῦτα τὰ περιφρόνησε. Πολλὲς φορὲς τὸν ἐβασάνισα μὲ πεῖνα καὶ πληγές, ἀλλὰ δὲν ἐπέτυχα νὰ τὸν κάνω σύζυγό μου. ῎Εκλεισαν ἕξι χρόνια ποὺ τὸν ταλαιπωρῶ καὶ μὲ ταλαιπωρεῖ. ̓Αλλ ̓ αὐτὸς ὁ σκληρόκαρδος ὑπομένει ὅλα τὰ μαρτύρια καὶ δὲν ταπεινώνεται. Τώρα μάλιστα ἔγινε κρυφὰ Μοναχὸς ἀπὸ κάποιον ἄγνωστο καλόγερο. Λοιπόν, τί διατάζεις νὰ τοῦ κάνω; ».

̔Ο Μπολιεσλάβος διέταξε νὰ παρουσιασθοῦν καὶ οἱ δύο ἐνώπιόν του. ῞Οταν ἦλθαν, ἄρχισε νὰ προτρέπει ἐπίμονα τὸν Μωϋσῆ νὰ ὑποκύψει στὶς ἀξιώσεις τῆς κυρίας του.

Στὸ τέλος τοῦ εἶπε: - Ποιός εἶναι τόσο ἀναίσθητος ὅσο ἐσύ, ποὺ ἀποστερεῖς τὸνἑαυτό σου ἀπὸ τόσα ἀγαθὰ καὶ προτιμᾶς τόσα πικρὰ βάσανα; Λοιπόν, γνώριζε ὅτι στὰ χέριά σου κρατᾶς τὴν ζωὴ καὶ τὸν θάνατό σου. ῍Η κάνεις τὸ θέλημα τῆς κυρίας σου καὶ κερδίζεις τιμὲς καὶ δόξες, ἢ βρίσκεις θάνατο φρικτό.

῎Επειτα ὁ βασιλιὰς στράφηκε στὴν γυναῖκα: - Δὲν εἶναι δυνατό, τῆς εἶπε αὐστηρά, ὁ αἰχμάλωτος ποὺ ἀγόρασες νὰ κάνει τοῦ κεφαλιοῦ του. Εἶσαι κυρία του καὶ εἶναι δοῦλός σου. ῍Αν λοιπὸν δὲν ὑποκύψει δῶσ ̓ του ἕνα καλὸ μάθημα, ὥστε νὰ παραδειγματιστοῦν καὶ οἱ ἄλλοι αἰχμάλωτοι καὶ νὰ μὴν τολμοῦν νὰ παρακοῦνε τοὺς κυρίους τους.

̔Ο εὐλογημένος Μωϋσῆς εἶπε τότε στὸ βασιλιά: - ̔Ο Κύριός μου λέει: «Τί ὠφελήσει ἄνθρωπον ἐὰν κερδίσῃ τὸν κόσμον ὅλον καὶ ζημιωθῇ τὴν ψυχὴν αὐτοῦ;». Πῶς λοιπὸν μοῦ ὑπόσχεσαι δόξες καὶ τιμές, ὅταν ἐσὺ ὁ ἴδιος σὲ λίγο θὰ πεθάνεις καὶ ἡ γυναίκα αὐτὴ θὰ σκοτωθεί; ̔Η πρόρρηση τοῦ θεοφώτιστου Μωϋσέως δὲν ἄργησε νὰ πραγματοποιηθεί.

Προηγουμένως ὅμως, ὁ ῞Οσιος ὑπέφερε καὶ ἄλλα μαρτύρια ἀπὸ τὴν πονηρὴ γυναῖκα. ῎Εχοντας τώρα καὶ τὴν ἔγκριση τοῦ βασιλιᾶ, φορτικὰ καὶ ἀσύστολα τὸν προκαλοῦσε στὴν ἁμαρτία. - Χαμένοι οἱ κόποι σου…, τῆς ἀπαντοῦσε ὁ μακάριος. Μὴ μὲ νομίζεις ἀνόητο ἢ ἀνίκανο νὰ κάνω αὐτὴ τὴν πράξη. Σὲ ἀποστρέφομαι ὅμως σὰν ἀναίσχυντη καὶ ἀθεόφοβη. Τότε ἐκείνη, ἀπελπισμένη πιά, πρόσταξε νὰ τοῦ δίνουν ἑκατὸ ραβδισμοὺς κάθε ἡμέρα καὶ μετὰ νὰ τὸν ἀκρωτηριάσουν [σημ.: τοῦ ακρωτηρίασαν τά γεννητικά ὄργανα]. Σὲ λίγες μέρες ὁ πολύπαθος Μωϋσῆς ἦταν πεσμένος κάτω, μέσα σὲ μία λίμνη αἵματος, ἀναίσθητος, σὰν νεκρός. Λίγη πνοὴ ζωῆς τοῦ ἔμενε ἀκόμη.

Στό μεταξύ, ὁ βασιλιὰς Μπολιεσλάβος, θέλοντας νὰ ἱκανοποιήσει τὴν πικραμένη γιὰ τὴν ἀποτυχία της ἀρχόντισσα, ἐσήκωσε διωγμὸ ἐναντίον τῶν Μοναχῶν τῆς Λεχίας καὶ τοὺς ἔδιωξε ὅλους ἀπὸ τὴν ἐπικράτειά του. ̓Αλλὰ ὁ Κύριος τὸν ἀντάμειψε γρήγορα γιὰ τὴν ἀνόσια πράξητου. ̔Ο βασιλιὰς ἀπέθανε ξαφνικὰ μία νύκτα. Καὶ ἀμέσως ξέσπασε ἐπανάσταση σὲ ὁλόκληρη τὴν χώρα. ̔Ο λαὸς ἐσκότωσε τοὺς βογιάρους καὶ μαζί τους τὴν βάναυση γυναῖκα, ἡ ὁποία ἐβασάνιζε τὸν δοῦλο τοῦ Θεοῦ.

Μετὰ τὸν θάνατο τῆς κυρίας του, ὁ πάγκαλος Μωϋσῆς ἐλευθερώθηκε καὶ μὲ κλονισμένη τὴν ὑγεία του ξεκίνησε γιὰ νὰ ἀφιερωθεί στὸν Κύριο. ῏Ηλθε μὲ κόπους καὶ πόνους στὴν Μονὴ τῶν Σπηλαίων τοῦ Κιέβου, βαστάζοντας στὸ σῶμά του τὶς πληγὲς τοῦ μαρτυρίου καὶ στὴν κεφαλὴ τὸ στεφάνι τῆς νίκης, σὰν γενναῖος στρατιώτης τοῦ Χριστοῦ.

̔Ο Κύριος, μετὰ ἀπὸ ὅλα αὐτά, ἔδωσε στὸν πνευματέμφορο Μωϋσῆ τὸ χάρισμα κατὰ τῶν σαρκικῶν παθῶν. Κάποιος ἀδελφὸς τῶν Σπηλαίων ἀντιμετώπιζε σκληρὸ πόλεμο ἀπὸ τὸν δαίμονα τῆς πορνείας. ῏Ηλθε στὸν ῞Αγιο, τὸν παρακάλεσε νὰ τὸν βοηθήσει καὶ τοῦ εἶπε:

- ῞Ο,τι μοῦ πῆς θὰ τὸ κρατήσω ὥς τὸν θάνατό μου.

- ῞Οσο ζῆς, νὰ μὴν συνομιλήσεις ποτὲ μὲ γυναίκα…, εἶπε ὁ ῞Οσιος.

῎Επειτα σήκωσε τὸ ραβδί του - περπατοῦσε πάντοτε μὲ ραβδί, γιατὶ δὲν μποροῦσε νὰ σταθεί μόνος του ἀπὸ τὶς πληγὲς - καὶ ἐκτύπησε μὲ αὐτὸ τὸν ἀδελφὸ στὸ στῆθος. ̓Αμέσως ὁ πόλεμος τοῦ ἀδελφοῦ σταμάτησε καὶ ἀπὸ τότε ποτὲ δὲν πειράχθηκε ἀπὸ σαρκικὴ ἐπιθυμία.

̔Ο θεσπέσιος Μωϋσῆς ἔφτασε μὲ τὴν χάρη τοῦ Θεοῦ στὰ τέλη τῆς ζωῆς του, ἀφοῦ μὲ τὰ παθήματα καὶ τὶς ἀσκήσεις του ἀξιώθηκε νὰ γίνεί θεόπτης, ὅπως ὁ ἀρχαῖος Μωϋσῆς, καὶ νὰ λάμψει μὲ τὴνἀρετὴ καὶ τὰ θαύματά του σὲ ὅλη τὴν ρωσικὴ γῆ.῏Ηταν 26 ̓Ιουνίου τοῦ ἔτους 1043 (περ.), ὅταν ἀναπαύτηκε ἀπὸ τοὺς κόπους καὶ τὶς πληγές του. ̔Ο Θεὸς τὸν ἐδόξασε γιὰ τὴνὑπομονή του, χαρίζοντας στὸ τίμιο Λείψανό του τὴν θαυματουργικὴ δύναμη κατὰ τῶν σαρκικῶν παθῶν.

Στόν βίο τοῦ ̔Οσίου ̓Ιωάννου τοῦ Πολυάθλου τῆς Λαύρας τῶν Σπηλαίων τοῦ Κιέβου (18η ̓Ιουλίου), ἀναφέρεται ὅτι, προκειμένου ὁ῞Οσιος νὰ ἐνισχύσει ἕναν Μοναχό, ὁ ὁποῖος ὑπέφερε ἀπὸ τὸν πόλεμο τῆς πορνείας, διηγήθηκε εἰς αὐτόν, ὅτι καὶ ὁ ἴδιος εἶχε πολεμηθεί ἀγρίως ἀπὸ τὸ δαιμόνιο τῆς πορνείας ἐπὶ τρία χρόνια καὶ ὅταν ἔφθασε σὲ ἕνα πολὺ κρίσιμο σημεῖο κατὰ τὴν νύκτα τῆς ̓Αναστάσεως, ἐβόησε πρὸς Κύριον:

« - Θεὲ καὶ Κύριε, σῶσέ με! Γιατί με ἐγκατέλειψες; Σπλαχνίσου με, Δέσποτα, ὁ μόνος φιλάνθρωπος. Σῶσέ με, τὸν ἁμαρτωλό, ὁ μόνος ἀναμάρτητος. ̓Απάλλαξέ με ἀπὸ τὴν ἀκαθαρσία μου, γιὰ νὰ μὴν πιαστῶ στὰ δίχτυα τοῦ πονηροῦ γιὰ πάντα. Γλύτωσέ με ἀπὸ τὸν ἐχθρὸ ποὺ θέλει νὰ μὲ καταπιεί. ῎Ελα νὰ μὲ σώσεις μὲ τὴν δύναμή Σου. Ρίξε ἀστραπὴ καὶ κάψε τον, γιὰ νὰ ἐξαφανισθεί ἀπο τὁ πρόσωπο τῆς γῆς!…

Πράγματι, τὴν ἴδια στιγμὴ ἄστραψε ἕνα Φῶς οὐράνιο. ̓Αμέσωςτὸ φοβερὸ θηρίο ἐξαφανίστηκε μὲ τὴν χάρη τοῦ Θεοῦ.῎Ακουσα τότε μία φωνὴ νὰ μοῦ λέει:

- ̓Ιωάννη! ̓Ιωάννη! Σὲ ἐβοήθησα, ὅπως Μοῦ ἐζήτησες. Πρόσεχε τώρα τὴν ψυχή σου, γιὰ νὰ μὴν πάθεις χειρότερα στὸν μέλλοντα αἰῶνα!

- Κύριε,… ἐρώτησα μὲ παράπονο, γιατί μὲ ἄφησες τόσο πολὺ νὰ βασανισθῶ; - Σὲ ἐδοκίμασα κατὰ τὴν δύναμη τῆς ὑπομονῆς σου. Περνώντας ἔτσι μέσα ἀπὸ τὸ καμίνι τῶν πειρασμῶν, θὰ παρουσιασθείς ἐνώπιόν Μου καθαρὸς σὰν τὸ χρυσάφι. Ποτὲ δὲν ἐπιτρέπω νὰ δοκιμασθεί ὁἄνθρωπος πάνω ἀπὸ τὶς δυνάμεις του, γιὰ νὰ μὴν ἐμπαιχθεί καὶ νικηθεί ἀπὸ τὸν ̔ ̔ἀρχέκακο πονηρὸ ὄφι ̓ ̓. ̓Εσύ, ὅμως, γιὰ νὰ ἀπαλλαχθῆς ἀπὸ τὸν σαρκικὸ πόλεμο, προσευχήσου στὸν ῞Οσιο Μωϋσῆ τὸν Οὗγγρο. Αὐτὸς ἀναδείχθηκε ἀνώτερος ἀπὸ τὸν πάγκαλο ̓Ιωσὴφ στὴν σωφροσύνη, γι ̓ αὐτὸ μπορεῖ νὰ βοηθήσει ἀποτελεσματικὰ ὅσους πολεμοῦνται ἀπὸ τὸ πάθος τῆς πορνείας.

̓Εγὼ τότε ̔ ̔ἐκέκραξα πρὸς Κύριον ̓ ̓: - Κύριε, δι ̓ εὐχῶν τοῦ ̔Οσίου Μωϋσέως, ἐλέησόν με!

Καὶ νά! ̓Αμέσως, μὲ ἔλουσε ἕνα ὑπέροχο, γλυκύτατο Φῶς, ποὺ μέχρι τώρα παραμένει καὶ φωτίζει τὴν σπηλιά μου τόσο, ὥστε δὲν μοῦ χρειάζονται κεριά. Καὶ ὅσοι ἔρχονται ἐδῶ μὲ πίστη, ἁπλότητα καὶ καθαρὴ καρδιά, βλέπουν τὸ θεῖο αὐτὸ Φῶς, τὸ ὁποῖο μὲ καταύγασεκαὶ μὲ ἀπάλλαξε ἀπὸ τὰ βέλη τοῦ πονηροῦ τὴν νύκτα ἐκείνη τῆς ̓Αναστάσεως».

Τελειώνοντας τὴν διήγησή του ὁ Πολύαθλος ̓Ιωάννης, ἐστράφηκε στὸν Μοναχὸ ποὺ εἶχε τὸν πόλεμο τῆς πορνείας καὶ τοῦ εἶπε: - ̓Αδελφέ, ἐμεῖς οἱ ἴδιοι καρφώνουμε τὸν νοῦ μας στὴν λατρεία τῆς σάρκας, γι ̓ αὐτὸ ταλαιπωρούμαστε. Καὶ ὁ Κύριος μὲ τὴν δίκαιη κρίση Του ἀφήνει νὰ πολεμηθοῦμε, γιατὶ δὲν ἔχουμε καρποὺς μετανοίας. Τέλος πάντων, ζήτησε καὶ ἐσὺ τὶς εὐχὲς τοῦ μακαρίου Μωϋσέως τοῦ Οὕγγρου καὶ ἴσως νὰ σὲ λυπηθεί ὁ Θεός.

̓Αφοῦ προσευχήθηκε μαζὶ μὲ τὸ Μοναχὸ ὁ εὐλογημένος ̓Ιωάννης, πῆρε ἕνα τεμάχιο ἀπὸ τὰ τίμια λείψανα τοῦ ̔Οσίου Μωϋσέως καὶ εἶπε: - ̓Ακούμπησέ το στὸ σῶμα σου. ̔Ο ἀδελφὸς ἔκανε ὅπως τοῦ εἶπε. Καὶ αὐτοστιγμεὶ ἔνοιωσε νὰ ὑποχωρεί ἡ πύρωση καὶ νὰ νεκρώνεται τὸ πάθος τῆς ἀκολασίας, τὸ ὁποῖο δὲν τὸν ἐνόχλησε ποτὲ πιά.῎Ετσι, ἀποδείχθηκε, ὅτι πράγματι ὁ Θεὸς ἔδωσε τὸ χάρισμα στὸ ἱερὸ Λείψανο τοῦ ̔Οσίου Μωϋσέως κατὰ τῶν σαρκικῶν παθῶν.

Ἀπό τό βιβλίο: Πατερικὸν τῶν Σπηλαίων τοῦ Κιέβου, ̓Ωρωπὸς ̓Αττικῆς 1990, σελ. 178-186 καὶ 187-191. 


<>








Άγιος Molagga, ιδρυτής και ηγούμενος Μονής στο Timoleague της Ιρλανδίας και άλλων 2 Μονών στην Κομητεία Cork Ιρλανδίας (+665)

20 Ιανουαρίου


Ο Άγιος Molagga (Molacus / Laicin) ο Ιρλανδός ιεραπόστολος της Ιρλανδίας και της Μεγάλης Βρεταννίας ήταν μαθητής του Αγίου Δαυϊδ της Ουαλλίας και ιδρυτής και ηγούμενος της Μονής του Fermoy της Ιρλανδίας, στην Κομητεία Cork και κοιμήθηκε στην Ιρλανδία το 665.

Ο πατέρας του Αγίου Molagga ονομαζόταν Dubhligh και η μητέρα του Mioncolla, οι οποίοι ζούσαν ταπεινά στο (Cloch)-Liathmhuire, κοντά στο Fermoy, στην Κομητεία του Cork της Ιρλανδίας. Οι γονείς του ήταν αρκετά μεγάλοι σε ηλικία και χωρίς παιδιά, όταν o Άγιος Cuimin Fada (12 Νοεμβρίου) με τον αδελφό του Άγιο Comdhan και την συνοδεία τους πέρασαν από το σπίτι του Dubhligh και της Mioncolla και ζήτησαν βοήθεια η οποία και τους δόθηκε.

Αφού μίλησαν για τις συνθήκες της ζωής του ζευγαριού και για το ότι το ζευγάρι δεν είχει παιδιά, ο Άγιος Coimin τους προφήτεψε ότι θα γεννήσουν ένα γιο ο οποίος θα γίνει διάσημος στην Ιρλανδία για τις αρετές του, την αγιότητα του και τη μάθησή του. Επίσης, ότι θα ήταν ένα λαμπρό φως στη γενιά του και σύμβουλος του λαού της χώρας και ασπίδα τους στις αντιξοότητες.


Σύντομα, ο Dubhligh και η Mioncolla βιώσαν μια θαυματουργή αλλαγή στα πρόσωπα τους. Έχασαν όλα τα σημάδια της ηλικίας και έγιναν και πάλι νέοι. Έπειτα, η Mioncolla συνέλαβε και γέννησε τον Molagga μετά από 7 μήνες. Οι άνθρωποι αναρωτήθηκαν για τις αλλαγές τους και πώς μπόρεσαν να έχουν ένα παιδί. Οι συνθήκες του Βαπτίσματος του μικρού Αγίου Μολάγγα (St Molagga) είχαν επίσης ένα θαυματουργό χαρακτήρα, η οποία τελέστηκε από τον Άγιο Cuimin, όταν οι γονείς τον συνάντησαν τυχαία, ενώ σκοπεύουν να πάνε αλλού. Σε κοντινή απόσταση, μια νέα πηγή και ποταμάκι εμφανίστηκαν ξαφνικά για να δώσουν νερό για το Βάπτισμα και ο Άγιος Coimin είδε αγγέλους παρόντες στην τελετή.

Όταν μεγάλωσε ο Άγιος Molagga απέκτησε πολλές αρετές και πολλή γνώση από μια σειρά ιερών δάσκαλων και καθηγητών. Πιστεύεται ότι είχε εκπαιδευτεί για ένα χρόνο από τον Άγιο Coimin. Όταν έγινε ενήλικας ίδρυσε ένα μοναστήρι κοντά στο Fermoy, ενδεχομένως στο Tullach-Mhin της Κομητείας Tipperary ή στο Teampall-Molagga, περίπου ένα μίλι βορειοανατολικά του Kildorrery (Cill-dá-rí ή Church-of-the-Two-Kings, Εκκλησία των Δύο Βασιλιάδων), στην Κομητεία Cork. Σε κοντινή απόσταση βρίσκονται μια σειρά L(e)abba (=bed of)-Molagga όπου έγιναν πολλά θαύματα σε προσκυνητές.

Περίπου το  620, ο Άγιος Molagga και η συνοδεία του επισκέφθηκαν το δικαστήριο του τοπικού βασιλιά Cuanna του οποίου η βασίλισσα είχε μόλις πεθάνει στη γέννα. Βάπτισε το αγόρι-το παιδί Cuíganmáthair (Caoi-gan-máthair το οποίο σημαίνει, sorrow-without-mother, θλίψη χωρίς μητέρα) και εξέφρασαν την επιθυμία ότι το παιδί δεν θα πρέπει να είναι χωρίς μητέρα, και τότε η μητέρα βασίλισσα αναστήθηκε και αποκαταστάθηκε στη ζωή. Προέβλεψε επίσης ένα σημαντικό μέλλον για το παιδί.

Λίγη ώρα αργότερα, για να δείξει την αποδοκιμασία του για τις ενέργειες του βασιλιά και των ευγενών, o Άγιος Molagga εγκατέλειψε την περιοχή και ταξίδεψε στο Conor (Κομητεία Antrim). Στο ταξίδι του για το Conor χρειάστηκε να περάσει πάνω από νερό κάτι που επιτεύχθηκε ως εκ θαύματος, χρησιμοποιώντας απλώς μερικά κλαδιά αντί για βάρκα.

Σε ένα άλλο μέρος ο Άγιος Molagga ξέχασε το καμπανάκι του (το οποίο κτύπαγαν στην Θεία Λειτουργία πριν Κοινωνήσοιν οι πιστοί) και ως εκ θαύματος το καμπανάκι μεταφέρθηκε στον τόπο όπου ήταν ο Άγιος. Ο τόπος όπου συνέβη το θαύμα αυτό στη συνέχεια ονομάστηκε Tearmonn-an-Chluig, Place-of-the-Bell, δηλαδή Τόπος της Καμπάνας.

Στη συνέχεια, διέσχισε τη θάλασσα και πέρασε απέναντι στη Σκωτία για να θεραπευτεί ένα 17χρονο αγόρι που έπασχε από νοητική στέρηση εκ γεννετής. Στη συνέχεια μετέβη στην Μονή Αγίου Δαβίδ στην Ουαλία και επανέφερε στη ζωή έναν νεκρό μοναχό. Εκεί, μετά από κάποιο χρονικό διάστημα, είδε σε όραμα έναν άγγελο που τον έδωσε εντολή να επιστρέψει στην Ιρλανδία.

Μεταφέρθηκε θαυματουργικά κοντά στο Δουβλίνο, όπου θεράπευσε έναν άρρωστο οπλαρχηγό. Ο οπλαρχηγός του έδωσε για αυτό ένα χωράφι για να κτίσει  μια εκκλησία και μοναστήρι στο Fingall. Εκεί έφερε μέλισσες από την Ουαλία και έτσι ο τόπος πλέον ονομάζεται Lann-Beachaire ή Church-of-the-Bees (=εκκλησία των μελισσών). Στη συνέχεια προχώρησε στην Clonmacnoise όπου παρέμεινε για λίγο πριν επιστρέψει στην επικράτειά του στην Κομητεία Cork, όπου έτυχε θερμής υποδοχής πίσω και του δόθηκαν πολλά δώρα για την εκκλησία και το μοναστήρι του στην Tegh (=House of)-Molagga.

Επίσης ο Άγιος Molagga ίδρυσε την τοπική Εκκλησία του Timoleague, στην Κομητεία Cork της Ιρλανδίας και θεράπευσε πολλούς ασθενής ώστε να τους βοηθήσει να μετανοήσουν για τις αμαρτίες τους.

Το 664, η Ιρλανδία χτυπήθηκε από έναν καταστροφικό λοιμό, που ονομάζεται Buidhe-Chonaill ή κίτρινος πυρετός. Στο Corcabhaiscind στα Νότιο-Δυτικά της Κομητείας Clare ήταν ιδιαίτερα άσχημα η κατάσταση.

Διακρίθηκε για πολλές αρετές και θαύματα και αγαπήθηκε και θαυμάστηκε από όλους. Κοιμήθηκε στις 20 Ιανουαρίου, το έτος 655 και θάφτηκε στο Leaba-Molagga.

https://agioi-oi-kaliteroi-mas-filoi.blogspot.com/2019/01/st-molagga-timoleague-2-cork-665-20.html

<>







Οσία Σμαράγδα Ονιστσένκο του Τσερνίχιν Ουκρανίας (+1945)

10 Ιανουαρίου


Γεννήθηκε στις 2 Ιανουαρίου 1858 στο χωριό Μαρκόβτσι, περιοχή Τσερνίχιν, στην Βόρεια Ουκρανία, στην οικογένεια του Αβραάμ και της Μαρίας Ονιστσένκο. Μετά τον θάνατο του συζύγου της, και καθώς τα μεγαλύτερα παιδιά είχαν φύγει σε άλλες πόλεις, η Μαρία έμεινε μόνη της με την μικρή Ουλιάνα (την μετέπειτα Αγία Σμαράγδα).

Η σοβαρή ασθένεια της μικρής Ουλιάνας ήταν μία μεγάλη δοκιμασία για την Μαρία. Είχε ήδη αρχίσει τις προετοιμασίες για την κηδεία. Ο ιερέας που ήλθε να την εξομολογήσει, ζήτησε από την Μαρία όπως όταν η μικρή Ουλιάνα γίνει καλά να την στείλει στο μοναστήρι της Υπαπαντής στο Νιζίν. Από τη στιγμή που οι ελπίδες να ζήσει ήταν ελάχιστες και είχε ήδη αρχίσει να προετοιμάζει τα της κηδείας, η Μαρία συνέναισε στα λεγόμενα του ιερέα. Ωστόσο, πιάστηκε από τα λόγια του ιερέα, και γεμάτη ελπίδα άρχισε να προσεύχεται θερμά. Η Ουλιάνα πραγματικά έγινε καλά.

Στο μοναστήρι του Νιζίν, που βρίσκεται χτισμένο στην αριστερή όχθη του ποταμού Δνείπερου, είχε πολλές μοναχές και φρόντιζαν πολλά ορφανά. Η Ουλιάνα είχε επισκεφτεί πολλές φορές, μαζί με τους γονείς της, το μοναστήρι και κάποιες φορές είχε σκεφτεί ότι και η ίδια ίσως κάποτε θα ζούσε εκεί.

Το 1876 έλαβε το μικρό μοναχικό σχήμα. Το 1914, όταν η Ρωσία μπαίνει στον Α' Παγκόσμιο Πόλεμο, πεθαίνει η ηγουμένη. Η αδελφότητα, λαμβάνοντας υπ'όψιν τις αρετές της, την υπακοή, την άσκησή της, ζητούν να γινέι εκείνη ηγουμένη. Αρνείται την πρόταση θεωρώντας πως δεν είναι άξια. Οι μαναχές επιμένουν. Μετά από πολυήμερες προσευχές και ακούγοντας την συμβολή του πνευματικού της, δέχεται. Το μοναστήρι αντιμετώπιζε καθημερινές προκλήσεις και οι άνθρωποι έτρεχαν να απαλύνουν τον πόνο τους εκεί. Η προσευχή είναι το στήριγμά τους. Τα γεγονότα τρέχουν γρήγορα. Η Αυστροουγγρική κατοχή, η εγκατάσταση του Κόκκινου Στρατού, το τέλος του Α' Παγκοσμίου Πολέμου, ο εμφύλιος...

Το 1922 οι αρχές συλλαμβάνουν την μοναχή Σμαράγδα, ενώ έχει αρχίσει και η κατάσχεση της εκκλησιαστικής περιουσίας από τους μπολσεβίκους.

Ανακρίσεις, χτυπήματα, ύβρεις, εκφοβισμοί... Η ηγουμένη απαντάει με ηρεμία και αποκρούει κάθε κατηγορία.

Την εποχή εκείνη πεθαίνει η ηγουμένη της Μονής της Αναλήψεως στο Νιζίν. Παραδίδουν το σώμα της στην αδελφότητα και μετά από προσευχές και τις φροντίδες τους την επαναφέρουν στην ζωή! ''Κλινικός θάνατος'', αυτή είναι η ετυμηγορία όλων. ''Θαύμα!'', είναι η απάντηση εκείνων που βλέπουν στο γεγονός την θεία επέμβαση. Και τα δύο γίνονται ουσιώδη χάρη στην παρρησία εκείνης που για δεύτερη φορά νικάει τον θάνατο και η οποία αγωνίζεται για το δικαιώματα της αδελφότητας που ποιμαίνει. Αυτό φέρνει την δεύτερη σύλληψή της, στις 13 Μαΐου 1922. Καταδικάστηκε σε τρία χρόνια φυλάκισης. Το 1925 βρίσκεται και πάλι κοντά στην αδελφότητα. Παρότι γνωρίζει ότι ο διωγμός πλησιάζει στο ζενίθ του, συνεχίζει την δραστηριότητά της. Επισκέπτεται τα κοντινά χωριά. Στηρίζει τους ιερείς των οποίων τους ναούς έκλεισαν. Φροντίζει τους φτωχούς, τις χήρες, τους γέρους, κυρίως όμως τα ορφανά.

Το 1927, οι μπολσεβίκοι κλείνουν το μοναστήρι. Συνοδεύει τις μοναχές που επιστρέφουν στα σπίτια τους και τους προσφέρει λόγο ελπίδας και ένα συμβολικό δώρο. Έπειτα, η Οσία Σμαράγδα, μαζί με άλλες 28 ηλικιωμένες μοναχές, κατευθύνεται προς το μοναστήρι του Αγίου Γεωργίου στο Κόζελετς. Όπως και στο Νιζίν φροντίζει για την εύρυθμη λειτουργία της μονής και βοηθάει τους εμπερίστατους. Το 1930 συλλαμβάνεται ξανά. Της υπόσχονται ότι θα ανοίξουν πάλι την μονή και θα της προσφέρουν οικονομική βοήθεια εαν θα γίνει πληροφοριοδότρια. Αρνείται επειδή «ο Θεός έδωσε - σε εμένα και στην αδελφότητα - ότι είχαμε ανάγκη».

Όταν απελευθερώνεται, την αναγκάζουν να μείνει σε ένα διαμέρισμα στο Κοζελέτς. Μετά την επίθεση του Χίτλερ, ο Στάλιν ζητάει την βοήθεια της Εκκλησίας και έτσι τα μοναστήρια ξανανοίγουν. Η Οσία Σμαράγδα βρίσκει το μοναστήρι στο Νιζίν ερειπωμένο αφού είχε μετατραπεί σε αποθήκη πυρομαχικών. Με γυμνά χέρια προσπαθούν να το συνεφέρουν. Κάποιοι την κοιτούν με έκπληξη, φόβο και ειρωνεία. Οι εβδομάδες περνούν αλλά δεν το βάζουν κάτω. Σιγά - σιγά σπεύδουν πολλοί πιστοί από τα γύρω χωριά να βοηθήσουν. Ένας ιερέας που είχε επιβιώσει από τα γκούλαγκ, τελεί καθημερινά την Θεία Λειτουργία σε μία παράγκα που είχε μετατραπεί σε παρεκκλήσι. Γίνεται μία νέα αρχή. Προσωρινά όμως. Το 1943 ξανακλείνουν το μοναστήρι. Η Οσία Σμαράγδα αποσύρεται στην Μονή της Αγίας Τριάδος στο Τσερνίχιβ. Λίγο πριν την κοίμησή της έλεγε ότι το μοναστήρι θα ξανανοίξει και εκεί θα βρεί ανάπαυση. Εκοιμήθη στις 10 Ιανουαρίου 1945.

Το 1969 έκλεισαν το κοιμητήριο της Μονής της Αγίας Τριάδος στο Τσερνίχιβ. Kατά την εκταφή της το λείψανό της βρέθηκε άφθαρτο. Η αφθαρσία των λειψάνων της διαπιστώνεται και τον Νοέμβριο του 2011. Στις 8 Μαΐου 2012 λαμβάνει μέρος η αγιοκατάταξη της Οσίας Σμαράγδας. Στα τέλη της δεκαετίας του '90 η Μονή της Υπαπαντής στο Νιζίν ξανάνοιξε. Το ιερό λείψανό της μεταφέρθηκε στο μοναστήρι στις 3 Μαΐου 2014.

Βιντσέντσιου Ντάσκαλου - Περιοδικό ''Lumea monahilor'', nr. 113, noiembrie 2016, pp. 28 - 31.

Μετάφραση - επιμέλεια π. Γεώργιος Κονισπολιάτης - proskynitis.blogspot


<>





Άγιος Μάρτυς Olaf Β' (Olav Haraldsson), βασιλιάς της Νορβηγίας (+1030)

29 Ιουλίου


Ο Άγιος Olaf Haraldsson (995 -1030) κατέχει μια μοναδική θέση μεταξύ των Νορβηγών Αγίων. Γιος ενός Νορβηγού αρχηγού και γόνος της βασιλικής οικογένειας της Νορβηγίας, Άγιος της Ορθοδοξίας και εθνικός ήρωας της πατρίδας του, καθιέρωσε την πρώτη εθνική νομοθεσία της Νορβηγίας και συνέβαλε καθοριστικά στην εδραίωση του λαού του στο χριστιανισμό.

Σε ηλικία μόλις 12 ετών συμμετείχε σε επιδρομές των Βίκινγκς εναντίον της Αγγλίας, και στη συνέχεια έλαβε μέρος σε μάχες στο πλευρό των ορθόδοξων χριστιανών βασιλέων Ριχάρδου της Νορμανδίας και Έθελμπερτ της Αγγλίας. Γύρω στο 1013 βαφτίστηκε χριστιανός στη Ρουέν της Νορμανδίας. Επέστρεψε στη Νορβηγία το 1015 και - προσεταιριζόμενος διάφορους ισχυρούς ευγενείς – κατόρθωσε να απαλλάξει τη χώρα του από τη δανοσουηδική κυριαρχία και να ανακηρυχτεί βασιλιάς (Olaf Β΄). Η βασιλεία του τα επόμενα 11 χρόνια θεωρείται μια βασιλεία σχετικής ειρήνης. Ενίσχυσε το κύρος του βασιλικού θεσμού ενώνοντας τη χώρα, οργανώνοντας το κράτος και το στρατό, αλλά και αποδυναμώνοντας τους τοπικούς αρχηγούς, ενώ συγχρόνως εργάστηκε για τη διάδοση του χριστιανισμού στην πατρίδα του. Στην προσπάθειά του αυτή έφερε ιερείς και ιεραποστόλους στη Νορβηγία, με κυριότερο τον επίσκοπο Γκριμ του Κελ (GrimKjell, Γκρίμκελ).

Ο άγιος Olaf Β΄ ανακήρυξε επίσημα τη Νορβηγία χριστιανικό βασίλειο το 1024 και επέβαλε μια νομοθεσία βασισμένη στο χριστιανικό ήθος, που θεωρείται η πρώτη εθνική νομοθεσία της Νορβηγίας. Η νομοθεσία αυτή καθιερώθηκε στη συνεδρίαση της Ting (Κοινοβούλιο). Έπληττε καίρια τα αρχαία νορβηγικά έθιμα και επέβαλλε την εφαρμογή της με ποινές θανάτου και ακρωτηριασμών. Φυσικά η «επιβολή του χριστιανισμού», από χριστιανική άποψη δεν είναι σωστή. Για να κατανοήσουμε όμως τις συνθήκες που επικρατούσαν στην περίπτωσή μας, θα πρέπει να συνυπολογίσουμε ότι τα σκληρά έθιμα των Βίκινγκς, που καταργούνταν με τη νομοθεσία του 1024, καταπατούσαν βίαια την ανθρώπινη ζωή και αξιοπρέπεια. Αυτό ήταν φυσικό, αφού στις παγανιστικές κοινωνίες κατά κανόνα ήταν άγνωστη η ιδέα του σεβασμού στον άνθρωπο – αλλά επίσης ήταν φυσικό ένας βασιλιάς που θέλει να αναβαθμίσει τη χώρα του να προσπαθήσει να πατάξει τις απάνθρωπες αρχαίες πρακτικές.

Ανάμεσα στα άλλα, απαγορεύτηκε η «έκθεση των βρεφών», ο βιασμός, οι αναγκαστικοί γάμοι, η πολυγαμία και ο γάμος μεταξύ στενών συγγενών. Ελήφθησαν μέτρα για το σεβασμό των παιδιών και των δούλων. Καθιερώθηκαν κανονικές ταφές (απαγορεύτηκε η ταφή σε σωρούς χωρίς φροντίδα), η αργία της Κυριακής, η νηστεία της Παρασκευής (αποχή από το κρέας) και η μεγάλη σαρακοστή πριν το Πάσχα. Καθιερώθηκε η ισονομία, με την ισότητα απέναντι στο νόμο των ευγενών με τους απλούς χωρικούς (ίδιες ποινές). Και φυσικά απαγορεύτηκαν οι ανθρωποθυσίες, που ήταν συνδεδεμένες με τη λατρεία των αρχαίων θεών. Οικοδομήθηκαν εκκλησίες και εισήχθησαν χριστιανικές εορτές.

Όλα τα παραπάνω φανερώνουν ότι ο άγιος δεν κινήθηκε για τον εκχριστιανισμότης χώρας από κάποια κυνική πολιτική σκοπιμότητα, αλλά από ειλικρινή διάθεση για βελτίωση της ζωής του λαού του. Η «σύγκρουση με την παραδοσιακή νορβηγική κουλτούρα» δεν ήταν μια παραξενιά προερχόμενη από μισαλλοδοξία, θρησκοληψία και φανατισμό, ούτε μια βίαιη επίθεση ενός βασιλιά εναντίον του ίδιου του λαού του. Ο σύγχρονος άνθρωπος υποκρίνεται πως θεωρεί ισάξιες και εξίσου σεβαστές όλες τις πολιτισμικές παραδόσεις και πως είναι κακό να εγκαταλείπει ένας λαός τη θρησκεία του (με τους μύθους, τα ήθη και τα έθιμα που συνδέονται με αυτήν) και να υιοθετεί μια «ξένη» θρησκεία – άραγε πρέπει να θεωρήσουμε ίσης αξίας τις ανθρωποθυσίες και την έκθεση των βρεφών με την αναίμακτη θυσία της θείας Μετάληψης και το ευαγγελικό μήνυμα της αγάπης;

Παράλληλα, ο Olaf προώθησε σε ανώτερες θέσεις της αυλικής και στρατιωτικής ιεραρχίας έντιμους και αφοσιωμένους ανθρώπους ταπεινής καταγωγής, παραγκωνίζοντας τους αμφίβολης ηθικής ποιότητας ευγενείς. Αυτό προκάλεσε τη φοβερή εχθρότητα των ευγενών, οι οποίοι, κατά την επίθεση του βασιλιά της Δανίας και της Αγγλίας Κανούτου Β΄ του Μεγάλου (1028), συντάχθηκαν στο πλευρό του κατορθώνοντας να εκθρονίσουν τον Olaf.

Ο άγιος υποχρεώθηκε να καταφύγει στη Ρωσία, από την οποία επέστρεψε το 1030 για να συνεχίσει τον αγώνα του, δεν κατόρθωσε όμως να συγκεντρώσει αξιόμαχο στρατό και σκοτώθηκε (τρυπημένος με δόρυ στην κοιλιά) στη μάχη του Στίκλεσταντ (Stiklestad). Στη μάχη αυτή ο άγιος κατέβηκε όχι με όλο το στρατό του, αλλά μόνο με τους χριστιανούς. Αρχαίες επικές πηγές λένε πως λίγο πριν τη μάχη ένα όραμα τον είχε προειδοποιήσει πως θα σκοτωθεί. Την επόμενη μέρα το αίμα του αποκαθιστά την όραση ενός τυφλού, ενώ αργότερα πηγές νερού αρχίζουν να ρέουν από τον τάφο του. Στις τάξεις του Κανούτου απλώνεται φόβος, ενώ ο δολοφόνος του Αγίου, Thore Hound, συγκλονίζεται και μετανοεί για το φόνο του. Είναι τα πρώτα από μια σειρά θαυμάτων, που φανέρωσαν την αγιότητα του νεκρού βασιλιά. Τους αιώνες που ακολουθούν συντάσσονται ολόκληρα βιβλία, όπου καταγράφονται τα θαύματά του.

Ένα χρόνο μετά, το 1031, παρουσία του λαού και των ισχυρών Δανών κατακτητών, γίνεται ανακομιδή του σώματός του, το οποίο ανακαλύπτεται άφθορο και ευωδιάζον και τοποθετείται στο ναό του αγίου Κλήμεντα στο Nidaros (Trondheim). «Τα κόκκινα μάγουλά του ήταν σα να είχε μόλις κοιμηθεί», κατά τη σάγκα του Αγίου Olaf (saga, λαϊκό έπος), ενώ, με απαίτηση της Δανής βασίλισσας Elgiva, τα μαλλιά του δοκιμάζονται με φωτιά, από την οποία βγαίνουν άθικτα. Έτσι, ένα μόλις χρόνο μετά το θάνατό του, αναγνωρίζεται ως άγιος από το λαό του.

Φαίνεται πως ο άγιος τιμήθηκε αμέσως και στην Αγγλία, εξαιτίας του Βρετανού επισκόπου Γκριμ (Γκρίμκελ). Στη χώρα του αναγορεύτηκε ταχύτατα σε κοσμαγάπητο άγιο και ήρωα. Το Nidaros (Trondheim), όπου βρισκόταν ο τάφος του, έγινε μεγάλο προσκύνημα. Εικόνες και ναοί προς τιμήν του εντοπίζονται όχι μόνο στη Νορβηγία, αλλά και σε άλλες χώρες, όπως η Ρωσία (Νόβγκοροντ), η Πολωνία, η Εσθονία (Ταλίν) κ.λ.π., ενώ παρεκκλήσι αφιερωμένο σ’ αυτόν υπήρχε και στην Κωνσταντινούπολη (τόπος λατρείας των ορθόδοξων Βαράγγων στρατιωτών). Το όνομά του διαδόθηκε πολύ στη Νορβηγία ως βαφτιστικό όνομα, ενώ, λόγω των πολλών θαυμάτων του, δόθηκε και σε ένα βότανο με θεραπευτικές ιδιότητες. Η ημέρα της μνήμης του (29 Ιουλίου) εορτάζεται από το νορβηγικό λαό με διάφορα έθιμα, με χορό, φωτιά και ένα ιδιαίτερο γεύμα, που περιλαμβάνει μπύρα, ξινή κρέμα, χυλό και αλλαντικά. Η ανακομιδή του σώματός του, το 1031, εορτάζεται με μια μικρότερη γιορτή στις 3 Αυγούστου. Η 29 Ιουλίου, αφιερωμένη στον άγιο, είναι επίσης ημέρα εθνικής αργίας λαμπρά εορταζόμενης στα νησιά Φερόε (μεταξύ νορβηγικής θάλασσας και βόρειου Ατλαντικού), αλλά και ημέρα έναρξης των εργασιών του κοινοβουλίου.

Σύμφωνα με το μεσαιωνικό Ισλανδό ιστορικό Snorri Sturluson, το 1066, ο βασιλιάς της Νορβηγίας Χάραλντ Γ΄ (Harald ΙΙΙ), που ετοιμαζόταν να εισβάλει στην Αγγλία, ονειρεύτηκε ότι ήταν στο Trondheim και συναντήθηκε με τον Άγιο Olaf εκεί. Ο άγιος προσπάθησε να τον αποτρέψει από την επίθεση, προειδοποιώντας τον ότι θα σκοτωθεί και θα κατασπαραχτεί από τους λύκους. Ο Harald αδιαφόρησε για την προφητεία και σκοτώθηκε κατά τις μάχες του Stamford Bridge στην Αγγλία. Έτσι ο άγιος Olaf, που όσο ζούσε προσπάθησε να κάνει το καλύτερο για το λαό του, έδωσε και μετά θάνατον ένα μήνυμα ενάντια στον ιμπεριαλισμό.

Όπως επισημαίνει σε κείμενό της η σύγχρονη ορθόδοξη νορβηγική κοινότητα στο Helsfyr (4), ο άγιος Olaf δεν ήταν ένας ασκητής. Η ζωή του δεν ήταν ολόκληρη μια ζωή πίστης και αρετής. Έκανε λάθη. Συμμετείχε σε πολέμους, επέβαλε σκληρές ποινές σε ανθρώπους, δημιούργησε εχθρότητες. Επίσης η ζωή του κατέληξε σε μια αποτυχία, πράγμα που ίσως φανερώνει ότι δεν ευλογήθηκαν όλες οι πράξεις του. Έχασε το θρόνο του, εξορίστηκε, ηττήθηκε και σκοτώθηκε στη μάχη. Κι όμως αγαπήθηκε και τιμήθηκε ως άγιος και ήρωας. Η τιμή του ως αγίου δεν οφείλεται στις «υπηρεσίες του προς την Εκκλησία», αλλά στα θαύματά του. Αν πρόσφερε κάποιες υπηρεσίες στην Εκκλησία, δηλαδή στον εκχριστιανισμό της χώρας του, αυτό οφείλεται στην πίστη του και ήταν στην πραγματικότητα μια υπηρεσία προς το λαό του. Δεν είναι εύκολο να τον κρίνουμε. Δεν ξέρουμε πόσο είχε μετανιώσει για τις νεανικές πειρατικές επιχειρήσεις του, πώς προσευχόταν, σε ποια συνειδησιακή κατάσταση ευρισκόμενος – ίσως θλίψη – προσπαθούσε να επιβάλλει τη δικαιοσύνη, υποβάλλοντας σε σκληρές ποινές τους εξίσου σκληρούς παραβάτες των νόμων. Από πολιτική άποψη, τίποτα δεν του πρόσφερε ο εκχριστιανισμός. Αρχικά πολέμησε με χριστιανούς βασιλιάδες για να απελευθερώσει τη χώρα του από τη δανοσουηδική κυριαρχία. Και τελικά εκθρονίστηκε και σκοτώθηκε από τον Κανούτο, έναν επίσης χριστιανό βασιλιά.

Το 1164 (ενώ ήδη η Νορβηγία βρισκόταν στη σφαίρα της σχισματικής παπικής Εκκλησίας) ο άγιος Olaf ανακηρύχθηκε προστάτης άγιος της Νορβηγίας, ενώ το 1847 θεσπίστηκε παράσημο με το όνομά του από το βασιλιά της Σουηδίας και της Νορβηγίας Όσκαρ Α'.


* * *


Ο άγιος, ένδοξος μάρτυρας βασιλέας Olaf ο δεύτερος της Νορβηγίας, επίσης γνωστός σαν Olaf Haraldson, ήταν γιος του Earl Harald Grenske της Νορβηγίας. Γεννήθηκε το 995 και βασίλευσε στη Νορβηγία από το 1015 έως το 1028, οπότε και εξορίστηκε. Σκοτώθηκε δύο χρόνια μετά σε μάχη στην πεδιάδα  του Stiklestad, τον σκότωσαν για την στήριξη του στην Χριστιανική πίστη και για το εγχείρημα του να ενώσει τη Νορβηγία σε ένα έθνος. Η μνήμη του τιμάται στις 29 Ιουλίου. Δεν πρέπει να συγχέεται με τον πρόγονο του τον   βασιλιά Olaf Tryggvason  (εκείνος ήταν ο Olaf ο πρώτος).

Σύμφωνα με τον Snorri Sturluson (έναν Ισλανδό ιστορικό του 12ου και 13ου αιώνα), βαπτίστηκε το 998 στη Νορβηγία, αλλά πιθανότερα το 1010 στο Rouen, στη Γαλλία, από τον Αρχιεπίσκοπο Robert. Σε νεαρή ηλικία πήγε σαν Βίκινγκ στην Αγγλία, όπου συμμετείχε σε πολλές μάχες και του τράβηξε την προσοχή η Χριστιανική πίστη. Μετά από πολλές δυσκολίες έγινε βασιλιάς της Νορβηγίας και έβαλε ως στόχο  να ξεριζώσει  την ειδωλολατρία και να κάνει την Χριστιανική πίστη τη βάση του βασιλείου του.

Είναι ο μεγάλος Νορβηγός νομοθέτης της Εκκλησίας, και όπως και ο πρόγονος του ο Olaf Tryggvason, έκανε πολλές επιθέσεις στην παλιά ειδωλολατρική πίστη, γκρέμισε τους ειδωλολατρικούς ναούς και έχτισε Χριστιανικές εκκλησίες στη θέση τους. Έφερε πολλούς επισκόπους και ιερείς από την Αγγλία όπως έκανε αργότερα ο βασιλιάς   Canute στη Δανία. Γνωρίζουμε τα ονόματα κάποιον από αυτούς: Grimkel, Sigfrid, Rudolf, Bernhard.  Φαίνεται πως χρησιμοποίησε το Αγγλοσαξονικό μοντέλο για την εκκλησιαστική οργάνωση του βασιλείου του.

Όμως τελικά η οργή εναντίον του έγινε τόσο ισχυρή ώστε οι δυνατές φυλές ξεσηκώθηκαν εναντίον του και ζήτησαν βοήθεια από τον βασιλιά Canute της Δανίας και από την Αγγλία. Αυτή η βοήθεια δόθηκε και ο Olaf εξορίστηκε ενώ ο Canute έγινε βασιλιάς της Νορβηγίας.  Ο Olaf έφυγε για την περιοχή Kievan Rus και κατά τη διάρκεια του ταξιδιού του έμεινε στη Σουηδία στην περιοχή  Nerike όπου σύμφωνα με την τοπική παράδοση βάπτισε πολλούς ντόπιους.

Μετά από δύο χρόνια εξορίας γύρισε στη Νορβηγία με στρατό. Μόλις αποβιβάστηκε στη Νορβηγία, συνάντησε τους επαναστάτες οι οποίοι διοικούνταν από τους Νορβηγούς αριστοκράτες στο   Stiklestad, όπου η ιστορική μάχη συνέβη στις 29 Ιουλίου του   1030. Ούτε ο βασιλιάς Canute ούτε οι Δανοί πήραν μέρος στη μάχη. Ο βασιλιάς Olaf πολέμησε με πολύ κουράγιο όμως έπεσε στο πεδίο της μάχης θανάσιμα πληγωμένος καθώς προσευχόταν λέγοντας «Θεέ μου βοήθησε με».

Πρέπει να θυμόμαστε πως η επανάσταση ενάντια στον Olaf δεν έγινε μόνο για τα Χριστιανικά πιστεύω του αλλά και για την ισχυρή επιρροή του ενάντια στο καθεστώς των παλιών κομητειών και στην προσπάθεια της ένωσης της Νορβηγίας. Θεωρείτε από πολλούς σύγχρονους Νορβηγούς σαν ο πρωταθλητής της εθνικής ανεξαρτησίας. Χάρη σε αυτόν διαδόθηκε ο Χριστιανισμός στην Ισλανδία (δυστυχώς σήμερα έχει επικρατήσει ο Προτεσταντισμός εκεί).

Το σώμα του παρέμεινε άφθαρτο. Το μετακίνησαν κατά την Προτεσταντική Μεταρρύθμιση ώστε να μην το καταστρέψουν οι αιρετικοί Προτεστάντες και δεν γνωρίζουμε που βρίσκεται σήμερα. Η μνήμη του τιμόταν ευρέος σε όλη τη Σκανδιναβία.


Ο Άγιος Olaf της Νορβηγίας και η καταστροφή του ειδώλου του Θωρ


Μία από τις ποιο γνωστές πράξεις που έκανε ο Olaf και βοήθησε στον εκχριστιανισμό της Νορβηγίας ήταν η καταστροφή του ειδώλου του Θωρ στην περιοχή Gulbrandsdal στην κεντρική Νορβηγία. Πριν να κάνει οτιδήποτε εκεί, ο βασιλιάς Olaf  προσευχόταν όλη τη νύχτα, ικετεύοντας τον Θεό να τον λυτρώσει μέσα στο μεγάλο Tου έλεος από το κακό. Όταν τελείωσε η λειτουργία, και το πρωινό ήταν γκρίζο, ο Olaf πήγε εκεί που επρόκειτο να συμβεί αυτή η καταστροφή του ειδώλου. Ο άγιος Olaf είδε τους ντόπιους να κουβαλάνε ένα μεγάλο ξύλινο είδωλο του Θωρ, στο οποίο είχαν τη συνήθεια να προσφέρουν φαγητό και χρυσά κοσμήματα. Τότε, ένας τοπικός άρχοντας προκάλεσε τον Olaf και τον επίσκοπο του με τα παρακάτω λόγια:

Που βρίσκεται τώρα ο θεός σου βασιλιά; Νομίζω πως τώρα θα σκύψει το κεφάλι του και ούτε εσύ, ούτε ο επίσκοπος σου που κάθεται πίσω σου είστε τόσο γενναίοι όπως τις προηγούμενες ημέρες. Γιατί τώρα ο θεός μας, που κυριαρχεί σε όλους, έφτασε και έχει στρέψει το οργισμένο βλέμμα του επάνω σας. Και τώρα βλέπω πολύ καλά πως είστε τρομοκρατημένοι και δεν τολμάτε να υψώστε το βλέμμα σας. Διώξτε μακριά σας κάθε άρνηση και πιστέψτε στον θεό που κρατάει τη μοίρα σας στα χέρια του.

Όμως ο άγιος Olaf  απάντησε:

Πολλά μας είπες σήμερα το πρωί και υποστηρίζεις πως ο Θεός μας δεν υπάρχει. Όμως πιστεύουμε πως σύντομα θα έρθει κοντά μας. Παρότι θέλησες να μας τρομάξεις με τον θεό σου, ο οποίος είναι και τυφλός και κουφός και δεν μπορεί να σώσει ούτε τον εαυτό του ούτε κάποιον άλλο και δεν μπορεί ούτε καν να κουνηθεί εάν δεν τον κουβαλήσουν, εγώ θαρρώ πως σε λίγη ώρα θα συναντήσει την μοίρα του. Στρέψε τα μάτια σου προς την ανατολή, δες τον Θεό μας να έρχεται μέσα σε άπλετο φως.

Έτσι, καθώς όλοι οι άνθρωποι κοιτούσαν τον ανατέλλοντα ήλιο, ο άγιος Olaf χρησιμοποιώντας το δεξί του χέρι, χτύπησε το είδωλο με ένα μεγάλο ρόπαλο. Το σάπιο ξύλο του ειδώλου έσπασε, διασκορπίζοντας το χρυσό και βγάζοντας από μέσα αρουραίους (μεγάλους σαν γάτες) και ζωύφια. Σύμφωνα με τον ιστορικό Sturluson, ο άγιος Olaf,  βλέποντας την ταραχή των παγανιστών μετά από αυτό το γεγονός, τους μίλησε με τα παρακάτω λόγια:

Δεν καταλαβαίνω γιατί πανικοβάλλεστε. Είδατε και μόνοι σας τι μπορεί να κάνει ο θεός σας, Το είδωλο που στολίσατε με χρυσό και ασήμι και του φέρατε κρέας και άλλες προμήθειες. Βλέπετε τώρα πως αυτοί που ωφελούνταν από αυτό ήταν τα ποντίκια, οι έχιδνες και τα ερπετά (εννοεί πως αυτά τρέφονταν με τις προσφορές.) Και είναι μεγάλο λάθος το να συνεχίσετε να πιστεύεται σε αυτά τα είδωλα. Μαζέψτε τώρα το χρυσό και τα κοσμήματα που βρίσκονται στο χορτάρι και δώστε τα στις γυναίκες σας και στις κόρες σας. Μην τα κρεμάσετε ποτέ ξανά επάνω σε ξύλο ή πέτρα.   

Με αυτόν τον τρόπο, όλοι οι άνθρωποι που παρευρίσκονταν εκεί ασπάστηκαν τον Χριστιανισμό.


Ένα εκπληκτικό κείμενο για την ασκητικότητα του Αγίου βασιλιά Olaf της Νορβηγίας


Κάποτε συζητούσε ο άγιος επίσκοπος Sigfrid (φωτιστής της Σουηδίας) με τον βασιλιά Canut. Ο βασιλιάς Canut ήταν παλιά στενός φίλος του Olaf, όμως έπειτα άρχισε να τον ζηλεύει και τώρα τον κατηγορούσε για την πολυτελή ζωή του.

Έλεγε ο Canut: «Εγώ φοράω ένα λινό και όχι ένα μεταξωτό πουκάμισο, ένα πορφυρό ένδυμα και όχι ένα βελούδινο ή μωβ. Πίνω μόνο μπίρα και όχι υδρόμελι. Όμως ο Olaf φοράει ένα πουκάμισο από μετάξι και ένα βελούδινο ένδυμα. Έχει τα ποιο εκλεκτά φαγητά ετοιμασμένα για αυτόν και ένα αγγείο με κρασί βρίσκεται στο τραπέζι του».

Ο επίσκοπος Sigfrid απάντησε: «Είναι αλήθεια, άρχοντα μου, πως ο Olaf φοράει ένα πουκάμισο από μετάξι, όμως φοράει ένα μάλλινο ένδυμα κάτω από το πουκάμισο για άσκηση και άλλο ένα ένδυμα που φτάνει από τους γοφούς του μέχρι την ωμοπλάτη του και είναι επενδυμένο με σίδερο. Θα παρατηρήσεις πως όταν ο βασιλιάς Olaf κάθεται στη θέση του και τα ποιο εκλεκτά φαγητά σερβίρονται μπροστά του, υπάρχει ένα ανάχωμα στο σημείο όπου κάθεται. Εκεί κρύβεται ένας παράλυτος και αυτός είναι που τρώει τα εκλεκτά φαγητά. Ο Olaf τρώει ψωμί και αλάτι. Υπάρχει ακόμη και ένα αγγείο με νερό και αυτό είναι που πίνει ο Olaf και δεν πίνει τίποτα άλλο. Ο παράλυτος πίνει όλο το κρασί.»


Σχετικά με τον θάνατο του αγίου Olaf της Νορβηγίας


Τελικά, παρότι ο άγιος Olaf σκεφτόταν να πάει να προσκυνήσει στους Αγίους Τόπους και πιθανόν να γίνει μοναχός, είχε μέσα στην ψυχή του την επιθυμία να επανακτήσει το βασίλειο του στην Νορβηγία εάν βρισκόταν κάποια ευκαιρία. Έτσι, όταν κάποιοι υπήκοοι του Canute στην Νορβηγία χάθηκαν στη θάλασσα, ο άγιος Olaf επέστρεψε σκοπεύοντας να επανακτήσει τον θρόνο. 

Ο άγιος Olaf αποβιβάστηκε με μία μικρή δύναμη, φωνάζοντας προς τους άνδρες του με αυτή την πολεμική ιαχή: «Εμπρός. εμπρός, Χριστιανοί άνδρες! Άνδρες του σταυρού! Άνδρες του βασιλιά!» Εμπιστεύτηκε ένα μεγάλο χρηματικό ποσό σε έναν άνδρα προκειμένου αυτά τα χρήματα να προσφερθούν για την μνημόνευση των ψυχών των εχθρών του οι οποίοι θα έπεφταν στην μάχη. Πίστευε σταθερά πως ο Θεός θα φρόντιζε για τους άνδρες που θα έπεφταν πολεμώντας στο πλευρό του. Συνάντησε τις δυνάμεις του Canute στο Stiklestad στις 29 Ιουνίου του 1030. Ο εχθρός υπερείχε αριθμητικά, με τον Olaf να έχει 3,500 άνδρες και τον Canute να έχει 13,000. Ο Olaf ενθάρρυνε τους άνδρες του, λέγοντας τους πως αν πέθαιναν στη μάχη ο Θεός θα τους αντάμειβε για αυτά που θα έχαναν σε αυτόν τον κόσμο. Πολλοί από τους υπηκόους του που βρίσκονταν στο στρατό του Canute δίστασαν να πολεμήσουν τον άνδρα που ήξεραν σαν βασιλιά τους.

Τελικά, ο άγιος Olaf χτυπήθηκε στο πόδι από ένα τσεκούρι και έπεσε πάνω σε μία πέτρα. Έπειτα, αφού του διαπέρασε την κοιλιά ένα δόρυ το οποίο κράδαινε ο Kalf Arnason και αφού τον χτύπησε στον λαιμό ένας άλλος εχθρός ο άγιος παρέδωσε την ψυχή του. Αυτές οι τρείς πληγές ήταν ο θάνατος του αγίου Olaf. Μετά τον θάνατο του βασιλιά το μεγαλύτερο μέρος των δυνάμεων που είχαν επιτεθεί μαζί του έπεσε με τον βασιλιά. Σύμφωνα με τον Ισλανδό ιστορικό Sturluson, αφότου οι εναπομείναντες υποστηρικτές του βασιλιά άρχισαν να υποχωρούν, ένας από αυτούς που πολέμησαν εναντίων του έγινε ο πρώτος που διαπίστωσε ένα θαύμα το οποίο έκανε ο Olaf μετά τον θάνατο του.

Ο Thorer Hund πήγε στο σημείο όπου βρισκόταν το σώμα του βασιλιά Olaf, το φρόντισε, το εναπόθεσε με φροντίδα στο χώμα και άπλωσε ένα ύφασμα από πάνω του. Είπε πως όταν σκούπισε το αίμα από το πρόσωπο του αυτό ήταν πολύ όμορφο. Τα μάγουλα του Olaf ήταν κόκκινα, σαν να είχε μόλις κοιμηθεί. Το αίμα του βασιλιά έπεσε επάνω στο χέρι του Thorer και έτρεξε ανάμεσα στα δάχτυλα του στα σημεία όπου είχε πληγωθεί και η πληγή θεραπεύτηκε τόσο γρήγορα που δεν χρειάστηκε να την δέσει. Αυτό το γεγονός το επιβεβαίωσε ο ίδιος ο Thorer όταν η αγιότητα του βασιλιά Olaf έγινε γνωστή σε όλους τους ανθρώπους. Ο Thorer Hund ήταν ανάμεσα στους πρώτους ισχυρούς εχθρούς του βασιλιά ο οποίος πάσχισε να διαδώσει παντού την αγιότητα του.


Κάποια θαύματα του αγίου Olaf της Νορβηγίας μετά τον θάνατο του


Αφού σκοτώθηκε στην μάχη ο άγιος Olaf, άρχισαν να συμβαίνουν διάφορα θαύματα. Ένα φως έλαμπε επάνω στο σώμα του την νύχτα. Ένας τυφλός βρήκε την όραση του όταν πίεσε τα μάτια του με τα δάχτυλα του τα οποία είχε βουτήξει προηγουμένως στο αίμα του αγίου. Πηγές με θαυματουργό νερό ανέβλυσαν στον τάφο του. 


Ο Άγιος Olaf της Νορβηγίας και η θαυματουργική θεραπεία ενός αγοριού


Ο ιστορικός Sturluson αναφέρει ένα θαύμα που έγινε από τον άγιο Olaf όταν βρισκόταν στο Κίεβο. Όταν ο γιος μίας χήρας αρρώστησε από ένα πρήξιμο στο λαιμό του και κόντευε να πεθάνει, η μητέρα του πήγε στην βασίλισσα  Ingegerd του Κιέβου η οποία την έστειλε στον άγιο Olaf λέγοντας: "Πήγαινε στον βασιλιά Olaf, είναι ο καλύτερος γιατρός εδώ. Παρακάλεσε τον να βάλει τα χέρια του στο παλικάρι σου και πες του ότι έδωσα εγώ αυτή την εντολή εάν δεν θελήσει να το κάνει."  Παρότι ο άγιος αρχικά της είπε να πάει σε έναν γιατρό, αφού άκουσε πως αυτή την εντολή την έδωσε η βασίλισσα ακούμπησε τα χέρια του στο λαιμό του αγοριού και αισθάνθηκε τον πυρετό. Έπειτα ο άγιος πήρε ένα κομμάτι ψωμιού, το ακούμπησε επάνω σε έναν σταυρό που κρατούσε στην παλάμη του και έπειτα έδωσε το ψωμί στο αγόρι για να το φάει. Το αγόρι έφαγε το ψωμί και το πρήξιμο εξαφανίστηκε αμέσως και μέσα σε λίγες ημέρες ανάρρωσε πλήρως.


Η προειδοποίηση του Αγίου Olaf στον αδερφό του Harald


Σύμφωνα με τον Ισλανδό ιστορικό του μεσαίωνα, Snorri Sturluson, το 1066 ενώ ο ετεροθαλής αδερφός του αγίου Olaf, ο βασιλιάς Harald της Νορβηγίας ετοιμαζόταν να εισβάλει στην Αγγλία, ονειρεύτηκε ότι βρισκόταν στο Trondheim και συνάντησε τον Olaf εκεί (μετά τον θάνατο του αγίου Olaf). Ο Olaf του είπε πως είχε καταφέρει πολλές νίκες και πέθανε σαν άγιος γιατί είχε μείνει στην Νορβηγία.

Όμως τώρα φοβόταν πως αυτός, ο Harald, θα συναντούσε τον θάνατο του, «λύκοι θα σκίσουν το σώμα σου. Δεν πρέπει να πας ενάντια στον Θεό.»

Ο Snorri έγραψε πως ο Harald είδε και άλλα όνειρα εκείνο τον καιρό και τα περισσότερα ήταν δυσοίωνα. Ο Harald σκοτώθηκε, σύμφωνα με την πρόρρηση του αγίου Olaf, στις Μάχες της Stamford Bridge στην Αγγλία.



Σχετικά με την Παναγία την Βαραγκιώτισσα και το εκκλησάκι του Αγίου Olaf της Νορβηγίας στην Κωνσταντινούπολη


Ο Επίσκοπος Ambrose von Sievers γράφει: «Από πηγές που έχω συλλέξει η Παναγία η Βαραγκιώτισσα βρισκόταν δίπλα στην δυτική πρόσοψη της Αγίας Σοφίας και σχεδόν την ακουμπούσε. Την περίοδο της βασιλείας του Αλέξη του Κομνηνού (ή λίγο νωρίτερα) ο άγιος Olaf συμπεριλαμβανόταν ανάμεσα στους αγίους της Κωνσταντινούπολης και στην εκκλησία της Παναγίας της Βαραγκιώτισσας χτίστηκε ένα εκκλησάκι στην μνήμη του αγίου Olaf και έπειτα η εκκλησία της Παναγίας της Βαραγκιώτισσας έγινε γυναικείο μοναστήρι.


Η Ορθόδοξη Ρωσική Εκκλησία του Αγίου Olaf (ή Olav) στο Stiklestad της Νορβηγίας


Ορθόδοξη Ρωσική Εκκλησία αφιερωμένη στον Άγιο Olaf (ή Olav) της Νορβηγίας χτίζεται στη Νορβηγία.

Στις 16 Ιουλίου του 2014 ξεκίνησαν οι εργασίες για την οικοδόμηση ενός ορθόδοξου ναού αφιερωμένο στη μνήμη του Αγίου Βασιλιά Olaf της Νορβηγίας (995 -1030, ημέρα μνήμης 29 Ιουλίου / 11 Αυγούστου) στην περιοχή  Stiklestad (100 χιλιόμετρα από το Trondheim) με την τοποθέτηση των θεμελίων, αναφέρει η ιστοσελίδα Department of External Church Relations. Το εκκλησάκι χτίζεται στον τόπο όπου μαρτύρησε το 1030 ο Άγιος Olaf, ο προστάτης της Νορβηγίας.

Ο θεμέλιος λίθος και ένα κομμάτι γης στην περιοχή του Εθνικού Πολιτιστικού Κέντρου του Stiklestad ευλογήθηκαν από τον Αρχιεπίσκοπο Μάρκο του Yegoryevsk, στις 28 Ιουλίου του 2013 μια ημέρα πριν από την ημέρα της μνήμης του Αγίου Olaf. Το 2003 η κύρια εκκλησία (το άρθρο αναφέρεται στην εκκλησία του αγίου Olaf που παρουσίασα προηγουμένως) εγκαινιάστηκε από τον Επίσκοπο Ιλαρίωνα τώρα Μητροπολίτη του Volokolamsk και υπεύθυνο του Τμήματος των Εξωτερικών Εκκλησιαστικών σχέσεων του Πατριαρχείου της Μόσχας. 

Οι εργασίες για την οικοδόμηση της εκκλησίας σχεδιάζεται να ολοκληρωθούν στο τέλος του Αυγούστου αυτού του έτους (2014) χρόνος εορτής καθώς εορτάζονται 1000 χρόνια από την βάπτιση του αγίου Olaf στην πόλη Rouen της Γαλλίας. Σχετικά με αυτή την ημέρα, μια Θεία Λειτουργία θα εορταστεί στις 16 Οκτωβρίου στην Ορθόδοξη Εκκλησία στο  Steklestad με τη συμμετοχή πολλών Ορθόδοξων κληρικών.

Στις 16 και 17 Οκτωβρίου του 2014, οι Ενορίες της αγίας Άννας του Novgorod και της Αγίας Πριγκίπισσας Όλγας εόρτασαν μαζί την χιλιετία από την ημέρα της βάπτισης του Αγίου Olaf, του βασιλιά της Νορβηγίας, του Ισαποστόλου.

Η ιστοσελίδα της Ενορίας της αγίας Όλγας του Novgorod στο Trondheim αναφέρει πως την ημέρα της βάπτισης του αγίου Olaf, 16 Οκτωβρίου, του 2014, ο Αρχιεπίσκοπος Μάρκος του  Yegoryevsk, λειτούργησε στην Ορθόδοξη Ρωσική Εκκλησία που είναι αφιερωμένη στον άγιο Olaf, η οποία είναι χτισμένη στον ιστορικό τόπο Stiklestad στην Κεντρική Νορβηγία.

Η εορτή άρχισε με μια λιτανεία μαζί με τον Σταυρό καθώς οι κληρικοί και πολλοί προσκυνητές πορεύονταν μαζί με την εικόνα και τα Ιερά Λείψανα του Αγίου Olaf της Νορβηγίας μέσα από την πεδιάδα του Stiklestad προς την νεόκτιστη εκκλησία.

Μετά την λειτουργία, δόθηκαν δώρα σε όσους βοήθησαν στην οικοδόμηση της εκκλησίας.

Ο Αρχιεπίσκοπος Μάρκος ευχαρίστησε θερμά τον εφημέριο, πατέρα Αλέξανδρο Volokhan, τους ενορίτες και όλους όσους εργάστηκαν σκληρά για να χτίσουν την εκκλησία στο Stiklestad.

Στις 17 Οκτωβρίου, ο Ορθόδοξος κλήρος οδηγημένος από τον Αρχιεπίσκοπο Μάρκο εόρτασε την Θεία Λειτουργία στο Nidarosdomen, τον παλιό ενοριακό ναό στο Trondheim, τον τόπο όπου τα Ιερά Λείψανα του Αγίου Olaf φυλάσσονται για αιώνες.

Οι παρευρισκόμενοι στην λειτουργία ήταν ο πατέρας Αλέξανδρος Volokhan, εφημέριος της Ενορίας της Αγίας Άννας του Novgorod στο Trondheim, ο Πρωτοπρεσβύτερος Igor Aksenov και ο πατέρας Sergiy Bondarev, εφημέριος της Ενορίας του Αγίου Αλεξάνδρου στο Nevsky της Κοπεγχάγης.

Μετά την λειτουργία, έγινε μια λιτανεία μαζί με το Σταυρό και μια εικόνα του Αγίου Olaf γύρω από τον καθεδρικό.

https://agioi-oi-kaliteroi-mas-filoi.blogspot.com/2019/02/29_14.html

<>






Άγιος Ιερομάρτυς Βλάσιος, Επίσκοπος Σεβαστείας και οι συν αυτώ (+316)

11 Φεβρουαρίου

Ο Άγιος Βλάσιος έζησε στα χρόνια του αυτοκράτορος Λικινίου (308 – 323 μ.Χ.).  Σπούδασε την ιατρική και οι γνώσεις πού πήρε άπ’ αυτή συνετέλεσαν να ενισχυθεί ή πίστη του. Διότι στη μελέτη του ανθρωπίνου σώματος, του θαυμάσιου αυτού ζωντανού οργανισμού, έβλεπε αναρίθμητα και καταπληκτικά δείγματα σοφίας. Θα ήταν παραφροσύνη να τα αποδώσει στην τύχη. Όλα αυτά μαρτυρούν τον παντοδύναμο και πάνσοφο Δημιουργό.

Ο Άγιος Βλάσιος, λοιπόν, ήταν άριστος επιστήμονας και σοφός στο μυαλό. Όμως αυτό δε φθάνει, και ρωτάει ο θεόπνευστος λόγος της Άγιας Γραφής: «Τίς σοφός και επιστήμων εν ύμίν; δειξάτω εκ της καλής αναστροφής τα έργα αυτού εν πραΰτητι σοφίας». Δηλαδή, ποιος από σας είναι σοφός και φωτισμένος; Όποιος είναι, ας το δείξει όχι με λόγια, αλλά με τα έργα της καλής του ζωής και με πραότητα, πού δίνει στον άνθρωπο ή αληθινή σοφία. Και ο Άγιος Βλάσιος το έδειξε. Την επιστήμη του δεν την έκανε επάγγελμα, αλλά αγαθοεργία.

Προσέφερε χωρίς χρήματα τις υπηρεσίες του, ως φιλανθρωπία, στους πάσχοντες και ασθενείς. Εκτός από την ιατρική βοήθεια χορηγούσε δωρεάν στους ασθενείς τα φάρμακα και τους έδινε τα έξοδα νοσηλείας τους. Η φιλανθρωπική δραστηριότητα εκαλλιεργείτο στην ψυχή του από την αγάπη προς τον Θεό και τη μελέτη της Αγίας Γραφής.

Πήγαινε στα σπίτια των φτωχών ασθενών, πού θεράπευε και φρόντιζε με κάθε τρόπο. Συγχρόνως όμως, μελετούσε αδιάκοπα και την Αγία Γραφή. Όλη του ή καλή εργασία έφερε τον Άγιο Βλάσιο στις τάξεις του κλήρου και τον ανέδειξε επίσκοπο Σεβαστείας. Από τη θέση αυτή, χρησιμοποιεί περισσότερο την επιστήμη του για τη δόξα του Θεού, με έργα και διδασκαλία.

Επί της βασιλείας του Λικινίου, ο έπαρχος Αγρικόλας τον συνέλαβε και τον υπέβαλε σε φρικτά βασανιστήρια. Οι στρατιώτες, αφού τον μαστίγωσαν ανηλεώς με ραβδιά, τον κρέμασαν από ξύλο και στην συνέχεια τον οδήγησαν δεμένο στην φυλακή. Έπειτα τον έριξαν στο βυθό μιας λίμνης. Όμως ο Άγιος, μετά την θαυματουργική του επέμβαση του Θεού, διασώθηκε. Εξοργισθέντες τότε οι εχθροί της πίστεως τον αποκεφάλισαν το 316 μ.Χ.. Έτσι, ο Άγιος Ιερομάρτυς Βλάσιος έλαβε από τον Κύριο της δόξας το στέφανο του μαρτυρίου.

Η Σύναξή του ετελείτο στο Μαρτύριό του, το οποίο βρισκόταν κοντά στο Μαρτύριο του Αγίου Αποστόλου Φιλίππου.

Άγιοι Δύο Παίδες.

Μαζί με τον Άγιο Βλάσιο ήσαν στην φυλακή και δύο νέοι, τους οποίους ο Άγιος κατήχησε και βάπτισε. Και οι δύο συνάθλησαν μετά του Αγίου και κατέστησαν κοινωνοί του μαρτυρικού θανάτου αυτού και της δόξας του Θεού.

Αγίες Επτά Γυναίκες.

Κατά το μαρτύριο του Αγίου Βλασίου, επτά γυναίκες, οι οποίες τον ακολουθούσαν, αισθάνθηκαν τόση αγανάκτηση για την σκληρή αδικία και θαυμασμό για τον Άγιο, ώστε έλεγξαν τον έπαρχο Αγρικόλα και διεκήρυξαν με παρρησία την πίστη τους στον Χριστό. Για την ομολογία τους αυτή αποκεφαλίσθηκαν και, έτσι έλαβαν τους στέφανους του Μαρτυρίου.

Άγιος Βλάσιος Επίσκοπος Σεβαστείας και το έθιμο του μοιράσματος "Του χειμωνικού".

O Άγιος Βλάσιος έζησε στο χρόνια του αυτοκράτορα Λικίνιου. Σπούδασε ιατρική, όμως την επιστήμη του δεν την εξάσκησε ως επάγγελμα αλλά ως αγαθοεργία. Παράλληλα μελετούσε ασταμάτητα την Αγία Γραφή.

Η Εκκλησία επιβραβεύοντας την όλη του παρουσία και προσφορά, τον δέχθηκε στις τάξεις του κλήρου και τελικά τον ανέδειξε επίσκοπο Σεβαστείας. Λίγο αργότερα ο άγιος εγκατέλειψε τη επισκοπή του και πέρασε το μεγαλύτερο μέρος της ζωής του σε ένα σπήλαιο, όπου αφιερώθηκε στην προσευχή και την άσκηση.

Όταν αργότερα ξέσπασε διωγμός κατά των χριστιανών, ο ασεβής έπαρχος Αγρικόλας, διέταξε τη σύλληψη του αγίου, ο οποίος μετά από φρικτά βασανιστήρια αποκεφαλίστηκε.

Την παραμονή του θανάτου του έπεσε επιδημία στην περιοχή, με πολλαπλά συμπτώματα ασθένειας στον λαιμό ειδικά των μικρών παιδιών και ο Άγιος Βλάσιος ευλόγησε φρούτα που ζήτησε να του φέρουν οι κάτοικοι και τα μοίρασε στους άρρωστους οι οποίοι και θαυματουργικά θεραπεύτηκαν.

Από τότε στην Κέρκυρα, όπου εορτάζεται πανηγυρικά η μνήμη του μαζί με αυτήν της Αγίας Θεοδώρας, που τιμιτικά φέρει και το όνομα τους ο Μητροπολιτικός Ναός, τελείται το έθιμο, μια ακόμα όμορφη τοπική παράδοση, όπου την ημέρα της εορτής τους κόβονται καρπούζια και μοιράζονται στους πιστούς. "Το χειμωνικόν".

Ίσως δεν είναι τόσο γνωστό στους πιστούς, αλλά στην Κέρκυρα εκτός από το άφθαρτο λείψανο του Αγίου Σπυρίδωνος, υπάρχει και το άφθαρτο λείψανο της Αγίας Θεοδώρας της Αυγούστας της αναστειλωσάσης τις Ιερές Εικόνες, Αυτοκράτειρας του Βυζαντίου συζύγου του Θεοφίλου. Κατά μία φήμη που έχει επικρατήσει ακόμα και μεταξύ Κερκυραίων, το Σεπτό Λείψανο είναι «ακέφαλο» και στη θέση του τοποθετείται ένα καρπούζι που μοιράζεται ανήμερα του εορτασμού της μνήμης της, στις 11 Φεβρουαρίου.

Το σεπτό λείψανο της Αγίας έχει εναποτεθεί στον Ιερό Μητροπολιτικό Ναό της Κέρκυρας, που είναι αφιερωμένος στην Υπεραγία Θεοτόκο Σπηλαιώτισσα και στους Αγίους, Βλάσιο και Θεοδώρα, είναι άφθαρτο και αρτιμελές αλλά επειδή η Αγία Θεοδώρα κοιμήθηκε ως μοναχή το κεφάλι της είναι καλυμμένο κατά τη συνήθη τάξη των μοναχών και έκτοτε παραμένει έτσι.

Το χειμωνικό (η ελληνική λέξη για το καρπούζι, λέξη που είναι τουρκικής προέλευσης) δεν μοιράζεται για την Αγία Θεοδώρα αλλά για τον Άγιο Βλάσιο Αρχιεπίσκοπο Σεβαστείας, που μαρτύρησε στα χρόνια του διωγμού του Λικινίου.

Ο Άγιος ιατρός το επάγγελμα θεράπευε δωρεάν ασθένειες του λαιμού, την δε παραμονή του μαρτυρίου του είχε πέσει θανατηφόρα επιδημία ασθένειας του λαιμού. Ζήτησε να του φέρουν οπώρας (φρούτα) που αφού ευλόγησε παρήγγειλε να δίνουν στα παιδιά όπου και θεραπεύθηκαν. Έτσι στη Κέρκυρα επικράτησε το έθιμο να ευλογείται ανήμερα της μνήμης του, χειμωνικό, καρπούζι δηλαδή, και να μοιράζεται από ένα κομμάτι στους πιστούς.

https://agioi-oi-kaliteroi-mas-filoi.blogspot.com/2023/02/blog-post.html

<>




Άγιος Dermot ιδρυτής Μονής στη Νήσο Inchceraun της λίμνης Lough Ree Ἰρλανδίας (+542)

10 Ιανουαρίου

Ο Άγιος Dermot είναι ένας Ορθόδοξος Ιρλανδός Άγιος του 6ου αιώνα. Ήταν από βασιλική οικογένεια και γεννήθηκε στην επαρχία Connaught της Ιρλανδίας. Ήταν διάσημος καθηγητής, ποιητής, συγγραφέας, εξομολόγος και ιεραπόστολος της εποχή του. Γύρω στο 530 ίδρυσε το μεγάλο Μοναστήρι στη Νήσο Inchcleraun (Clothran) στην λίμνη Lough Ree, στον ποταμό Shannon της κεντρικής Ιρλανδίας.

Επιθυμώντας να βρεθεί μακριά από τους περισπασμούς του πολιτισμού, επέλεξε αυτό το απομονωμένο νησί.

Η φήμη του σύντομα προσέλκυσε πολλούς μαθητές, όπως τον Άγιος Κιέρναν (St Kiernan) του Clonrnacnoise της Ιρλανδίας.

Ο Άγιος Dermot στη Νήσο Inchcleraun ίδρυσε 6 εκκλησίες και μία Μοναστική Σχολή. Η Μοναστική Σχολή που ίδρυσε κράτησε τη φήμη της για έξι αιώνες μετά την κοίμησή του και το ίδιο το Νησί ήταν τόπος μεγάλου προσκυνήματος. Ίδρυσε επίσης τα αρχαία Ορθόδοξα Μοναστήρια του Caille-Fochladha και του Lough Derryvaragh στην Κομητεία του Westmeath της Ιρλανδίας.

Κοιμήθηκε στις 10 Ιανουαρίου του 542 στη Μονή της Νήσου Inchcleraun και θάφτηκε στο Νησί, το οποίο έγινε προσκυνηματικό κέντρο. Τα ερείπια των έξι ναών του σώζονται μέχρι σήμερα.

<>





Όσιος Γεράσιμος ο Μικραγιαννανίτης-Αγιορείτης, ο Υμνογράφος (+1991)

7 Δεκεμβρίου


Γέννηση καὶ παιδικὴ ἡλικία

Ὁ κατὰ κόσμον Ἀναστάσιος–Ἀθανάσιος γεννήθηκε στὶς 5 Σεπτεμβρίου 1905 στὴ Δρόβιανη τῆς ἐπαρχίας Δελβίνου Βορείου Ἠπείρου. Ἔμαθε τὰ πρῶτα γράμματα στὸ δημοτικὸ σχολεῖο τῆς γενέτειράς του, ἡ ὁποία φημιζόταν τὴν ἐποχὴ ἐκείνη γιὰ τὸ ὑψηλὸ ἐπίπεδο τῆς ἑλληνικῆς παιδείας καὶ τῆς μορφωτικῆς στάθμης τῶν κατοίκων της. O ἴδιος δὲν θυμόταν τίποτε ἀπὸ τὰ πρῶτα ἐκεῖνα μαθητικά του χρόνια, οὔτε καὶ κάποιον δάσκαλό του.

Ὁ ἀδελφὸς του Kίμων μᾶς πληροφόρησε ὅτι ἀπὸ τὴν ἀρχὴ φάνηκε ὅτι «ἦταν πολὺ ἔξυπνος καὶ ἔπαιρνε τὰ γράμματα». H ἰδιαίτερη αὐτὴ ἔφεσή του δὲν θὰ πρέπει νὰ ἀναζητηθεῖ πάντως στὸ οἰκογενειακὸ περιβάλλον. Ὁ ἴδιος παραδεχόταν γι’ αὐτό: «Oἱ γονεῖς μου ἦταν ἀγράμματοι ἄνθρωποι. Δὲν εἶχα ἐπίδραση ἀπὸ τὸ συγγενικὸ περιβάλλον». Ἀπὸ τοὺς γονεῖς του ἀσφαλῶς πῆρε ἄλλα θετικὰ στοιχεῖα τοῦ χαρακτῆρα του καὶ ὁπωσδήποτε τὴ θεοσέβεια.

Mὲ τὸ τέλος τοῦ δημοτικοῦ σχολείου ὁ ἔφηβος πλέον Ἀναστάσιος ἔμελλε νὰ ἀφήσει τὸ περιβάλλον τοῦ χωριοῦ. Ἤδη ὁ πατέρας του εἶχε ἐγκατασταθεῖ στὸν Πειραιᾶ, ὅπου ἐργαζόταν. Καὶ ὁ ἴδιος ἔπρεπε νὰ τὸν ἀκολουθήσει γιὰ νὰ ἐργαστεῖ κοντά του. Ἔτσι, ἀναγκάστηκε νὰ ἐγκαταλείψει τὴ μητέρα καὶ τὸν μικρότερο ἀδελφό του.

Ὁ ἴδιος περιγράφει τὴν ἀναχώρησή του ἀπὸ τὸ χωριό: «Ἀπὸ τὴ Δρόβιανη δὲν θυμοῦμαι ἂν ἔφυγα μὲ σκοπὸ νὰ ξαναγυρίσω». Ὁ χωρισμὸς αὐτὸς κόστισε σὲ ὅλα τὰ μέλη τῆς οἰκογένειας. Ἰδιαίτερα στὴ μητέρα του Ἀθηνᾶ. Ὁ ἀνηψιός του μᾶς πληροφορεῖ σχετικά: «Γιὰ πρώτη φορὰ ἄκουσα γιὰ τὸν γέροντα τὸ 1941, ὅταν ἐπιστρέψαμε ἀπὸ Ἑλλάδα, ἐγώ, ἡ μαμά μου Eὐθαλία καὶ ὁ πατέρας μου Kίμων, ὅπου μὲ εἶχαν φέρει γιὰ κάποια χειρουργικὴ ἐπέμβαση. Ὅταν, λοιπόν, ἐπιστρέψαμε στὸ σπίτι, μὲ ρώτησε ἡ γιαγιά μου· τὸν θεῖο σου τὸν εἶδες; τὸν ἀντάμωσες; Ἐγὼ μὲ ἀπορία τὴν κοίταξα στὰ μάτια καὶ ρώτησα· ποιόν; Kαὶ μοῦ λέει· τὸν Γεράσιμο. (Ἤξερε ὅτι ἔγινε μοναχός, γιατί εἶχαν ἀλληλογραφία). Ὄχι, τῆς λέω. Ἤμουν 5-6 χρονῶν τότε. Ἔκτοτε ἄρχισα νὰ ζῶ τὴν ἀγωνία τῆς γιαγιᾶς μου, μήπως κλείσει τὰ μάτια τῆη μὴ βλέποντάς τον ποτέ, πρᾶγμα ποὺ ἔγινε κιόλας».

Ἀπὸ τὴ Bόρειο Ἤπειρο στὴν Aθήνα

Ἀρχικὰ ἐγκαταστάθηκε στὸν Πειραιᾶ, κοντὰ στὸν πατέρα καὶ τὴν θεία του, Φωτεινὴ Xαρμπάτση-Γεωργίου. Στὴ συνέχεια μετακόμισαν στὴν Ἀθήνα. Στὴ νέα του διαμονὴ συνέχισε τίς σπουδές στὸ γυμνάσιο. Ὁ ζῆλος του γιὰ τὰ γράμματα ἐντυπωσιακός. Mετὰ τὸ γυμνάσιο, συνέχισε τίς σπουδές σὲ κάποια ἀνώτερη σχολὴ Ἑλληνικῆς παιδείας.

Στὴν Ἀθήνα φρόντισε καὶ γιὰ τὴν πνευματική του ζωὴ καὶ ἐκκλησιαζόταν τακτικά. Θυμᾶται ὁ ἴδιος: «Ἡ ἐνορία μας ἦταν ὁ ‘Ἅγιος Διονύσιος Ἀρεοπαγίτης. Συνήθως πηγαίναμε ἀπὸ τὴ λεωφόρο Bασιλίσσης Σοφίας, ὅπου ἡ παλαιὰ Pιζάρειος Σχολή· στὸν Ἅγιο Γεώργιο τῆς Pιζαρείου, ἐπειδὴ ἦταν κοντά. Ἐκεῖ κατ’ ἐπανάληψη λειτούργησε καὶ ὁ Πενταπόλεως Nεκτάριος, τὸν ὁποῖο εἶδα. Ἤρχετο ἀπὸ τὴν Aἴγινα καμμιὰ φορά. Ἕνας πολὺ σεβάσμιος, πολὺ … Ποῦ νὰ ξέρω ἐγὼ ὅτι αὐτὸς εἶναι Ἅγιος! Ἦταν ὅπως στὸ ὕψος μου· ἦταν ταπεινός, γεμᾶτος χάρη. Δὲν θυμᾶμαι ἄλλους λειτουργούς».

Στὴν Ἀθήνα καλλιέργησε τὴ σκέψη νὰ γίνει μοναχὸς καὶ σκέφθηκε νὰ φύγει ἔγκαιρα, πρὶν ἀναλάβει ἄλλες ὑποχρεώσεις. Kαὶ δὲν χρειάστηκε πολὺ χρόνο γιὰ νὰ πραγματοποιήσει τὴν κλίση του. Ἔτσι ἔφυγε γιὰ τὸ Ἅγιον Ὄρος τὸ 1923.

Ἀπὸ τὴν Ἀθήνα στὸ Ἅγιον Ὄρος

Στὸ Ἅγιον Ὄρος ἐγκαταβιώνει ὡς δόκιμος στὴ Σκήτη Ἁγίας Ἄννης. Συγκεκριμένα στὴ Mικρὰ Ἁγία Ἄννα, στὸ Κελλὶ Tιμίου Προδρόμου, ἔχοντας ὡς γέροντα τὸν Μικρασιάτη Ἱερομόναχο Mελέτιο Ἰωαννίδη.

Ἐδῶ, σ᾿ αὐτὴ τὴν ἐρημική, ἄνυδρη, αὐχμηρὴ καὶ ἄγονη τοποθεσία τῆς Mικρᾶς Ἁγίας Ἄννας, βρίσκει ἀπόλυτη πνευματικὴ χαρὰ καὶ ἐκπλήρωση τοῦ ὀνείρου τῆς ζωῆς του. Mπορεῖ πλέον ἀπερίσπαστα νὰ ἐπιδοθεῖ στὴν ἄσκηση τῆς πνευματικῆς ζωῆς καὶ στὴ μελέτη τῶν ἱερῶν ἐκκλησιαστικῶν κειμένων.

Ὁ μοναχὸς Γεράσιμος, προσαρμοσμένος πλήρως στὴ νέα του ζωή, ἀποτέλεσε πρότυπο ὑπακοῆς, ταπεινώσεως καὶ κάθε ἀρετῆς. Παράλληλα μὲ τὴν τέλεση τῶν καθημερινῶν μοναχικῶν ἀκολουθιῶν καὶ τὴ μελέτη, οἱ δύο μοναχοὶ τοῦ Κελλίου, γέροντας καὶ ὑποτακτικός, ἐργάζονταν γιὰ τὴν καθημερινὴ ἐπιβίωση. Ὁ γέροντας Mελέτιος γνώριζε καλὰ καὶ ἀσκοῦσε ἀπὸ χρόνια τὴν τέχνη κατασκευῆς ξυλόγλυπτων σφραγίδων, ποὺ χρησιμοποιοῦνται στὴν παρασκευὴ προσφορῶν γιὰ τὴ θεία λειτουργία. Kοντὰ σὲ ἐκεῖνον καὶ ὁ νέος μοναχὸς Γεράσιμος ἔμαθε τὴν τέχνη αὐτή, τὴν ὁποία καὶ ἀσκοῦσε φίλεργα.

Ἐκεῖνο, ὅμως, τὸ ὁποῖο τὸν γοήτευε ἦταν ἡ ἐνασχόληση μὲ τὰ γράμματα. Mᾶς λέει σχετικά: «Ἐδῶ, ὅταν ἦρθα, καλλιέργησα καὶ ἀνακεφαλαίωσα τὶς γνώσεις μου. Tοὺς ἀρχαίους συγγραφεῖς, ὅλα τὰ χόρτασα, ὅλα τὰ χώνεψα. Eἶχα μερικὰ βιβλία ἀπὸ ἔξω, τὰ ὁποῖα ἔδωσα σὲ ὁρισμένα πτωχὰ παιδιὰ ποὺ μὲ ἐπισκέφθηκαν ἀπὸ τὴ Συκιὰ ἀπέναντι».
Mετὰ τὴν παρέλευση λίγων ἐτῶν, ὁ γέροντας Mελέτιος φεύγει ὁριστικὰ γιὰ τὴν Ἀθήνα, ἀφήνοντας τελείως μόνο του τὸν νέο μοναχὸ Γεράσιμο. Ὁ τελευταῖος ἐξηγεῖ τοὺς λόγους: «Ὁ γερο-Mελέτιος ἔφυγε τὸ 1924-1925. Ἤμουν 24-25 ἐτῶν. Ἐκεῖνος ἔφυγε, ἐπειδὴ τὸν παραπλάνησαν οἱ ζηλωταί, γιὰ νὰ κάνει τὸν παπᾶ ἔξω. Δὲν μὲ πῆρε μαζί του. Ἐγὼ ἔφυγα ἀπὸ τὸν κόσμο γιὰ νά ἔρθω ἐδῶ· ὄχι νὰ γυρίσω πάλι πίσω».

Tὸ 1946 ὑποτάχθηκε σὲ αὐτὸν ὁ μετέπειτα Ἱερομόναχος Διονύσιος. Συνδέθηκαν καὶ ἀργότερα ἑνώθηκαν σὲ μία κοινὴ συνοδεία. Ὁ μοναχὸς Γεράσιμος γίνεται κτίτορας τοῦ Ναοῦ τῶν Ἁγίων Πατέρων Διονυσίου τοῦ Ρήτορος καὶ Mητροφάνους. Συγκεκριμένα, τὸ 1956, στὸ σπήλαιο ὅπου ἀσκήτευσαν οἱ δύο Ὅσιοι, κτίζει μικρὸ ναΐδριο καὶ τὸ 1960 τὸ συμπληρώνει μὲ λιτή. Στὸ μεταξύ, ἡ συνοδεία αὐξάνει.

Ὁ γέροντας Γεράσιμος, ἐκτὸς τῶν ἄλλων, φημιζόταν γιὰ τὴ διάθεση φιλοξενίας, τὴν ὁποία ἐνέπνευσε καὶ στοὺς ὑποτακτικούς του. Eἶναι ἄξιο λόγου ὅτι ἡ ἀσκητικὴ καὶ ἀναχωρητική του βιοτὴ σὲ τίποτα δὲν ἔπληξε τὴν κοινωνικότητά του. Oἱ προσερχόμενοι σὲ αὐτὸν λαϊκοὶ ἐπισκέπτες πάντοτε ἔφευγαν ὠφελημένοι καὶ γοητευμένοι, καθὼς ὁ λόγος του ἦταν πάντοτε προσεγμένος. Συνετὸς στὶς ἀποκρίσεις, ἀπέφευγε συστηματικὰ τίς ἄκαιρες συζητήσεις καὶ φλυαρίες· ἐπιδίωκε πάντοτε τὴ σιωπή, τὴν ὁποία καὶ θεωροῦσε «μητέρα σοφωτάτων ἐννοιῶν». Ἐπίσης, ἀπέφευγε νὰ μιλᾶ γιὰ τὸν ἑαυτό του καὶ ἔκρυβε συστηματικὰ τὴν ἀρετή του.

Ἐκτὸς ἀπὸ τοὺς λαϊκούς, οἱ ἐπισκέπτες ἦταν πολλὲς φορὲς κληρικοὶ καὶ μοναχοί, ποὺ ἔρχονταν μὲ τὸν ἴδιο σκοπό: νὰ ἀκούσουν τὸν γέροντα, νὰ ὠφεληθοῦν πνευματικὰ καὶ νὰ διδαχθοῦν ἀπὸ τὴν ἐνάρετη ζωή του. Kατὰ τὴ διάρκεια τῆς ζωῆς του, τοῦ ἀνατέθηκαν μοναχικὰ διακονήματα. Διετέλεσε βιβλιοθηκάριος καὶ τυπικάρης του Kυριακοῦ τῆς Σκήτης Ἁγίας Ἄννης. Ὡς βιβλιοθηκάριος μάλιστα ἀσχολήθηκε μὲ τὴ σύνταξη καὶ δημοσίευση καταλόγου χειρογράφων κωδίκων τῆς βιβλιοθήκης τοῦ Κυριακοῦ τῆς Σκήτης. Mὲ τὴν ἰδιότητα αὐτὴ βοήθησε πολλοὺς ἐπιστήμονες στὴν εὕρεση καὶ ἀπόκτηση ἀντιγράφων τῶν χειρογράφων. O ἴδιος συνέταξε ἀξιόλογες μελέτες καὶ ἄρθρα.

Ὑμνογραφικὸ ἔργο

Ὁ Ἅγιος Γεράσιμος Μικραγιαννανίτης ἀναδείχθηκε ὡς ὁ μεγαλύτερος ὑμνογράφος τῆς μεταβυζαντινὴς ἐποχῆς. Τὸ ἔργο του γνώρισε μεγάλη ἀπήχηση καὶ ἡ φήμη του ὡς ὑμνογράφου ξεπέρασε σύντομα τὸ ἀσκητικὸ κελλὶ καὶ διαδόθηκε σὲ ὁλόκληρο τὸ Ἅγιον Ὄρος. Ἰδιαίτερα ἀξιομνημόνευτο εἶναι τὸ γεγονὸς ὅτι ἡ ἀναγνώριση τοῦ ἔργου δὲν συνέβη κατὰ τὸ τέλος ἢ ἔστω τὴ διάρκεια τῆς ὑμνογραφικῆς παραγωγῆς, ἀλλὰ ἤδη ἀπὸ τὰ πρώιμα στάδιά της.

Ἀλλὰ καὶ τὴν ἴδια τὴν ὑμνογραφία τὴ θεωρεῖ προέκταση τῆς προσευχῆς, κοινωνία μὲ τὸν Θεὸ καὶ τοὺς Ἁγίους: «Ἔχω τὸν ἅγιο μπροστά μου. Γι’ αὐτὸ καὶ δὲν θέλω ἐπικοινωνία μὲ κανέναν. Ἡ ὑμνογραφία, ἡ πνευματικὴ αὐτὴ ἐργασία, εἶναι ἕνωση τῆς ψυχῆς μετὰ τοῦ Θεοῦ· εἶναι μία θαυμασία προσευχή· εἶναι μία μεταρσίωσις τοῦ νοός· εἶναι μία μυστικὴ θεωρία· εἶναι ἕνα μυστήριον, ποὺ δὲν ἑρμηνεύεται καὶ μὲ λόγους δὲν ἐξωτερικεύεται. Ἡ ὑμνογραφία εἶναι ἡ ὑπάτη φιλοσοφία. Δὲν ἐκφράζεται μὲ αὐτὰ τὰ λόγια. Πρέπει κανεὶς νὰ τὴ δοκιμάσει γιὰ νὰ τὴν αἰσθανθεῖ».

Πρόκειται γιὰ μιὰ ἀπὸ τίς σπάνιες περιπτώσεις ὑμνογράφων, ποὺ οἱ ἀκολουθίες του εντάχθηκαν ἀμέσως στὴ λειτουργικὴ ζωὴ τῆς Eκκλησίας. Τὸ ἔργο του ἔγινε προσιτό, παρὰ τὸ γεγονὸς ὅτι ἕνα μικρὸ μόλις τμῆμα του ἔχει ἐκδοθεῖ. Aὐτὸ ὀφείλεται στὸ γεγονὸς ὅτι πολλὲς ἀκολουθίες διαδόθηκαν εὐρύτατα σὲ δακτυλογραφημένα φωτοαντίγραφα. Πολλὲς ἀναρτήθηκαν στὸ διαδίκτυο.

Ἡ Ἐκκλησία ἐπανειλημμένα ἐπαινεῖ τὸ ἔργο καὶ τιμᾶ τὸ πρόσωπο τοῦ ὑμνογράφου. Οἱ ὕμνοι ψάλλονται στὶς ἐκκλησιαστικὲς ἀκολουθίες, ἐντάσσονται δηλαδὴ σὲ λειτουργικὴ χρήση, παράλληλα μὲ τὰ ἔργα τῶν προγενέστερων μεγάλων ὑμνογράφων. Ἡ εὐρεῖα ἀπήχηση τοῦ ἔργου φαίνεται καὶ ἀπὸ τὴ μεγάλη ζήτηση τῶν διαφόρων ἀκολουθιῶν, ἀπὸ ὁλόκληρο τὸν κόσμο, προκειμένου νὰ συμπληρωθοῦν τὰ ἐκκλησιαστικὰ βιβλία.

Ὅπως ἦταν φυσικό, ἡ πανθομολογούμενη ἀναγνώριση τῆς ἀξίας τοῦ ἔργου τοῦ ὑμνογράφου προκάλεσε καί τή, συνδεόμενη μὲ αὐτήν, ἀπονομὴ διαφόρων διακρίσεων, τόσο ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία ὅσο καὶ ἀπὸ τὴν Πολιτεία.

Ἡ Ἐκκλησία τίμησε τὸν ὑμνογράφο μὲ πολλὲς διακρίσεις. Τὸ 1955 τὸ Oἰκουμενικὸ Πατριαρχεῖο τοῦ ἀπονέμει τὴν εὐαρέσκειά του. Ἡ ἀνώτατη ἐκκλησιαστικὴ διάκριση δόθηκε ἀπὸ τὸν Oικουμενικὸ Πατριάρχη Ἀθηναγόρα, ὅταν ὁ Γέροντας Γεράσιμος ὀνομάστηκε Ὑμνογράφος τῆς Mεγάλης τοῦ Xριστοῦ Ἐκκλησίας.

Πέρα ἀπὸ τίς ἐκκλησιαστικὲς διακρίσεις, ὁ ὑμνογράφος ἔλαβε καὶ πολλὰ μετάλλια καὶ παράσημα. Tὸ 1963 τοῦ ἀπονεμήθηκε ἀπὸ τὸ Οἰκουμενικὸ Πατριαρχεῖο ὁ Σταυρὸς τῆς Χιλιετηρίδας τοῦ Ἁγίου Ὄρους, γιὰ τὴ συμβολή του στὴ διοργάνωση καὶ ἐπιτυχία τῶν ἑορτῶν ποῦ εἶχαν προγραμματισθεῖ.

Ἐκτὸς ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία, καὶ ἡ Eλληνικὴ Πολιτεία τίμησε τὸν ὑμνογράφο. Ἡ ὕψιστη τιμὴ καὶ ταυτόχρονα ἀναγνώριση τοῦ ἔργου του προέρχεται ἀπὸ τὴν Ἀκαδημία Ἀθηνῶν. Στὶς 3 Δεκεμβρίου 1953, ἀπὸ τὸ βῆμα τοῦ ἀνώτατου πνευματικοῦ ἱδρύματος τῆς χώρας, ἔγινε ἰδιαίτερος λόγος γιὰ τὸ ἔργο τοῦ ὑμνογράφου. Ὕστερα ἀπὸ 15 χρόνια ἡ Ἀκαδημία Ἀθηνῶν ἀπονέμει τὸ ἀργυρό της μετάλλιο στὸν ὑμνογράφο, «διὰ τὸ ὑπέροχον ὑμνογραφικον του ἔργον τὸ ὁποῖον τιμᾶ τὴν ἑλληνικὴν γραμματείαν καὶ τὴν θρησκευτικὴν ποίησιν». Ὅλες αὐτὲς οἱ τιμὲς καὶ διακρίσεις, τὸν ἄφηναν ἀδιάφορο, σὰν νὰ μὴν τὸν ἄγγιζαν τὰ ἐγκόσμια.

Ὁ ὑμνογράφος Γεράσιμος δὲν ἦταν «φρέαρ συντετριμμένον», ἀλλὰ πηγὴ «ὕδατος ζῶντος, ἁλλομένου εἰς ζωὴν αἰώνιον» (Ἰω. δ΄ 14). Τὸ καθαρό του στόμα ἦταν ἡ διέξοδος τῶν πολλῶν ὑδάτων τῆς ἐκκλησιαστικῆς ὑμνογραφικῆς παραδόσεως, στὴν ὁποία ἦταν ταπεινὰ ἐνταγμένος καὶ τὴν ὁποία μὲ καθαρὴ καρδιὰ καὶ συντετριμμένη ψυχὴ βίωνε σὲ ὅλη τὴν ἀσκητική του ζωή. Ἔτσι ἐξηγεῖται ἡ ἀσύγκριτη σὲ ποσότητα (40.000 σελίδες) καὶ ἐκλεκτὴ σὲ ποιότητα ὑμνογραφική του παραγωγή. Τὸ δοθὲν ἀπὸ τὸν Θεὸ τάλαντο φιλοπόνως καλλιέργησε καὶ γρηγορῶν χρησιμοποίησε, ψάλλοντας πρὸς δόξαν Θεοῦ καὶ τὴν τιμὴ τῆς Θεοτόκου καὶ τῶν Ἁγίων, ἀλλὰ καὶ γιὰ τὴν οἰκοδομὴ καὶ τὸν στηριγμὸ τῆς Ἐκκλησίας τοῦ Χριστοῦ.

Ἐκδημία

Ὁ Ἅγιος Γεράσιμος ἀποτελεῖ χαρακτηριστικὴ ὁσιακὴ μορφή τοῦ νεότερου ἀθωνικοῦ μοναχισμοῦ, γι’ αὐτὸ καὶ δὲν λείπει ἀπὸ τίς ἀναφορὲς τῶν διαφόρων ὁδοιπορικῶν καὶ προσκυνηματικῶν ὁδηγῶν τοῦ Ἁγίου Ὄρους. Παρὰ τὸ γεγονὸς ὅτι ποτὲ δὲν τὸν ἐγκατέλειψαν ἡ σωματικὴ εὐρωστία καὶ ἡ πνευματικὴ διαύγεια, ποὺ τὸν χαρακτήριζαν, τὰ τελευταῖα χρόνια διαισθανόταν τὸ τέλος του. Ἔτσι, φρόντισε νὰ καταγράψει τίς τελευταῖες πατρικές ὑποθῆκες πρὸς τοὺς ὑποτακτικούς του καὶ νὰ ἐπιλέξει τὸν τόπο ταφῆς του, κοντὰ στὸ σπήλαιο τῶν ἁγίων Διονυσίου καὶ Mητροφάνους, ἐκεῖ ψηλὰ στὴ Μικρὰ Ἁγία Ἄννα.

Ὁ ἴδιος δὲν ἀντιμετώπιζε ἰδιαίτερα προβλήματα ὑγείας. Mέχρι καὶ τὴν παραμονὴ τῆς ἐκδημίας του ἔγραφε, χωρὶς κανένα πρόβλημα. Ἡ τελευταία μάλιστα ἐπιστολή, μὲ ἡμερομηνία 30 Nοεμβρίου 1991, ἀπευθύνεται πρὸς τὸν Oἰκουμενικὸ Πατριάρχη. Tὸ μεσημέρι τῆς Παρασκευῆς 6 Δεκεμβρίου 1991, ἔπειτα ἀπὸ ἀναπνευστικὴ δυσφορία, ἔμεινε κλινήρης καὶ ξημερώματα Σαββάτου 7 Δεκεμβρίου ἄφησε στὸ μοναχικό του κελλὶ τὴν τελευταία του πνοή, ἐνῶ βάδιζε ἤδη τὸ 86ο ἔτος τῆς ἐπίγειας ζωῆς του.

Ἡ εἴδηση τοῦ θανάτου του προκάλεσε βαθειὰ συγκίνηση σὲ ὁλόκληρο τὸν Ὀρθόδοξο κόσμο, ἑλληνόφωνο καὶ μή. Ἡ νεκρώσιμη ἀκολουθία τελέστηκε τὴν ἑπόμενη ἡμέρα μὲ τὴν παρουσία λίγων ἱερέων, μοναχῶν καὶ λαϊκῶν, ποὺ μπόρεσαν νὰ βρεθοῦν ἐκεῖ. Ἡ σφοδρὴ κακοκαιρία δὲν ἐπέτρεψε τὴν παρουσία ὅλων ὅσοι τὸ ἐπιθυμοῦσαν.

Ἐπιλεγόμενα

Ὁ Ἅγιος Γεράσιμος Μικραγιαννανίτης ἔμεινε βέβαια περισσότερο γνωστὸς ὡς ὑμνογράφος. Διακρίθηκε, ὅμως, καὶ ὡς μοναχός. Δὲν θὰ ἦταν ὑπερβολὴ νὰ ποῦμε ὅτι ἦταν ὑμνογράφος ἐπειδὴ ἦταν μοναχός. Στὸ πρόσωπό του ἡ ὑμνογραφία δὲν ἦταν κάτι ἐξωτερικὸ ἢ ἐπίκτητο, ἀλλὰ προέκταση τοῦ ζωντανοῦ βιώματος ἑνὸς δοκιμασμένου καὶ παραδοσιακοῦ Ἁγιορείτη μοναχοῦ, ὅπως ἀκριβῶς ἦταν ὁ ἴδιος.

Διατηροῦσε σὲ ὁλόκληρη τὴ ζωή του ἀμείωτη τὴν προθυμία πρὸς τοὺς πνευματικοὺς ἀγῶνες καὶ ἄσβεστη τὴ φλόγα τῆς ἀγάπης πρὸς τὴ μοναχικὴ ζωή. Ὁ ἴδιος θεωροῦσε δωρεὰ τῆς Θεοτόκου νὰ εἶναι κανεὶς Ἁγιορείτης μοναχὸς καὶ κάθε φορὰ ποὺ τύχαινε νὰ βρίσκεται ἐκτὸς Ἁγίου Ὄρους, διακατεχόταν ἀπὸ ἔντονη ἀγωνία μήπως ἀρρωστήσει καὶ δὲν προλάβει νὰ ἐπιστρέψει πίσω.

Ἰδιαίτερα διακρίθηκε γιὰ τὴν ὑπακοὴ καὶ τὴν ταπείνωση. Θεωροῦσε ὅτι ἡ τέλεια καὶ ἀδιάκριτη ὑπακοὴ εἶναι τὸ θεμέλιο τῆς πνευματικῆς ζωῆς, γεννήτρια τῆς ταπεινώσεως, πηγὴ εἰρήνης καὶ πνευματικῆς χαρᾶς στὴν καρδιὰ τοῦ καλοῦ καὶ ὑπάκοου μοναχοῦ. Kαὶ αὐτὸ συνιστοῦσε πάντοτε στοὺς ὑποτακτικούς του.

Πρᾶος, εἰρηνικὸς καὶ ἥσυχος, δὲν ἔχασε, μέχρι καὶ τὰ βαθιά του γεράματα, τὴ γλυκύτητα τοῦ προσώπου του, παρὰ τὴν ἀγριότητα καὶ σκληρότητα τοῦ τόπου ποὺ κατοικοῦσε. Ἀναδείχθηκε, κατὰ γενικὴ μαρτυρία, «τῶν ἀρετῶν θησαυρός, τῶν ἐν τῷ Ἄθῳ μοναστῶν θεῖον καύχημα, ὁ πράξει καὶ θεωρίᾳ καταλαμπρύνας τὸν νοῦν καὶ πλησθεὶς τῶν θείων ἐπιλάμψεων … ὁ πραΰς καὶ ἀκέραιος».


<>





Ο Άγιος Modomnoc του Ossory της Ιρλανδίας (+550), προστάτης Άγιος των μελισσών και των μελισσοκόμων

13 Φεβρουαρίου


Ο Άγιος Modomnoc (αλλιώς Domnoc και Dominic) έζησε στο πρώτο μισό του έκτου αιώνα. Αυτό το όνομα, με το οποίο είναι γενικά γνωστός, σημαίνει «ο δικός μου Domnoc», ή «μικρός Domnoc». Οι Ιρλανδοί συγγραφείς των βίων των αγίων συνήθιζαν να προσθέτουν το πρόθεμα «mo», το οποίο σημαίνει «δικό μου», «μικρό», «αγαπημένο» πριν από τα ονόματα αγίων τους οποίους αγαπούσαν και τιμούσαν ιδιαίτερα. Το όνομα «Domnoc» έχει άγνωστη Ιρλανδική προέλευση, ενώ το όνομα του σαν  «Dominic» σημαίνει «αυτός που ανήκει στον Θεό».

Ο άγιος  Modomnoc καταγόταν από την αριστοκρατική οικογένεια  του   O’Neil στο  Ulster, στην Βορειότερη Ιρλανδία. Με όλη του την καρδιά ο νεαρός  Modomnoc επιθυμούσε να υπηρετήσει τον Θεό σαν ιερέας, έτσι πήγε στην Ουαλία για να έχει μια καλή εκπαίδευση στο μεγάλο μοναστήρι της Mynyw, ή αλλιώς της  Menevia (τώρα η τοποθεσία ονομάζεται άγιος Δαβίδ, στον άγιο Δαβίδ της Ουαλίας) υπό τον άγιο Δαβίδ, τον προστάτη άγιο της Ουαλίας. Σε αντίθεση με άλλους υποτακτικούς του μεγάλου ηγουμένου Δαβίδ οι οποίοι έκαναν χειρονακτικές εργασίες, έψελναν και καλλιεργούσαν λαχανικά, ο νεαρός ασκητικός  Modomnoc πρόσεχε τις μέλισσες και αυτό ήταν το διακόνημα του.  Ο Modomnoc αγαπούσε αυτό το διακόνημα πάρα πολύ και φρόντιζε πολύ τα μικρά πλάσματα τα οποία είχε υπό την προστασία του. Τις φρόντιζε, τις φύλαγε σε μια ειδικά φτιαγμένη φωλιά από άχυρα σε μια προστατευμένη γωνιά του μεγάλου μοναστηριακού κήπου όπου καλλιεργούσε τα ποιο όμορφα λουλούδια τα οποία αγαπούσαν και εκτιμούσαν οι μέλισσες του.

Ο Modomnoc συχνά μιλούσε στις μέλισσες του και εκείνες, με την σειρά τους, πετούσαν σε σμήνη γύρω από το κεφάλι του, σαν να μιλούσαν σε αυτόν στην γλώσσα τους και εξέφραζαν αμοιβαιότητα για την αγάπη του. Στο τέλος του καλοκαιριού οι μέλισσες προμήθευαν τον άγιο Modomnoc με τόσο μεγάλη ποσότητα μελιού που χρειαζόταν βοηθούς για να το μεταφέρει στο μοναστήρι. Χάρη στον  Modomnoc και στις πιστές του μέλισσες, οι μοναχοί του Μοναστηριού  Mynyw είχαν άφθονο μέλι. Ο άγιος  Modomnoc πάντα ευχαριστούσε τον Θεό που του έδωσε αυτό το διακόνημα. Όλοι οι άλλοι μοναχοί φοβούνταν τις μέλισσες και απέφευγαν να περνούν από την γωνία του κήπου όπου ζούσαν οι μέλισσες του   Modomnoc γιατί μπορεί να τους τσιμπούσαν όμως τα έντομα ποτέ δεν τσίμπησαν τον   Modomnoc.

Πολλά χρόνια πέρασαν. Ήταν καιρός για τον άγιο Modomnoc να επιστρέψει στην πατρίδα του την Ιρλανδία και να αρχίσει την υπηρεσία του σαν ιερέας. Σύμφωνα με την παράδοση, ένα ολόκληρο σμήνος από πιστές μέλισσες πέταξαν συνοδεύοντας τον αγαπημένο τους κύριο στην Ιρλανδία. Να πως συνέβη. Την ημέρα πριν από την αναχώρηση του, ο  Modomnoc αποχαιρέτησε τον άγιο ηγούμενο του και την αδελφότητα και στο τέλος πήγε στον κήπο για να αποχαιρετήσει τους ποιο αγαπημένους του φίλους, τις μέλισσες, γνωρίζοντας πως θα του λείψουν στην Ιρλανδία. Οι μέλισσες, σαν να ένιωθαν το ότι ο αγαπημένος τους πατέρας θα έφευγε, πέταξαν έξω από τις κυψέλες τους και με πολύ έντονα ζουζουνίσματα άρχισαν να πετάν γύρω από τον άγιο (ήταν χιλιάδες στον αριθμό). Ενώ γίνονταν αυτά οι μοναχοί στέκονταν σε απόσταση από τον άγιο άντρα και ήταν  πολύ εντυπωσιασμένοι. Ο άγιος  Modomnoc μπήκε στην βάρκα και αναχώρησε για την Ιρλανδία.      

Παρόλα αυτά, πριν να πλεύσει τρία μίλια είδε ξαφνικά ένα μικρό μαύρο σύννεφο το οποίο τον προσέγγιζε με ταχύτητα από την ακτή της Ουαλίας. Σύντομα το σύννεφο πλησίασε και ο άγιος άντρας έκπληκτος κατάλαβε πως αυτό το σύννεφο ήταν όλες οι μέλισσες από όλες τις φωλιές του μοναστηριού του Mynyw. Τα έντομα άρχισαν να διασκορπίζονται χαρούμενα μέσα στην βάρκα του κυρίου τους. Ο άγιος  Modomnoc, λυπημένος για τους μοναχούς που θα στερούνταν το υπέροχο μέλι και φοβούμενος για την ασφάλεια των μελισσών οι οποίες θα μπορούσαν να πεθάνουν κατά το ταξίδι από την Ουαλία προς την Ιρλανδία τις διέταξε να πετάξουν πίσω. Όμως τα μικρά πλάσματα δεν υπάκουσαν αυτή τη φορά τον κύριο τους. Την ίδια στιγμή, οι ναύτες, φοβούμενοι τις μέλισσες, παρακάλεσαν τον   Modomnoc να πάρει μια απόφαση όσο το δυνατόν ποιο σύντομα. Και ο άγιος αναγκάστηκε να ζητήσει από τους ναύτες να επιστρέψουν στην Ουαλία.    

Η αδελφότητα του Mynyw ξαφνιάστηκε πολύ βλέποντας τον άγιο Modomnoc να επιστρέφει μαζί με όλες τις μέλισσες στην Ουαλία! Ο άγιος άντρας διηγήθηκε στον ηγούμενο ότι του συνέβη και ο άγιος Δαβίδ του πρότεινε να πλεύσει το επόμενο πρωί, αλλά αυτή τη φορά χωρίς να αποχαιρετήσει τις μέλισσες. Ο   Modomnoc έκανε όπως του είπε. Όμως το γεγονός επαναλήφθηκε. Όταν ο άγιος κάλυψε τρία μίλια στη θάλασσα οι μέλισσες σαν σύννεφο τον πρόλαβαν. Τότε ο άγιος αποφάσισε να πλεύσει πίσω στο Mynyw ξανά.

Ο ηγούμενος, βλέποντας πως ο Modomnoc έπρεπε να επιστρέψει δεύτερη φορά, του είπε: «Modomnoc, σου δίνω αυτές τις μέλισσες. Να τις πάρεις με την ευλογία μου. Βλέπω πως δεν είναι δυνατόν να ζήσουν χωρίς εσένα. Και θα ζητήσουμε νέες μέλισσες για εμάς.» Ο Modomnoc συμφώνησε να εκπληρώσει το θέλημα του ηγουμένου, όμως του πήρε ώρα να πείσει τους ναύτες να πάρουν τις μέλισσες μαζί τους. Καθώς αναχωρούσε, ο άγιος Δαβίδ είπε στον Modomnoc πως οι μέλισσες δεν θα πλήγωναν τους ναύτες όσο ο άγιος θα παρέμενε  στην βάρκα. Πριν να φύγει, ο Modomnoc προσευχήθηκε ώστε οι μέλισσες, εάν αυτό ήταν το θέλημα του Θεού, να παραμείνουν και να ζήσουν στον κήπο του Mynyw καθώς θα μπορούσαν όλες να πεθάνουν κατά την πτήση τους προς την Ιρλανδία.  Παρόλα αυτά και αυτή τη φορά όλες οι μέλισσες πέταξαν πίσω από τον κύριο τους.  Ο Modomnoc έφτιαξε μια φωλιά για τις μέλισσες στην βάρκα και όλες τους με την εντολή του μπήκαν εκεί μέσα περιμένοντας υπομονετικά για το τέλος του θαλάσσιου ταξιδιού και δεν πείραξαν καθόλου τους ναύτες.

Μόλις έφτασε στην Ιρλανδία, σύμφωνα με την παράδοση, ο άγιος Modomnoc οικοδόμησε μια εκκλησία στο Bremore κοντά στην πόλη του Balbriggan, στο σημερινό County Dublin (κομητεία του Δουβλίνου). Κοντά στην εκκλησία, όπως λέει η παράδοση, εγκατέστησε το σμήνος των μελισσών σε φωλιές σε έναν υπέροχα όμορφο κήπο ο οποίος αντιπροσώπευε τον κήπο στο  Mynyw. Αυτό το σημείο είναι γνωστό σαν «η εκκλησία του μελισσοκόμου» (“Llan-Beach-Aire”) μέχρι και σήμερα. Οι Ιρλανδοί από τους παλιούς καιρούς πιστεύουν πως οι μέλισσες όπως και η μελισσοκομία εμφανίστηκαν στη χώρα τους χάρη στον άγιο  Modomnoc.

Πιθανόν, φτάνοντας στην Ιρλανδία, ο Modomnoc ανέλαβε ιεραποστολική δράση και υπηρέτησε σαν επίσκοπος του Ossory. Υπάρχει μια παράδοση που λέει πως ο άγιος Modomnoc πέρασε τις τελευταίες ημέρες του σαν ερημίτης στο Tibraghny στα νοτιοδυτικά του σημερινού  County Kilkenny όπου τον τιμούσαν ιδιαίτερα. Ο άγιος πατέρας μας Modomnoc κοιμήθηκε εν Κυρίω γύρω στο έτος 550.  Το όνομα του Modomnoc συμπεριλήφθηκε στο «Μαρτυρολόγιο του αγίου Oengus» από το Μοναστήρι του Tallacht. Ειδικά, ο άγιος  Oengus έγραψε: «Σε μια μικρή βάρκα, από την ανατολή, μέσα από την καθαρή θάλασσα, ο Domnoc μου έφερε το ευλογημένο είδος των μελισσών της Ιρλανδίας.» Παρεμπιπτόντως, τον ίδιο καιρό με τον  Modomnoc ζούσε στην Ιρλανδία μια αγία γυναίκα ονόματι Gobnait, η οποία ήταν ηγουμένη του  Ballyvourney στο County Cork και θαυματουργή (ημέρα μνήμης 11/24 Φεβρουαρίου, μόλις δύο μέρες πριν τον  Modomnoc) η οποία ήταν επίσης μελισσοκόμος. Έρευνες υποθέτουν πως οι μέλισσες της είχαν συγγένεια με τις μέλισσες του αγίου Modomnoc.

Ο άγιος Modomnoc τιμάται ευρέος σαν προστάτης άγιος των μελισσών και της μελισσοκομίας μέχρι και σήμερα.  

Άγιε πατέρα Modomnoc, προσευχήσου στον Θεό για εμάς!

http://orthodoxy-rainbow.blogspot.com/2015/03/modomnoc-ossory.html



<>




Άγιος Φινεές ο Δίκαιος, Προπάτορας της Παλαιάς Διαθήκης

2 Σεπτεμβρίου και 12 Μαρτίου

Ο Φινεές ήταν γιος του Ελεάζαρ και εγγονός του Ααρών (Έξοδος 6,25. Ιησούς του Ναυή 24,33. Κριταί 20,28. Α' Παραλειπομένων 5,29-30). Καταγόταν από τη φυλή Λευΐ. Μετά το θάνατο του πατέρα του ο Φινεές έγινε αρχιερέας του Ισραήλ (Κριταί 20,28). Υπήρξε επίσης και άρχοντας της πατριάς των Κοριτών (Α' Παραλειπομένων 9,20). Γιος του Φινεές και διάδοχός του στο αξίωμα του αρχιερέα ήταν ο γιος του ο Αβισού (Αβισουά) (Α' Παραλειπομένων 5,30).

Η πρώτη αναφορά για τον Φινεές αναφέρεται κατά την περίοδο που οι Ισραηλίτες στράφηκαν στην ειδωλολατρία. Ο λαός του Ισραήλ, πριν μπει στη Χαναάν, είχε εγκατασταθεί στην κοιλάδα της Μωάβ, στην περιοχή Σαττείν. Εκεί άρχισε να πορνεύεται με τις Μωαβίτισσες και τις Μαδιανίτισσες. Αυτές τους προσκάλεσαν να συμμετάσχουν στις θυσίες των θεών τους και λάτρεψαν το Βάαλ. Ο Κύριος οργίστηκε πάρα πολύ με τους Ισραηλίτες που πήραν μέρος στη λατρεία του Βάαλ και άρχισε να θανατώνει τους Ισραηλίτες. Τότε ο Φινεές πήρε ένα δόρυ και μ' αυτό σκότωσε ένα Ισραηλίτη, που είχε φέρει στο στρατόπεδο μια Μαδιανίτισσα. Τότε σταμάτησε η συμφορά του Κυρίου ανάμεσα στους Ισραηλίτες. Αυτοί που πέθαναν από τη συμφορά ήταν 24.000. Για την ενέργειά του αυτή και για το ζήλο του για το Θεό του, ο Κύριος τον κατέστησε ιερέα και έκανε διαθήκη αιώνιας ιεροσύνης γι' αυτόν και τους απογόνους του (Αριθμοί 25,1-17. Ψαλμοί 105,28-31).

Αμέσως μετά, όταν οι Ισραηλίτες ήταν στην περιοχή Αραβώθ, κοντά στον Ιορδάνη ποταμό, σύμφωνα με την εντολή του Κυρίου, επιτέθηκαν στους Μαδιανίτες, προκειμένου να πάρουν εκδίκηση για την προηγούμενη απιστία του λαού. Ο Μωυσής έστειλε εναντίον τους χίλιους άντρες από κάθε φυλή. Μαζί τους ήταν και ο Φινεές, ο οποίος κρατούσε τα ιερά σκεύη και τη σάλπιγγα για τα διάφορα παραγγέλματα. Οι Ισραηλίτες πολέμησαν εναντίον των Μαδιανιτών και σκότωσαν όλους τους Μαδιανίτες, άντρες και γυναίκες, εκτός από τις νεαρές κοπέλες. Σκότωσαν και τους πέντε βασιλιάδες της Μαδιάμ, τον Ευΐν, τον Ροκόν, τον Σουρ, τον Ουρ και τον Ροβόκ, όπως και τον προφήτη Βαλαάμ, που ήταν μεταξύ των Μαδιανιτών. Άρπαξαν τα ζώα τους, όλα τους τα υπάρχοντα και πυρπόλησαν τις πόλεις τους (Αριθμοί 31,1-24).

Έπειτα από επτά χρόνια τον συναντάμε επικεφαλής των Ισραηλιτών από τη Σηλώ, προς τους απογόνους Ρουβήν, Γαδ και το μισό της φυλής Μανασσή, για να τους συμβουλεύσει να απομακρυνθούν από το θυσιαστήριο που έχτισαν στην περιοχή του ποταμού Ιορδάνη (Ιησούς του Ναυή 22,11-29).

Συγκεκριμένα, όταν οι φυλές αυτές έφτασαν στον Ιορδάνη, οικοδόμησαν στα Γάλγαλα ένα μεγάλο θυσιαστήριο, ως μνημείο ενότητας όλων των φυλών (Ιησούς του Ναυή 22,10). Οι άλλοι Ισραηλίτες όταν άκουσαν, ότι έχτισαν θυσιαστήριο δυτικά του Ιορδάνη, συγκεντρώθηκε ολόκληρη η ισραηλιτική κοινότητα στη Σηλώ, για να εκστρατεύσουν εναντίον των δυόμιση φυλών. Πρώτα όμως έστειλαν το Φινεές, γιο του αρχιερέα Ελεάζαρ, και μαζί του δέκα άρχοντες, χιλίαρχους, έναν από κάθε φυλή, στις δυόμιση αυτές φυλές, στη Γαλαάδ. Πήγαν λοιπόν και τους είπαν εξ ονόματος όλης της ισραηλιτικής κοινότητας, ότι η πράξη τους ήταν προσβλητική για τον Κύριο και τους κάλεσαν να μην αποστατήσουν κατά του Κυρίου, χτίζοντας δικό τους θυσιαστήριο (Ιησούς του Ναυή 22,11-20).

Τότε οι αρχηγοί της φυλής Ρουβήν, Γαδ και μισή Μανασσή απάντησαν στους άρχοντες των άλλων φυλών, ότι το θυσιαστήριο χτίστηκε ως ένα μνημείο μαρτυρίας και ενότητας όλων των φυλών για τις επερχόμενες γενιές και όχι για να αποστατήσουν από τον Κύριο, θυσιάζοντας σε δικό τους θυσιαστήριο, αλλά αναγνώριζαν ως μόνο θυσιαστήριο του Κυρίου αυτό που ήταν μπροστά στη Σκηνή του Μαρτυρίου (Ιησούς του Ναυή 22,21-29).

Όταν ο ιερέας Φινεές και οι άρχοντες της ισραηλιτικής κοινότητας άκουσαν αυτά τα λόγια, τους φάνηκαν λογικά και επέστρεψαν στη Χαναάν. Η απάντηση ευχαρίστησε τους Ισραηλίτες και ο Ιησούς ονόμασε το θυσιαστήριο: «ο βωμός αυτός είναι μαρτυρία μεταξύ μας, ότι ο Κύριος είναι ο Θεός μας» και το ονόμασαν «Εδ» που σημαίνει «Μαρτυρία» (Ιησούς του Ναυή 22,30-34).

Μετά τη διανομή της γης Χαναάν, ο Φινεές εγκαταστάθηκε στη Γαβαάρ, στην ορεινή περιοχή της φυλής Εφραίμ. Εκεί τάφηκε και ο πατέρας του Ελεάζαρ (Ιησούς του Ναυή 24,33). Μετά το θάνατο του πατέρα του ο Φινεές έγινε αρχιερέας μέχρι που πέθανε και τάφηκε στη Γαβαάρ (Ιησούς του Ναυή 24,33).

Ο Φινεές ως αρχιερέας ανάγγειλε το θέλημα του Θεού κατά των κατοίκων της Γαβαά (Κριταί 20,28). Συγκεκριμένα στη Βαιθήλ είχαν στρατοπεδεύσει όλες οι φυλές του Ισραήλ, για να τιμωρήσουν τη φυλή Βενιαμίν, για το ανοσιούργημα των ανδρών της Γαβαά, οι οποίοι ασέλγησαν πάνω στην παλλακίδα ενός Λευίτη από τη φυλή Εφραίμ, την οποία άφησαν νεκρή μετά την αποτρόπαια πράξη τους. Οι Ισραηλίτες, αφού ηττήθηκαν κατά την πρώτη μάχη, συγκεντρώθηκαν στη Βαιθήλ, εκεί που ήταν η Σκηνή του Μαρτυρίου και η Κιβωτός της Διαθήκης και έκλαψαν ενώπιον του Κυρίου. Οι Ισραηλίτες ρώτησαν τον Κύριο, εάν έπρεπε να συνεχίσουν τον πόλεμο και μέσω του αρχιερέα Φινεές πήραν θετική απάντηση. Μετά όμως και από τη δεύτερη ήττα, οι Ισραηλίτες ξανασυγκεντρώθηκαν στη Βαιθήλ και έκλαψαν πάλι ενώπιον του Κυρίου. Νήστεψαν μέχρι το βράδυ και πρόσφεραν θυσίες στον Κύριο. Οι Ισραηλίτες ρώτησαν ξανά τον Κύριο, εάν έπρεπε να συνεχίσουν τον πόλεμο και ο Κύριος πάλι μέσω του αρχιερέα Φινεές τους απάντησε, ότι την επόμενη φορά θα τους παραδώσει στα χέρια τους (Κριταί 20,18-29). Έτσι ξεκίνησε η τρίτη μάχη, σύμφωνα με την οποία ηττήθηκε ολοκληρωτικά η φυλή Βενιαμίν (Κριταί 20,30-48).

Αναφέρεται επίσης ότι ήταν άρχοντας των Κοριτών (Α' Παραλειπομένων 9,20). Γιος του Φινεές και διάδοχός του στο αξίωμα του αρχιερέα ήταν ο γιος του ο Αβισού (Αβισουά) (Α' Παραλειπομένων 5,30).

Η Ορθόδοξη Εκκλησία εορτάζει τη μνήμη του δίκαιου και αρχιερέα Φινεές μαζί με τον πατέρα του Ελεάζαρ στις 2 Σεπτεμβρίου. Ο Δίκαιος Φινεές εορτάζει και μόνος του στις 12 Μαρτίου.

https://agioi-oi-kaliteroi-mas-filoi.blogspot.com/2023/03/2-12.html

<>





Αγία Γερασίμη και τα τέκνα αυτής, Αδριανός, Αούρεας, Βαβύλας, Ιουλιανή και Βικτωρία, Μάρτυρες στην Γερμανία, από Μεσσήνη της Σικελίας (+453)

21 Οκτωβρίου

Η Αγία Γερασίμη (ή Γερασίνα), ανήκε σύμφωνα με την παράδοση σε βασιλική οικογένεια που καταγόταν από την Μεσσήνη της Σικελίας, και μαζί με τα παιδιά της μαρτύρησαν μαζί με την συγγενή τους Αγία Ούρσουλα, το 453 από τους Ούννους στην Γερμανία. Τα λείψανά τους φυλασσόταν αρχικά στην Τριέρ, ενώ η κάρα της αγίας στις Βρυξέλες. Αργότερα τα λείψανα μεταφέρθηκαν στην Ασίζη και τελικά στην Μεσσήνη της Σικελίας.

https://agioi-oi-kaliteroi-mas-filoi.blogspot.com/2022/10/21.html

<>




Άγιος Μάρτυς Ωρίων και 37 Μάρτυρες στήν Αίγυπτο

10 Νοεμβρίου

Ο Άγιος Ωρίων της Αιγύπτου ήταν μεταξύ της ομάδας 37 ευγενών χριστιανών που συνεργάστηκαν για τη διάδοση της πίστης στην Αίγυπτο.

Αν και υπήρχαν πολλοί προσήλυτοι, οι άνδρες δέχθηκαν επίθεση σε διάφορα μέρη της χώρας. Ο κυβερνήτης της περιοχής ζήτησε να συλληφθούν, να προσαχθούν και τους διέταξε να κάνουν δημόσια θυσίες για να αποδείξουν ότι ήταν καλοί πολίτες. Όλοι αρνήθηκαν.

Ο Άγιος Ωρίων μαρτύρησε, αφού τον έθαψαν ζωντανό στη γη.

https://agioi-oi-kaliteroi-mas-filoi.blogspot.com/2023/03/10_21.html

<>




Άγιος Ciaran του Saigir της Ιρλανδίας, ο γηραιότερος (+5ος αιώνας)

5 Μαρτίου


Ο Άγιος Ciaran ή Kieran, ο Γηραιότερος πιστεύεται πως έζησε την ίδια εποχή με τον άγιο Πατρίκιο ή ότι έζησε πριν από αυτόν τον μεγάλο άγιο. Γεννήθηκε στην περιοχή Cape Clear (Ιρλανδία), όπου υπάρχει μια εκκλησία πιθανόν χτισμένη από τον ίδιο, ταξίδεψε στην ήπειρο για τις σπουδές του και χειροτονήθηκε επίσκοπος  πριν να γυρίσει στην Ιρλανδία.  Εγκαταστάθηκε σαν ερημίτης στην περιοχή  Saighir κοντά στα βουνά   Slieve Bloom όμως σύντομα υποτακτικοί μαζεύτηκαν γύρω του και ένα μεγάλο μοναστήρι αναπτύχτηκε γύρω από το κελί του,  το οποίο έγινε ο τόπος όπου θάβονταν οι βασιλιάδες του  Ossory. Η μητέρα του, ονόματι Liaden, λέγεται πως πήγε στο   Saighir με μια ομάδα γυναικών οι οποίες αφιέρωσαν τη ζωή τους στην υπηρεσία του Θεού και στα μέλη της κοινότητας του γιου της.  

Υπάρχουν πολλές ιστορίες για θαύματα που έκανε ο Θεός δια μέσο του Ciaran, συμπεριλαμβανομένων πολλών επαναφορών στη ζωή όσων είχαν πεθάνει και υπάρχουν ελκυστικές ιστορίες για την σχέση του με το βασίλειο των ζώων. Μια από αυτές αναφέρει το πώς ο αγαπημένος επίσκοπος σαν νέος είδε ένα γεράκι να πετάει προς τα κάτω και να αρπάζει έναν νεοσσό από την φωλιά του. Ο   Ciaran,  γεμάτος θλίψη για το μικρό πλάσμα, προσευχήθηκε για την απελευθέρωση του και το γεράκι πέταξε προς τα κάτω και το άφησε στα πόδια του, τραυματισμένο και ματωμένο, όμως αμέσως θεραπεύτηκε πλήρως θαυματουργικά.  Υπάρχουν αξιόλογα απομεινάρια από το   Saighir μεταξύ αυτών μια σκαλισμένη βάση ενός σταυρού και ο άγιος   Ciaran θεωρείτε σαν ο πολιούχος άγιος του   Munster και η  μνήμη του τιμάται στις 5 Μαρτίου.

Ο άγιος Ciaran τιμάται σε όλες τις επισκοπές της Ιρλανδίας, γιατί θεωρείτε πως είναι ο πρώτος όλων των αγίων της Ιρλανδίας. Υπάρχουν πολλές ασάφειες στην βιογραφία του. Λέγεται γενικά, πως εγκατέλειψε την Ιρλανδία πριν την άφιξη του αγίου Πατρικίου. Έχοντας βαπτιστεί, και με καταγωγή από την αριστοκρατική οικογένεια του  Ulster ήταν αποφασισμένος να μελετήσει για την εκκλησία. Σπούδασε στην πόλη Tour και στη Ρώμη. Όταν επέστρεψε από την Γαλλία, έχτισε ένα μικρό κελί στα δάση του Άνω Ossory.

Εκεί πέρασε μερικά χρόνια σαν ερημίτης. Αναπόφευκτα, άλλοι αφοσιωμένοι άντρες τον συνόδευσαν για να δημιουργήσουν ένα μοναστήρι ονόματι  «Saigher» (που σημαίνει «η έδρα του Ciaran). Αργότερα, έχτισε κοντά ένα μοναστήρι για γυναίκες, την φροντίδα των οποίων εναπόθεσε στην μητέρα του Liadan. Έτσι φαίνεται, πως ο Ciaran ήταν ο αρχικός ιδρυτής των γυναικείων μονών και όχι η Brigid. Γύρω από αυτές τις εγκαταστάσεις άνθισε ένα χωριό ονόματι  Saigher που πήρε το όνομα του από το μοναστήρι.

Όταν ο άγιος Πατρίκιος έφτασε στην Ιρλανδία για να διαδώσει την Πίστη, ο ηγούμενος  Ciaran τον βοήθησε με χαρά. Μερικοί συγγραφείς λένε πως ο Ciaran ήταν ήδη τότε επίσκοπος. Φαίνεται ποιο πιθανό πάντως πως ήταν ένας από τους δώδεκα άντρες τους οποίους ο Πατρίκιος, με την άφιξη του, χειροτόνησε σαν βοηθούς του.  Ήταν συνηθισμένο τους πρώτους καιρούς για τους ηγουμένους να χειροτονούνται σαν επίσκοποι αλλά να παραμένουν επικεφαλείς των μοναστηριών τους. Η Επισκοπή του Ossory θεωρεί τον ηγούμενο   Ciaran σαν τον πρώτο επίσκοπο της. (Ίσως να είναι και ο άγιος  Piran ο οποίος τιμάται στην Κορνουάλλη, στην Ουαλία και την Βρετάνη).

Αναπόφευκτα πολλοί θρύλοι άνθισαν, πολύ ελκυστικοί για να μην τους διηγηθούμε, σχετικά με αυτόν τον αρχαίο ερημίτη και επίσκοπο.  

Μια ιστορία περιλαμβάνει την λειτουργία των Χριστουγέννων της αγίας Cuach, ηγουμένης ενός μοναστηριού μακριά από το Saigher. Ήταν η νοσοκόμα του Ciaran όταν ήταν παιδί και σαν ιερέας ο Ciaran,  γιόρταζε πάντα την λειτουργία την νύχτα των Χριστουγέννων με την κοινότητα της αφού είχε πρώτα λειτουργήσει στο δικό του μοναστήρι. Όμως κανείς δεν μπορούσε να καταλάβει πως έφτανε στο γυναικείο μοναστήρι του  Ross-Bennchuir,  τόσα μίλια μακριά, και επέστρεφε την ίδια νύχτα. Τα χρονικά της ιστορίας μας λένε πως αυτό γινόταν θαυματουργικά όπως τότε που ο Θεός ανύψωσε τον προφήτη Αββακούμ και τον μετέφερε από την Παλαιστίνη  στην Χαλδαία.

Μια δεύτερη ιστορία είναι αυτή του  Chrichidh, του αγοριού από το Clonmacnois τον οποίο ο άγιος Ciaran είχε στο μοναστήρι του σαν υπηρέτη. Ένα Πάσχα ο νεαρός υπηρέτης έσβησε επίτηδες την Πασχαλινή Φωτιά. (Την Πασχαλινή Φωτιά την άναβαν στο μοναστήρι το Μεγάλο Σάββατο και την άφηναν να καίει όλο το χρόνο σαν την μόνη πηγή θέρμανσης και φωτός στο μοναστηριακό οίκημα). Ο Ciaran προείπε πως για αυτήν την απερίσκεπτη πράξη, ο νεαρός θα έβρισκε έναν πρόωρο θάνατο. Την ακριβώς επόμενη ημέρα, καθώς ο   Chrichidh   τριγύριζε μέσα στο δάσος, θανατώθηκε και φαγώθηκε από έναν λύκο.

Αργότερα, ο άγιος Ciaran ο Νεότερος (του Clonmacnois) έφτασε στο Saigher  και προσκλήθηκε να δειπνήσει με τους μοναχούς. Όμως είπε πως δεν θα έτρωγε μαζί τους ώσπου ο νεαρός φίλος του ο Chrichidh από το  Clonmacnois να  επανερχόταν στη ζωή. Από φιλόξενη διάθεση μέσα στο κρύο μοναστήρι τους, ο γηραιότερος  Ciaran προσευχήθηκε για λίγη ζεστασιά και μια μπάλα φωτιάς κατέβηκε στην αγκαλιά του η οποία ζέστανε τους μοναχούς και τους επισκέπτες. Ο επίσκοπος  Ciaran είπε στον συνονόματο του να μην βιαστεί να καθίσει στο τραπέζι μαζί τους, γιατί το αγόρι επρόκειτο να μπει μέσα. Τότε ο  Chrichidh, αναστημένος από τους νεκρούς, μπήκε μέσα, κάθισε και άρχισε να τρώει.  

Η τελευταία ιστορία περιλαμβάνει και αυτή μια θαυματουργική επαναφορά στη ζωή. Ο βασιλιάς  Aengus του Munster είχε εφτά τροβαδούρους των οποίων τα τραγούδια για νεκρούς ήρωες των ευχαριστούσαν. Αυτοί οι τροβαδούροι, περιπλανώμενοι μέσα στη χώρα, δολοφονήθηκαν μια ημέρα από τους εχθρούς του βασιλιά. Πέταξαν τα σώματα τους στα νερά  ενός βάλτου και κρέμασαν τις άρπες τους σε ένα δέντρο. Ο  Aengus θρήνησε τον χαμό τους. Όμως ο άγιος  Ciaran τον πληροφόρησε πως η ταυτότητα των δολοφόνων και ο τόπος της δολοφονίας του είχαν αποκαλυφθεί. Ο βασιλιάς συνόδευσε τον άγιο στον τόπο του εγκλήματος. Αφού ο   Ciaran νήστεψε μια ημέρα από ψωμί και νερό, ο βάλτος ξεράθηκε, και αυτός και ο Aengus είδαν τα εφτά πτώματα των τροβαδούρων να κείτονται στον βάλτο.  Έπειτα ο  Ciaran προσευχήθηκε να έρθουν πίσω στη ζωή. Παρότι ήταν ένα μήνα νεκροί, αναστήθηκαν και οι εφτά απόλυτα υγιείς. Αφού πήραν τις άρπες τους, ευχαρίστησαν τους ευεργέτες τους με τα γλυκύτερα τραγούδια τους. Το χρονικό μας λέει, πως αυτός ο βάλτος παρέμεινε στεγνός από τότε.

http://orthodoxy-rainbow.blogspot.com/2014/11/ciaran.html


<>





Όσιος Ιωσήφ ο Νέος, ο εν Καππαδοκία (+19ος αιώνας)

Ημέρα Μνήμης: Κυριακή μετά τα Φώτα


α. Γόνος της Καππαδοκίας

Ο Άγιος Ιωσήφ γεννήθηκε μεταξύ των ετών 1820 – 1830. Πατρίδα του ήταν το Κερμίρ της Καππαδοκίας, πλησίον της Καισαρείας και ονομαζόταν Ιωσήφ Κιοσεϊρκογλου. Υψηλός, λεπτός, ωχρός πολύ ωραίος και αγγελικός στην μορφή, συνήθιζε, όταν εθύμιαζε να φοράει ένα μακρύ ένδυμα σαν ράσο και ένα μικρό γιλέκο. Ο ιερός Ιωσήφ ήταν πραγματευτής και προσκυνητής, άνθρωπος πολύ της προσευχής και παντού έσπερνε τον λόγο του Θεού. Σε ένα από τα ταξίδια του, εκοιμήθη ξαφνικά σε ηλικία τριάντα περίπου ετών και μετά την ταφή του, οι Τούρκοι έβαλαν φύλακα για να μην κλέψουν οι Χριστιανοί το Λείψανό του, επειδή παρουσιάσθηκε φως επάνω από τον τάφο του πολλές φορές.


Οι συγγενείς του ευλογημένου Ιωσήφ πληροφορήθηκαν ότι πρόκειται περί Αγίου. Για τον λόγο αυτό, μετά από καιρό, αποφάσισαν να πάρουν τα τίμια Λείψανά του αγιασμένου πραγματευτού, προκειμένου να τιμούν αυτά και να τα έχουν ως ευλογία.

Η ανακομιδή και η μεταφορά πραγματοποιήθηκε με τρόπο θαυμαστό μία νύχτα: ενώ ο φύλακας κοιμόταν, έσκαψαν προσεχτικά και τότε τα ιερά οστά με έναν ελαφρύ θόρυβο ενώθηκαν όλα μαζί, ώστε πολύ εύκολα, με δύο φτυαριές, τα μάζεψαν και απομακρύνθηκαν. Η χάρις του Αγίου βοήθησε, ώστε τελικά, αν και καταδιώχθηκαν από τον φύλακα, ο οποίος εν τω μεταξύ τους αντελήφθη, οι συγγενείς διέφυγαν αβλαβείς μαζί με τον ανεκτίμητο θησαυρό. Ενώ επέστρεφαν στην Καισαρεία, οι συγγενείς πεινασμένοι και ταλαιπωρημένοι κοιμήθηκαν κάπου στο δρόμο, λέγοντας: «Αν είσαι Άγιος, δείξε μας σημείο». Ξαφνικά, οι συγγενείς που ήταν πέντε, ξύπνησαν από ένα ράπισμα στο πρόσωπο και εκεί μπροστά τους ήταν πέντε φρέσκα καρβέλια ψωμί. Τα τίμια Λείψανα διαμοιράστηκαν μεταξύ τους οι οικείοι του Οσίου Ιωσήφ και τιμούσαν αυτά, δοξάζοντας τον Θεό για την μεγάλη αυτή ευλογία.

β. Εμφανίσεις και θαύματα

Μία συγγενής του Αγίου, η οποία είχε στο σπίτι της τον πολύτιμο αυτό θησαυρό, έγινε πολλές φορές μάρτυς θαυμάσιων γεγονότων. Όταν επέστρεφε στο σπίτι της μετά από κάποια εξωτερική εργασία, ενώ προσπαθούσε να ανοίξει την πόρτα, για εισέλθει, και παραδόξως δεν τα κατάφερνε, άκουγε από μέσα ήχο θυμιατού, όπως στη Θεία Λειτουργία. Τελικά όταν έμπαινε, το δωμάτιο, το δωμάτιο, όπου φυλάσσονταν τα Ιερά Λείψανα, ήταν πλήρες Θείας Ευωδίας. Ο Άγιος εμφανιζόταν οφθαλμοφανώς τόσο στην συγγενή αυτή, όσο και σε άλλους ευσεβείς επισκέπτες. Κάποτε, η συγγενής, μόλις εισήλθε στην οικία της, βρέθηκε ενώπιον ενός νέου, ο οποίος της είπε: «Μη φοβάσαι. Είμαι ο Άγιος του σπιτιού σου. Έχω έλθει, για να σου πω ότι η τάδε γειτόνισσα μου έταξε ένα δοχείο λάδι και δεν το έφερε» και ευθύς ο νέος έγινε άφαντος.

Η συγγενής ενημέρωσε την γειτόνισσα, η οποία συγκλονισμένη ομολόγησε ότι πράγματι είχε κάνει αυτό το τάμα. Εκτός από τις εμφανίσεις του, ο Άγιος ιάτρευε και τις ασθένειες πολλών ευσεβών, οι οποίοι προσέρχονταν στο σπίτι και ασπάζονταν με πίστη τα Τίμια Λείψανά του.

Μετά το θάνατο της συγγενούς αυτής, τον ανεκτίμητο θησαυρό κληρονόμησε η θυγατέρα της, της οποίας η συννυφάδα κάποτε αφαίρεσε ένα δάκτυλο του Αγίου. Αμέσως εμφανίστηκαν σπυριά στα χέρια της και οι γιατροί δεν μπορούσαν να κάνουν τίποτα για να την βοηθήσουν. Τότε, η ιερόσυλη ασθενής είδε στον ύπνο της τον Άγιο, ο οποίος της είπε να
επιστρέψει το δάκτυλο. Μόλις το επέστρεψε έγινε τελείως καλά.

Είναι επίσης αξιοσημείωτο ότι σε μία επιδημία, η οποία έπλεξε την Καππαδοκία, πολλοί θεραπεύτηκαν, μεταξύ των οποίων και Τούρκοι, χρησιμοποιώντας νερό σταυρωμένο με τα Ιερά Λείψανα του Αγίου.

γ. Κωνσταντινούπολη – Αθήνα

Μετά την Μικρασιατική Καταστροφή του 1922, η συγγενής αυτή του Αγίου Ιωσήφ εγκαταστάθηκε στην Κωνσταντινούπολη, όπου εξακολουθούσε να φυλάει και να τιμά τον πολύτιμο θησαυρό, τον οποίο κληρονόμησε, μετά την κοίμησή της, η ευλαβής κόρη της.

Κάποτε, το εικονοστάσι του σπιτιού άρπαξε φωτιά και κάηκαν όλα τα εικονίσματα, και ενώ η φωτιά προχωρούσε απειλητική, μόλις έφθασε στην ξύλινη θήκη των Ιερών Λειψάνων, έσβησε απότομα μόνη της. Άλλη φορά, όταν κλέφτες διέρρηξαν το σπίτι, ενώ έκαναν όλα τα πράγματα άνω – κάτω, για να ανακαλύψουν πολύτιμα αντικείμενα, παραδόξως δεν είδαν τα χρυσαφικά που ήταν εκτεθειμένα πάνω στο τραπέζι. Τούτω θεωρήθηκε ως επισκίασις του Αγίου Ιωσήφ. Η επισκίασις αυτή ήταν πολύ ζωντανή και το 1978: τότε η συγγενής αποφάσισε να φύγει από την Κωνσταντινούπολη και έρθει στην Αθήνα, απαγορευόταν όμως αυστηρά στους ομογενείς να φέρουν στην Ελλάδα οστά κεκοιμημένων. Η συγγενής του Αγίου όμως δεν ήταν δυνατόν με κανέναν τρόπο να αποχωρισθεί τον ανεκτίμητο οικογενειακό θησαυρό της, τότε προσευχήθηκε θερμά στον Άγιο Ιωσήφ και το θαύμα έγινε: στο Τουρκικό και Ελληνικό Τελωνείο, ενώ έγινε έρευνα σε όλες τις αποσκευές, παραδόξως δεν άνοιξαν ούτε πείραξαν την τσάντα με τα Ιερά Λείψανα!... Την 1η Δεκεμβρίου 1981, η συγγενής εκοιμήθη εν Κυρίω και η ευλαβής ανιψιά της Νίκη Χατζάτογλου κληρονόμησε τον πολύτιμο αυτό θησαυρό τα οποία αργότερα δώρισε σε κάποια Ιερά Μονή (Η Νίκη Χατζάτογλου, η δωρήτρια των Ιερών Λειψάνων, παρέλαβε αυτά από την θεία της, στην οποία τα είχε παραδώσει η μητέρα της θείας της, Ελισσάβετ Γεωργιάδου – Χρήστου, γιαγιά της Νίκης Χατζάτογλου, η οποία τα κληρονόμησε από την μητέρα της, προγιαγιά της Νίκης Χατζάτογλου. Η προγιαγιά της Νίκης Χατζάτογλου ήταν εκείνη, η οποία με την συννυφάδα της μοιράστηκαν τα Ιερά Λείψανα του συγγενούς τους Αγίου Ιωσήφ μετά την εκταφή και την μετακομιδή τους στην Καισάρεια).

δ. Θαυμαστές επεμβάσεις

Την Κυριακή μετά τα Άγια Θεοφάνεια του έτους 1984 τιμήθηκε ο Άγιος για πρώτη φορά πανηγυρικά. Τότε τα χαριτόβρυτα Λείψανά του νεοφανούς Αγίου εξετέθησαν εις προσκύνηση και διανεμήθηκε στους ευσεβείς ένα τετρασέλιδο φυλλάδιο, το οποίο περιείχε το Συναξάριο του Αγίου, τα Απολυτίκια του και δύο φωτογραφίες με τα Ιερά Λείψανά του.

Μία ευσεβής πιστή, η Γ.Φ., η οποία είχε εκκλησιασθεί την ημέρα εκείνη, διηγήθηκε τα εξής θαυμαστά, τα οποία συνέβησαν σε αυτήν μετά την προσκύνηση του Αγίου: «Το φυλλάδιο με την ζωή του Αγίου Ιωσήφ τοποθέτησα στην εταζέρα του καθιστικού δωματίου μας. Κατά τις 22:00 το βράδυ, αυθόρμητα πήρα το φυλλάδιο, προσκύνησα τα εικονιζόμενα Ιερά Λείψανα και επικαλέστηκα την χάρη του Αγίου για την υγεία μου. Μόλις έγινε αυτό, ξεχύθηκε η ίδια εξαίσια ευωδία που υπάρχει στα Άγια Λείψανα αναμιγμένη με λιβάνι. Όλο το σπίτι ευωδίαζε για μίση ώρα και ήταν έντονη η παρουσία του Αγίου, χωρίς να Τον βλέπουμε όμως. Το παράξενο είναι, ότι την ίδια στιγμή άρχισε να κουδουνίζει ένα παιχνίδι με τέσσερα αγγελάκια, που γυρίζουν και χτυπούν καμπανίτσες μόνο, όταν βάλεις από κάτω τέσσερα αναμμένα κεριά, κεριά όμως δεν υπήρχαν και αυτά κουδούνιζαν για μισή ώρα συνέχεια και σταμάτησαν ακριβώς την ίδια στιγμή που σταμάτησε η Θεία Ευωδία. Το ίδιο βέβαια πάλι συνέβη, χωρίς βέβαια να χτυπούν τα καμπανάκια, την άλλη μέρα. Βαστώντας το ίδιο φυλλάδιο σαν φυλακτήριο μέσα στο πορτοφόλι μου, ταξίδευα προς Ομόνοια με τον Ηλεκτρικό, ήταν 10:00 π.μ. και σκεπτόμουν με μεγάλη συγκίνηση την μεγάλη τιμή που έκανε στο σπίτι μου με την επίσκεψή του ο Άγιος Ιωσήφ και τον ευχαριστούσα. Αμέσως ξεχύθηκε η ίδια Θεία Ευωδία στο βαγόνι που καθόμουν. Όλοι αναρωτιόντουσαν μεταξύ τους πως συμβαίνει να μυρίζει λιβάνι, αφού κανείς δεν λιβάνισε και αφού ούτε από Εκκλησία πέρασε το τραίνο. Αυτό κράτησε 15’ – 20’ λεπτά περίπου και όλα τα αντικείμενα της τσάντας μου ευωδίαζαν σχεδόν όλη την ημέρα. Την άλλη μέρα, ενώ σκεπτόμουν τα προηγούμενα συμβάντα, γέμισε το σπίτι με την ίδια ευωδία, αλλά για λιγότερο χρόνο πλέον».

ε. Η Εικόνα του Αγίου

Κατά το σωτήριον έτος 1984, οπότε για πρώτη φορά τιμήθηκε ο Άγιος Ιωσήφ, ευδόκησε η Θεία Φιλανθρωπία να δοθεί μία ζωντανή μαρτυρία του Αγίου, προκειμένου να αγιογραφηθεί και η Εικόνα του. Η ίδια ευσεβής πιστή, η οποία είχε βιώσει τα συγκλονιστικά σημεία με το φυλλάδιο που περιείχε το Συναξάρι του Αγίου, προσευχήθηκε θερμά στον νεοφανή αυτόν δούλο του Θεού.

Ήταν μεσάνυχτα της πρώτης ημέρας μετά τη μνήμη του Αγίου τον Ιανουάριο του 1984. Ξαφνικά, ενώ ακόμη προσευχόταν προτού να αποκοιμηθεί, παρουσιάσθηκε ολοζώντανος ενώπιόν της ο Άγιος Ιωάννης ο Ρώσος, τον οποίο είχε σε μεγάλη ευλάβεια η οικογένειά της. Ο Άγιος Ιωάννης ο Ρώσος, ο οποίος σημειωτέων αγωνίσθηκε τον καλόν αγώνα της Αγιότητος επίσης στην Καππαδοκία, «παρουσίασε» στην γεμάτη δέος πιστή γυναίκα τον Άγιο Ιωσήφ ολοζώντανο και αστραφτερό σαν Άγγελο. Οι δύο Άγιοι εκ της Καππαδοκίας εμφανίσθηκαν τρεις φορές αλληλοδιαδοχικά, πρώτα ο Άγιος Ιωάννης ο Ρώσος και ύστερα ο Άγιος Ιωσήφ, ενώ στο δωμάτιο ξεχύθηκε η ίδια υπέροχη ευωδία των προηγούμενων ημερών. Ο Άγιος Ιωσήφ ήταν όπως ακριβώς τον είχαν περιγράψει οι συγγενείς του, ψηλός με ένα ένδυμα σαν ράσο και γιλέκο, με το θυμιατό στο δεξί χέρι και ένα κομποσκοίνι στο άλλο. Το πρόσωπό του ήταν αγγελικό. Τελικά η ευσεβής αυτή πιστή, μετά από διάφορες δοκιμασίες, κατόρθωσε κατά το έτος 1989 να ετοιμάσει ένα πρώτο σκίτσο του Αγίου Ιωσήφ, βάσει του οράματος που είδε προκειμένου να αγιογραφηθεί εν συνεχεία η Εικόνα του. Η αίσθηση όμως της ιερότητος του έργου αυτού και της ευθύνης της, ωθούσαν αυτήν να προσεύχεται με συντριβή και ταπείνωση στον Άγιο, ζητώντας να επιβεβαιωθούν και με άλλο τρόπο τα χαρακτηριστικά του, ώστε να μην υπάρχει καμία σχετική αμφιβολία. Ο καιρός πέρασε και ο Ιερός Ιωσήφ «απάντησε», εμφανίσθηκε σε ένα πνευματικό τέκνο, του οποίου ο Άγιος Ιωσήφ είχε θεραπεύσει θαυματουργικά τον υιό κατά το έτος 1990. Ο Άγιος προέτρεψε τον ευσεβή, ο οποίος αγνοούσε βεβαίως τα περί Εικόνας: «Κοίταξέ με καλά τρείς φορές να δεις πως είμαι, για να το πεις στον δεσπότη σου». Ο ευσεβής έσπευσε το πρωί στην Ιερά Μονή, διηγήθηκε το όραμα και περιέγραψε τα χαρακτηριστικά του Αγίου Ιωσήφ, τα οποία ήταν ακριβώς τα ίδια με εκείνα του σκίτσου της ευσεβούς πιστής.

ς. Θεραπεία Οστεοχονδρίτιδος του Ισχίου

Ονομάζομαι Μ.Ά. είμαι δημόσιος υπάλληλος και κατοικώ στην Αθήνα. Αισθάνομαι την ανάγκη να περιγράψω εν ολίγοις την δοκιμασία μου από τον Θεό. Κατά την 24η Φεβρουαρίου 1990, ο μεγαλύτερος γιός μου παρουσίασε στο δεξιό του πόδι μία πάθηση, που ονομάζεται οστεοχονδρίτης του ισχίου με αποτέλεσμα να αρχίσει να κουτσαίνει. Η κατάσταση του χειροτέρευε συνεχώς, μέχρι που ένα πρωινό άρχισε πλέον να σέρνεται με τα χέρια του, μη μπορώντας να χρησιμοποιήσει καθόλου το παραλυμένο πόδι του. Φυσικά πήγαμε εξ αρχής σε πολλούς γιατρούς και νοσοκομεία, αλλά ακούγαμε μόνο γνώμες, χρειάζεται ξεκούραση, και το αριστερό του πόδι έχει πρόβλημα κ.α., χωρίς ουσιαστικά αποτελέσματα. Ένας επιστήμων μάλιστα που είχε έρθει από την Αγγλία για λίγες ημέρες, μας είπε πως, εάν δεν πετύχαιναν οι πρακτικές θεραπείες θα έπρεπε να κόψουμε το πόδι, το οποίο όμως έτσι θα κόνταινε, η επιτυχία δε της επεμβάσεως δεν θα ήταν βέβαιη και απαιτούσε χρόνο, χρήματα και υπομονή. Αποφασίσαμε να ακολουθήσουμε πρακτικές θεραπείες χωρίς φάρμακα. Κατά την συμβουλή των γιατρών, μπήκαμε σε κλινική, όπου θα έπρεπε να νοσηλευθεί ο γιος μου τουλάχιστον 20 ημέρες. Επίσης ο γιατρός τόνισε κάτι το πολύ δύσκολο για ένα τετράχρονο παιδί, θα έπρεπε να κάθεται ήσυχο σε πλήρη ακινησία. Πέρασαν δώδεκα ημέρες στην κλινική, στο διάστημα αυτό προσευχόμουν θερμά στον Θεό να με βοηθήσει και να με ενισχύσει, ενώ τον ευχαριστούσα για την δοκιμασία που μου έστειλε.

Το βράδυ επικοινώνησα τηλεφωνικώς με τον πνευματικό μου Πατέρα, ο οποίος μου συνέστησε να προσευχηθώ στον Άγιο Ιωσήφ τον νέο τον Καππαδόκη. Του απάντησα ότι ήμουν ανάξιος και αδύναμος για κάτι τέτοιο, γι’ αυτό και του ζήτησα να προσευχηθεί αυτός στον Άγιο για το πρόβλημά μου. Εκείνος μου απάντησε: «πρέπει και εσύ να προσευχηθείς». Μετά από εκείνο το τηλεφώνημα άρχισα να προσεύχομαι με το κομποσκοίνι και ένοιωσα μία αναζωπύρωση της πίστεως και της ελπίδος μου, πήρα θάρρος και έφυγε η απελπισία. Επίσης έχρισα με λαδάκι από το ακοίμητο καντήλι του Αγίου, που μου είχαν δώσει νωρίτερα στο Μοναστήρι, το πόδι του γιού μου και σταυρώθηκα με το λαδάκι και ο ίδιος. Κάποια στιγμή, περίπου γύρω στις 23:00 μ.μ. και ενώ προσευχόμουν διαρκώς στον Άγιο Ιωσήφ με πίστη και θέρμη και έφερα στη μνήμη μου το σκήνωμα του Αγίου, συνέβη ξαφνικά το εξής: διαπέρασε ολόκληρο το σώμα μου μια δυνατή ανατριχίλα κι ένας ψυχρός αέρας, σαν κάποιος να με φύσηξε, χτύπησε το πρόσωπό μου. Την ίδια στιγμή, το λαδάκι που ήταν στο μέτωπό μου άρχισε να με καίει πάρα πολύ έντονα και αισθανόμουν ολοκάθαρα σαν να μου είχαν επικολλήσει ένα ξύλινο σταυρουδάκι στο μέτωπο. Ταυτοχρόνως, ο γιος μου που κοιμότανε μπροστά μου κινήθηκε απότομα και τέντωσε το προβληματικό του πόδι. Ένας ήχος ακούστηκε, όπως όταν «σπάμε» τα δάχτυλά μας όταν είναι πιασμένα, αλλά πιο δυνατός και βαρύς. Κατάλαβα ότι κάτι συνέβη. Μου διέφυγε να αναφέρω ότι η πάθηση του γιού μου, εκτός από τον πόνο και την παραλυσία, δεν άφηνε το πόδι να κάνει όλες τις κινήσεις και δεν άνοιγε προς τα εμπρός. Μετά από λίγες ημέρες έγιναν καινούργιες εξετάσεις και οι γιατροί είπαν «έχουμε εξέλιξη, αλλά είναι πολύ γρήγορα να μιλήσουμε συγκεκριμένα». Μετά από την γνωμάτευση αυτή φύγαμε από την κλινική, αν και οι γιατροί είχαν επίμονες αντιρρήσεις, εγώ όμως ήξερα ότι ο Άγιος Ιωσήφ είχε κάνει καλά το παιδί μου. Επήγαμε στο σπίτι και μετά από δύο ημέρες επισκεφθήκαμε τον εξωτερικό γιατρό, που προηγουμένως παρακολουθούσε το παιδί. Η χαρά του δεν περιγραφόταν, ήταν πολύ αισιόδοξος για την επιτυχία αυτή, ενώ στην πραγματικότητα είχε επέμβει ο Άγιος του Θεού μας, ο Άγιος Ιωσήφ. Τώρα όλα είναι κατά Θεόν, ο γιος μου Βασίλειος είναι καλά, κάνει όλες τις κινήσεις, δεν πονάει, περπατάει και μέρα με τη μέρα καλυτερεύει και όλα αυτά, ενώ ακόμη δεν έχουν περάσει είκοσι μέρες που μας είχαν πει για να μείνουμε στο νοσοκομείο.

Ξέχασα να αναφέρω και το εξής. Εκείνο το βράδυ που έγινε το θαύμα στον γιο μου, νωρίτερα κατά τις 19:00 μ.μ. συζητούσα με μία κυρία καθολική στο διάδρομο του νοσοκομείου. Το παιδί της είχε ένα μικρόβιο στο αίμα και ήταν πολλές ημέρες στο νοσοκομείο. Της μίλησα για τον Άγιο Ιωσήφ και μετά πήγαμε στο παιδί της και το έχρισα στο μέτωπο με το λαδάκι του Αγίου. Την άλλη μέρα η κυρία αυτή μου είπε ότι φεύγουν σήμερα, διότι το παιδί ήταν αρκετά καλύτερα. Θα καταλάβει άραγε ότι ο Άγιος Ιωσήφ θεράπευσε το παιδί της που ήταν αρκετούς μήνες στην κλινική Σε ευχαριστώ Άγιε του Θεού μου Ιωσήφ.

ζ. Απαλλαγή από εφιάλτες και φοβίες.

Ονομάζομαι Δ.Δ. και κατοικώ στην Κόρινθο. Τον Ιανουάριο του 1993 είχα εφιάλτες νύχτα και μέρα ότι θα πέθαινε το παιδί μου, έβλεπα συνέχεια κηδεία στο σπίτι μου και διάφορα εφιαλτικά όνειρα. Την ημέρα είχα φοβίες φοβερές και περίμενα από στιγμή σε στιγμή να μου φέρουν νεκρό το παιδί μου, αυτό δεν μου είχε ξανασυμβεί ποτέ στη ζωή μου, δύο ημέρες δεν πήγα στην δουλειά. Προσευχόμουν συνέχεια, αλλά η κατάσταση μου αυτή συνεχιζόταν. Την τρίτη μέρα πήρα στα χέρια μου την Εικόνα της Παναγίας της φανερωμένης και την παρακάλεσα που να πάω, ποιον Άγιο να παρακαλέσω για να γίνω καλά και να μην συμβεί τίποτα στο παιδί μου. Το μεσημέρι χωρίς να το καταλάβω αποφασίζω να έρθουμε στο Μοναστήρι. Μέσα στον ναό είδα το Λείψανο του Αγίου Ιωσήφ του Νέου εκ της Καππαδοκίας και γνωρίζοντας ότι όπου υπάρχει Λείψανο Αγίου γίνονται θαύματα, έτρεξα, το ασπάσθηκα, κάθισα δίπλα του και προσευχήθηκα να με κάνει καλά και να μην πάθει κανένα κακό το παιδί μου. Επίσης τον παρακάλεσα να μου δώσει χαρά, ως απόδειξη ότι εισακούσθηκε η προσευχή μου. Όταν βγήκαμε από το Μοναστήρι, είχαν εξαφανισθεί οι φοβίες και μέχρι να φτάσουμε σπίτι είχαμε ανέκφραστη χαρά μέσα μας. Ευχαριστώ τον Θεό, την Παναγία και τον Άγιο Ιωσήφ που μας βοηθούν σε κάθε δύσκολη στιγμή της ζωής μας.

η. Το Ιερό Σκήνωμα λουζόταν στο φως

Το Σάββατο 14 Φεβρουαρίου 1993, ο νεαρός προσκυνητής Ί.Β.Δ. από τον Άγιο Παύλο Αθηνών, μαθητής της Β’ Λυκείου, μας διηγήθηκε το εξής θαύμα του Αγίου Ιωσήφ του Νέου του Καππαδόκη. Ο νεαρός Ί. από του Οκτωβρίου 1992 άρχισε να έχει μαθησιακές δυσκολίες, ειδικώς μέσα στην τάξη του σχολείου του, ενώ ήταν άριστος μαθητής δεν μπορούσε να αποδώσει, «δενόταν» η γλώσσα του. Οι δυσκολίες συνεχίζονταν και στο σπίτι. Επειδή είναι πιστός, εξομολογείται και μεταλαμβάνει τακτικότατα, αυτή η κατάσταση τον ανησύχησε ιδιαιτέρως, έκανε όμως υπομονή και πολύ προσευχή. Πάντως από διάφορες ενδείξεις αντελήφθη ότι ένα γνωστό του πρόσωπο μέσα από το σχολείο του έκανε μάγια, κινούμενο από φθόνο. Όταν δεν πήγαινε σχολείο, ιδίως στην περίοδο των καταλήψεων, διακοπών κ.α. αισθανόταν καλύτερα και στο σπίτι όμως είχε πειρασμικές ενέργειες, ιδίως το βράδυ.

Ενώ λοιπόν ο ευσεβής Ί. έφερε τον σταυρό αυτό της δοκιμασίας, κάποια ημέρα εμφανίστηκε ενώπιόν του παραδόξως μία εικόνα με τον Παντοκράτορα  και πλάι του οι Άγιοι Βασίλειος ο Μέγας, Χαράλαμπος ο Ιερομάρτυς, Νικόδημος ο Αγιορείτης και Ιωσήφ ο Καππαδόκης. Έσπευσε με ευλάβεια να φτιάξει ένα Δίπτυχο που εικόνιζε τον Κύριο μας και τους Αγίους όπως ακριβώς του είχαν εμφανισθεί. Το έφερε πάντοτε μαζί του ως φυλακτό και πράγματι είχε αισθανθεί βοήθεια. Όμως ο νεαρός Ί αντιμετώπισε ένα δίλλημα, ο Άγιος Ιωσήφ ο Καππαδόκης του ήταν εντελώς άγνωστος, που θα έβρισκε εικόνα του; Τότε έδωσε μια προσωρινή λύση, στο φυλακτό του έθεσε μία εικονίτσα του Αγίου Ιωσήφ του Μνήστορος, αντί του Καππαδόκη. Την Κυριακή μετά τα Άγια Θεοφάνεια στην Ιερά Μονή κατά την καθιερωμένη τάξη, γιορτάσαμε πανηγυρικώς την μνήμη του Αγίου Ιωσήφ του Καππαδόκη και μεταφέραμε το Ιερό Σκήνωμά του στον προσκυνηματικό ναό της Μονής για να δεχθεί της εκδηλώσεις ευλάβειας των πιστών. Κάτι όμως «παράξενο» συμβαίνει με τον νεαρό Ί, ακριβώς εκείνη την ημέρα διατελούσε σε κακή ψυχική κατάσταση. Μετά τη Θεία Λειτουργεία στην Αθήνα, αισθάνεται μία εσωτερική παρόρμηση να επισκεφθεί το Μοναστήρι και να προσκυνήσει τους προστάτες Αγίους μας, όπως άλλωστε το είχε κάνει πολλές φορές στο παρελθόν από το 1986, χωρίς να γνωρίζει τίποτα για τον νεοφανή Άγιο Ιωσήφ τον Καππαδόκη.

Έφθασε στην Μονή το μεσημέρι και μόλις εισήλθε στον ναό ξαφνιάσθηκε, ένα υπερκόσμιο φως έλαμπε πάνω από ένα μεγάλο κιβώτιο. Η παρόρμηση που είχε αισθανθεί γίνεται περισσότερη έντονη. Πλησιάζει σαστισμένος και φοβισμένος, μία αναρτημένη πινακίδα τον πληροφορεί ότι είναι η Λάρνακα που περιέχει το Ιερό Λείψανο του Αγίου Ιωσήφ του Καππαδόκη. Το Ιερό Σκήνωμα λουζόταν στο φως. Έπεσε και προσκύνησε με φόβο, χαρά και κατάνυξη και ακριβώς εκείνη τη στιγμή που ασπαζόταν τον Άγιο, ένοιωσε ένα «τράνταγμα». Αμέσως ηρέμησε και επανήλθε η υγεία και η χαρά. Τον προμηθεύσαμε με μία εικονίτσα του Αγίου, την οποία τακτοποίησε στο Δίπτυχό του. Το ευλογημένο αυτό φυλακτό το έχει ανοιχτό στο θρανίο του κατά την ώρα του μαθήματος και λέει το «Πάτερ Ημών»...

Σημείωση: στα ανωτέρω θαύματα γίνεται λόγος για Ιερό Λείψανο του Αγίου Ιωσήφ του Καππαδόκη, διότι μετά από κάποιο «σημείο» του Αγίου τα Ιερά Λείψανά του ενώθηκαν με αγνό κερί ώστε να αποτελούν ένα σώμα σε φυσικό μέγεθος και τοποθετήθηκε μέσα σε ειδική Λάρνακα.


<>






Άγιος Molua της Ιρλανδίας (+622)

4 Αυγούστου

Γεννήθηκε στο Limerick (Ιρλανδία). Κοιμήθηκε στις 4 Αυγούστου του 622.

Ο άγιος Molua διαπαιδαγωγήθηκε στο μοναστηριακό σχολείο του Bangor (Ιρλανδία) υπό τον άγιο Comgall και ήταν γνωστός σαν μοναχός, ερημίτης και χτίστης.

Όπως μας διαβεβαιώνει ο Bernard του Clairvaux, ο Molua ίδρυσε πάνω από 100 μοναστήρια στην Ιρλανδία, συμπεριλαμβανομένου του Killaloe (στην Κομητεία Clare) και το Cluain-Fearta Molua, στα σύνορα του Ossory και της Queen's County (Κομητεία της Βασίλισσας) στο Leinster.

Ο άγιος Molua όρισε έναν πολύ αυστηρό μοναστηριακό κανόνα τον οποίο τηρούσαν για καιρό στην Ιρλανδία.   Επέβαλε την ποιο αυστηρή σιωπή και μετάνοια και απαγόρευε στις γυναίκες να πλησιάσουν την εκκλησία των μοναχών. Παρά την αυστηρότητα του στην μοναστηριακή πειθαρχεία, ήταν ένας άντρας που έδειχνε μεγάλη τρυφερότητα στους ανθρώπους και στα ζώα.   Ο υποτακτικός του, άγιος Flannan, τον διαδέχτηκε σαν ηγούμενος στο  Killaloe. Η επισκοπή του Molua στο Νησί Friar, μερικά μέτρα μακριά από τον καθεδρικό ναό, αναγέρθηκε και πάλι πριν η περιοχή να βυθιστεί από τις υδροηλεκτρικές εργασίες στον ποταμό Shannon το 1929.

https://orthodoxy-rainbow.blogspot.com/2014/07/molua.html


<>








Αγία Samthann της Ιρλανδίας (+739)

27 Νοεμβρίου και 18 Δεκεμβρίου

Μερικοί την εορτάζουν στις 18 Δεκεμβρίου. Η τιμή στην αγία Samthann, την Ιρλανδή μοναχή η οποία ίδρυσε το μοναστήρι  Clonbroney (Cluain-Bronach) δίπλα στο Granard στην κομητεία Longford, προτάθηκε και διαδόθηκε από τον άγιο Virgilius (Βιργίλιο) του Salzburg (εορτάζει στις 27 Νοεμβρίου). Το όνομα της συμπεριλαμβάνεται στην λιτανεία και στους κανόνες των λειτουργικών κειμένων του Stowe καθώς και σε αρχαίες λιτανείες στο Salzburg στην Αυστρία.

Μια βιογραφία που γράφτηκε μετέπειτα μας λέει πως η Samthann ανατράφηκε από τον Cridan, βασιλιά του Cairbre Cabhra. Εκείνος κανόνισε να την παντρέψει όμως ένα θαύμα το απέτρεψε. Έπειτα έγινε μοναχή υπό τον άγιο Cognat στο Ernaide (σημερινό Donegal), από όπου μετακινήθηκε στο  Clonbroney.

Ο βίος της περιέχει μερικά από τα σοφά της λόγια. Όταν ένας μοναχός την ρώτησε σε ποια στάση πρέπει να γίνεται η προσευχή, εκείνη απάντησε: «Σε οποιαδήποτε στάση. Όρθιος, καθιστός και ξαπλωμένος». Κάποιος άλλος είπε πως θα σταματούσε να μελετάει προκειμένου να προσεύχεται περισσότερο. Τον συμβούλεψε λέγοντας του πως ποτέ δεν θα κατάφερνε να καθαρίσει τον νου του και να προσευχηθεί εάν παραμελούσε τη μελέτη. Όταν κάποιος άλλος της είπε πως βρισκόταν σε ένα προσκυνηματικό ταξίδι, εκείνη σημείωσε πως η Ουράνια Βασιλεία μπορεί να βρεθεί χωρίς να διασχίσεις τη θάλασσα και πως ο Θεός βρίσκεται δίπλα σε όλους όσους τον ζητούν.

Μια ιστορία αναφέρει πως η Samthann κάποτε προσευχήθηκε και έσωσε μια ψυχή από την κόλαση, κάτι που κατάφεραν μόνο λίγοι από τους μεγάλους αγίους. Το να ελευθερώνουν μια ψυχή από την κόλαση με την προσευχή δεν ήταν ένα ασυνήθιστο κατόρθωμα ανάμεσα στους Ιρλανδούς αγίους.

Η Samthann δεν δεχόταν μεγάλες εγκαταστάσεις για το κοινόβιο της. Προτιμούσε οι αδερφές της να ζουν στη φτώχεια και αυτό φαίνεται από το ότι είχαν μόνο έξι αγελάδες στο κοπάδι τους.

Μια παράδοση λέει πως το μοναστήρι του Clonbroney ιδρύθηκε από τον άγιο Πατρίκιο για τις κόρες του πρώην αφέντη του, του Milchu. Μια άλλη λέει πως η εγκατάσταση φτιάχτηκε από τους υποτακτικούς της αγίας  Brigid. Όμως στα μετέπειτα χρόνια αυτή η τιμή δόθηκε στην Samthann. Το μοναστήρι ήταν ένα από τα τρία ποιο σημαντικά, μαζί με αυτά του Kildare και του Cloonburren, στην Ιρλανδία. Η τελευταία γνωστή ηγουμένη του κοιμήθηκε το 1160.

https://orthodoxy-rainbow.blogspot.com/2014/07/samthann.html


<>




Αγία Μάρτυς Γκρέκα​ (Ελληνίς) η εν Σαρδηνία (+304)

12 Ιανουαρίου


Η Αγία Γκρέκα γεννήθηκε στις 12 Οκτωβρίου του 284 μ.Χ. από χριστιανούς γονείς, πιθανόν καταγόμενους από την Ελλάδα, οι οποίοι εξωρίσθηκαν στη Σαρδηνία, αρνούμενοι να αλλαξοπιστήσουν.

Δε γνωρίζουμε βάσιμες πληροφορίες για τη γέννησή της, εφόσον υπάρχουν διάφορες εκδοχές και μερικές από αυτές αντίθετες. Η παράδοση λέει, ότι οι γονείς της έδωσαν στην κόρη τους το όνομα Γκρέκα, εις ενθύμησιν της καταγωγής τους.

Έμεινε από την παιδική της ηλικία στο χωριό Ντέτσιμομάννου (Decimomannou), βορειοδυτικά του Κάλιαρι. Η ονομασία του χωριού προέρχεται από την απόσταση 10 μιλίων Ρωμαϊκών από την πόλη του Κάλιαρι.

Οι γονείς έδωσαν στην Γκρέκα παραδειγματική χριστιανική ανατροφή. Η κόρη μεγάλωσε με αθωότητα καρδιάς και αγνότητα σώματος, αποφασισμένη να γίνει άξια Νύφη του Χριστού μας.

Το 304, κατά την διάρκεια των άγριων διωγμών του Αυτοκράτορος Διοκλητιανού, κάποιοι υποψιάστηκαν ότι η εικοσάχρονη Γκρέκα είναι Χριστιανή και την οδήγησαν ενώπιον του Ρωμαίου Διοικητού Φλαβιανού. Αρχικά προσπάθησε να την πείσει να αρνηθεί την πίστη της με κολακείες και δελεάσματα.

Όμως, εις μάτην, διότι η νεαρά κόρη ενδυναμούμενη από τον Θεό, χωρίς φόβο, ομολόγησε σταθερά την αγάπη της για τον Νυμφίο Χριστό.

Διέταξε τότε να την μαστιγώνουν αλύπητα, με την βεβαιότητα ότι η επιθυμία της ελευθερίας, λόγω της νεαράς ηλικίας της, θα την ανάγκαζε να αρνηθεί το όραμά της. Η Γκρέκα παρέμενε ακλόνητη στην απόφασή της και άντεξε τα φοβερά κολαστήρια. Ο σκληρός Διοικητής, υπερβαίνοντας κάθε νομιμότητα, την υπέβαλε σε ένα άλλο απάνθρωπο βασανιστήριο: διέταξε να μπήξουν με σφυρί τρία μεγάλα καρφιά στην αγία κεφαλή της. Αλλά όλα εις μάτην.

Οι δήμιοι έμειναν κατάπληκτοι μπροστά στη σταθερότητα της Γκρέκας η οποία ενδυναμώθηκε ακόμη περισσότερο.

Ο Διοικητής ηττημένος πλέον, γεμάτος οργή εξέδωσε διαταγή να αποκεφαλισθεί δια ξίφους στις 12 Ιανουαρίου 304.

Τα ιερά Λείψανά της παρέμειναν κρυμμένα για αιώνες. Γύρω στα 1600 ανακαλύφθηκε, κάτω από μία αρχαία Αγία Τράπεζα ο τάφος με το Ιερό Σκήνωμά της.

Στην ταφόπλακα έγραφε: «Η Μακαρία Μάρτυς Γκρέκα, αναπαύεται εδώ εν ειρήνη. Έζησε είκοσι χρόνια, δύο μήνες και δύο ημέρες. Ενταφιάσθηκε στις 12 Ιανουαρίου».

Επάνω στον τάφο της, κτίσθηκε στην εποχή του Μεγάλου Κωνσταντίνου μια «cella memoriae», ένα παρεκκλήσι, στον τόπο που σήμερα βρίσκεται η Εκκλησία αφιερωμένη στο όνομά της.

Με την εξάπλωση της Ορθοδοξίας στο νησί της Σαρδηνίας, χάρις στην αποστολική δράση του Οσίου Φουλγεντίου Επισκόπου Ρούσπε, ο οποίος εξωρίσθηκε στη Σαρδηνία από τον Βασιλέα των Βανδάλων Τρασαμόντο, ιδρύθηκε στο Ντετσιμομάννου μία Μοναστική Κοινότητα, Βυζαντινού Τύπου, για την οποία σώζονται μαρτυρίες του 9ου αιώνος.

Στο αρχαίο Μοναστήρι ήταν συνημμένο το πρώτο εκκλησάκι αφιερωμένο στην Αγία. Βεβαιώνει την ύπαρξη της Μονής μία μαρμάρινη σαρκοφάγος, η οποία βρέθηκε εκεί και φυλάσσεται σήμερα στο Αρχαιολογικό Μουσείο του Κάλιαρι, με την εξής επιγραφή: «Μνήσθιτι, Κύριε, της δούλης Σου Γκρέκας Μοναχής (ίσως να ήταν το όνομα της Ηγουμένης), Αμήν. Να έχουν το ανάθεμα των 318 Πατέρων (της Συνόδου της Νίκαιας), όσοι τολμήσουν ν'ανοίξουν τον τάφο, διότι δεν περιέχει ούτε χρυσό, ούτε αργυρό».

Τα Αγία Λείψανά της, η Εκκλησία και η κρύπτη (η φυλακή, σύμφωνα με κάποιες προφορικές παραδόσεις), είναι τιμή και δόξα της νήσου της Σαρδηνίας.

Όλοι οι κάτοικοι ευλαβούνται βαθειά την νεαρά κόρη, η οποία με θερμή αγάπη για το Θεό της, μαρτύρησε για την αγνότητα της πίστεώς της.

Ως πηγή αένναος αναβλύζουν από τα Άγια Λείψανά της αναρίθμητα θαύματα και ιάσεις, για όσους καταφεύγουν στην μεσιτεία της με πίστη και ευλάβεια.

Η Αγία Μνήμη της εορτάζεται την 12ην Ιανουαρίου.

https://agioi-oi-kaliteroi-mas-filoi.blogspot.com/2019/01/12.html

<>






Άγιος Brendan του Birr Ιρλανδίας (+572)

29 Νοεμβρίου

Ο άγιος Brendan του Birr ήταν ένας από τους πρώτους Ιρλανδούς μοναχούς αγίους. Ήταν μοναχός και έπειτα ηγούμενος του 6ου αιώνα. Είναι γνωστός σαν “άγιος Brendan ο γηραιότερος” προκειμένου να τον ξεχωρίζουν από τον φίλο του άγιο Brendan τον πλοηγό. Ήταν ένας από τους δώδεκα αποστόλους της Ιρλανδίας, φίλος και υποτακτικός του αγίου Columba, και σύντροφος του   Brendan του Clonfert.

Στην Χριστιανική Ιρλανδία η παράδοση των Δρυίδων κατέρρευσε με την εξάπλωση της νέας πίστης. Η μελέτη των Λατινικών και της Χριστιανικής Θεολογίας στα μοναστήρια άνθησε. Ο    Brendan έγινε μαθητής στο μοναστηριακό σχολείο στο μοναστήρι του Clonard. Κατά τη διάρκεια του 6ου αιώνα, μερικά από τα ποιο αξιοσημείωτα ονόματα στην ιστορία της Ιρλανδικής Χριστιανοσύνης φοίτησαν στο μοναστήρι Clonard. Λέγεται ότι ο αριθμός των σπουδαστών στο Clonard έφτανε τους 3.000.  Δώδεκα μαθητές οι οποίοι σπούδασαν υπό τον άγιο   Finian έγιναν γνωστοί σαν οι Δώδεκα Απόστολοι της Ιρλανδίας, ο Brendan του Birr ήταν ένας από αυτούς. Στο Clonard ο Brendan έγινε φίλος και σύντροφος του Brendan του Clonfert.

Ίδρυσε μοναστήρι στο Birr  στην κεντρική Ιρλανδία γύρω στο 540,  υπηρετώντας σαν ηγούμενος. Σε παλιά Ιρλανδικά γραπτά τον χαρακτηρίζουν σαν γενναιόδωρο και ελεήμονα άντρα με έφεση στην αγιοσύνη και την πνευματικότητα και μπορούσε να διακρίνει καθαρά τον χαρακτήρα του άλλου. Τον θεωρούσαν σαν έναν από του βασικούς προφήτες της Ιρλανδίας. Αυτό μαρτυρείτε στο όνομα που του δώσανε (Προφήτης της Ιρλανδίας), και στην συμμετοχή του στην σύνοδο του  Meltown, στην οποία ο  άγιος Columba είχε κληθεί προκειμένου να δικαστεί για τον ρόλο του στην μάχη του Cúl Dreimhne το 561. Ο Brendan μίλησε υπέρ του αγίου Columba προτρέποντας τους κληρικούς να καταδικάσουν σε εξορία τον άγιο Columba και όχι με αφορισμό. Η φιλία του και η υποστήριξη του για τον Columba οδήγησε σε μια σημαντική σύνδεση ανάμεσα στο Birr και στα μοναστήρια του Columba. Ένας βοηθός του Columba είπε πως ο άγιος είδε ένα όραμα  στο οποίο Άγγελοι μετέφεραν την ψυχή του αγίου Brendan μετά το θάνατο του. Έπειτα έδωσε εντολή  να γίνεται θεία λειτουργία προς τιμήν του. Το  μοναστήρι του   Brendan θα έδινε αργότερα τα Ευαγγέλια MacRegol, τα οποία σήμερα φυλάσσονται στην βιβλιοθήκη  Bodleian στην Οξφόρδη.

Η μνήμη του τιμάται στις 29 Νοεμβρίου

https://orthodoxy-rainbow.blogspot.com/2014/03/brendan-birr.html


<>




Άγιος Νικόλαος Ντρομπιάζκιν Ιεραπόστολος Σρι Λάνκα, Ινδίας, Κίνας και Θιβέτ ιερομάρτυς στη Ρωσία (+1924)

Ἅγιος Νικόλαος Ντρομπιάζγκιν, ἐφημέριος σέ διάφορους Ναούς πρεσβειῶν καί ἡγούμενος μερικῶν Μονῶν καί Ἰσαπόστολος Ἰνδίας, Θιβέτ, Κίνας, Σρί Λάνκα κλπ. καί ἱερομάρτυρας στή Λαύρα τῶν Σπηλαίων τοῦ Κιέβου (+1924)

(Σύναξι 25/1 καί 19/10)

Ἦταν ἀντιπλοίαρχος τοῦ πολεμικοῦ ναυτικοῦ καί ἀποκρυφιστής. Σέ ναυάγιο σώθηκε θαυματουργικά ἀπ’ τόν Ἅγ. Σεραφείμ τοῦ Σάρωφ καί πῆγε γιά προσκύνημα στή Μονή τοῦ Σάρωφ.  Ὕστερα ἔγινε ἱερέας καί ἱεραπόστολος στήν Ἰνδία, Κίνα, Θιβέτ καί Σρι Λάνκα. Μετά τό 1914 ἔζησε στή Μονή τῶν Σπηλαίων τοῦ Κιέβου καί ἔκανε συχνά ὁμιλίες κατά τοῦ ἀποκρυφισμοῦ. Τό φθινόπωρο τοῦ 1924 ἕνα μήνα μετά ἀπό ἐπίσκεψι κάποιου ἀποκρυφιστή βρέθηκε δολοφονημένος στό κελλί του μέ μαχαίρι πού γιά λαβή εἶχε ἀποκρηφιστικό σύμβολο (Ἀρχιμ. Ἰωάννου Κωστώφ, Ἐκκλησία καί Μαγεία, ἐκδ. Ἅγ. Ἰωάννης Δαμασκηνός, Ἀθήνα 2012, 14).

«Ὁ αὐτόπτης μάρτυρας καί ἀφηγητής τοῦ κατωτέρω περιστατικοῦ, ἀρχιμανδρίτης Νικόλαος Ντρομπιάζγκιν, εἶναι ἕνας ἀπό τούς πολλούς νεομάρτυρες κληρικούς τῆς ἐπαναστατικῆς περιόδου τῆς Ρωσίας. Στήν κοσμική του ζωή εἶχε μιά λαμπρή σταδιοδρομία σάν ἀντιπλοίαρχος τοῦ πολεμικοῦ ναυτικοῦ καί παράλληλα ἀναμίχθηκε βαθειά μέσα στον ἀποκρυφισμό ἐκδίδοντας τό ἀποκρυφιστικό περιοδικό Rebus. Μετά τή σωτηρία του ἀπό σχεδόν βέβαιο θάνατο στή θάλασσα διά θαύματος τοῦ ἁγίου Σεραφείμ τοῦ Σάρωφ πραγματοποίησε προσκύνημα στό Σάρωφ καί στή συνέχεια ἀπαρνήθηκε τήν κοσμική του καρριέρα καί τούς δεσμούς του μέ τόν ἀποκρυφισμό καί ἔγινε μοχαχός. Χειροτονήθηκε ἱερεύς καί ὑπηρέτησε ὡς ἱεραπόστολος στήν Κίνα, τήν Ἰνδία καί τό Θιβέτ, ὡς ἐφημέριος σέ διαφόρους ναούς πρεσβειῶν καί ὡς ἡγούμενος μερικῶν μονῶν. Μετά τό 1914 ἔζησε στή Λαύρα τῶν Σπηλαίων τοῦ Κιέβου. Στούς νέους πού τόν ἐπισκέπτονταν ἐκεῖ μιλοῦσε συνεχῶς γιά τήν ἐπίδρασι τοῦ ἀποκρυφισμοῦ στά διαδραματιζόμενα τότε στή πολιτική σκηνή τῆς Ρωσίας. Τό φθινόπωρο τοῦ 1924, ἕνα μῆνα ἀφοῦ δέχθηκε τήν ἐπίσκεψι κάποιου κυρίου ὀνόματι Τουχόλξ, συγγραφέως βιβλίου μέ τίτλο Μαύρη Μαγεία, δολοφονήθηκε στό κελλί του “ἀπό ἀγνώστους”, μέ τή φανερή ἀνοχή τῶν Μπολσεβίκων. Τό ὄργανο τοῦ ἐγκλήματος ἦταν ἕνα μαχαίρι μέ εἰδική λαβή σέ σχῆμα συμβόλου ἀποκρυφιστικῆς σημασίας. Τό περιστατικό τό ὁποῖο μᾶς ἀφηγεῖται ἐδῶ ὁ π. Νικόλαος ἀποκαλύπτει τήν πραγματική φύσι τῶν πνευματιστικῶν φαινομένων πού συναντᾶ κανείς στίς διάφορες ἀνατολικές θρησκεῖες. Ἔλαβε χώρα λίγο πρίν ἀπό τό 1900, κατεγράφη γύρω στό 1922 ἀπό τόν ἰατρό Δρα Ἀ. Π. Τιμοφέγιεβιτς καί δημοσιεύτηκε ἀπό τόν ἴδιο σέ ρωσικό περιοδικό τῆς διασπορᾶς (“Ὀρθόδοξος Ζωή”, 1956, ἀρ. 1)».

Διηγεῖται ὁ σύγχρονος ἱεραπόστολος τῆς Κίνας, τοῦ Θιβέτ καί τῆς Σρί Λάνκα ἱερομάρτυρας Νικόλαος Ντρομπιάζγκιν:

«Εἶχε κιόλας βραδιάσει ὅταν ἀφήναμε πίσω μας τούς θορυβώδεις δρόμους τῆς πόλεως [Κολόμπο τῆς Κεϋλάνης, Σρί Λάνκα] καί παίρναμε ἕνα θαυμάσιο δρόμο πού διέσχιζε τή ζούγκλα. Δεξιά καί ἀριστερά παιχνίδιζαν οἱ λάμψεις ἑκατομμυρίων πυγολαμπίδων. Πρός τό τέλος του ὁ δρόμος φάρδαινε ἀπότομα. Βρεθήκαμε μπροστά σ᾽ ἕνα μικρό ξέφωτο περικυκλωμένο ἀπό ζούγκλα. Σέ μιά ἄκρη του κάτω ἀπο ἕνα μεγάλο δένδρο ὑπῆρχε κάτι σάν καλύβα καί δίπλα της σιγόκαιγε μιά μικρή φωτιά. Ἕνας λεπτός, ἀποστεωμένος γέρος μέ τουρμπάνι στό κεφάλι καθόταν σταυροπόδι μέ τό βλέμμα του ἀκίνητο καί στραμμένο πρός τή φωτιά. Παρά τόν θόρυβο τῆς ἀφίξεώς μας ὁ γέρος συνέχιζε νά κάθεται τελείως ἀκίνητος δίχως νά μᾶς δίνη τήν παραμικρή προσοχή. Κάπου μέσα ἀπό τό σκοτάδι ἐμφανίσθηκε ἕνας νεαρός καί πηγαίνοντας κοντά στόν συνταγματάρχη [πού τούς ὁδήγησε στό φακίρη] τόν ρώτησε κάτι χαμηλόφωνα. Σέ λίγο ἔβγαλε μερικά σκαμνιά καί ἡ ὁμάδα μας κάθησε σέ ἡμικύκλιο κοντά στή φωτιά… Ὅλοι σώπασαν ἄθελά τους καί περίμεναν νά δοῦν τί θά συμβῆ.

“Κοιτάξτε! Κοιτάξτε ἐκεῖ στό δένδρο!”, ψιθύρισε ταραγμένα ἡ δεσποινίς Μαίρη. Ὅλοι στρέψαμε τό κεφάλι πρός τήν κατεύθυνσι πού ἔδειξε. Καί πράγματι, ὁλόκληρη ἡ ἐπιφάνεια τῆς τεράστιας φυλλωσιᾶς τοῦ δένδρου πού κάτω του καθόταν ὁ φακίρης ἦταν σάν νά κυμάτιζε ἤρεμα μέσα στο ἁπαλό φεγγαρόφωτο, ἐνῶ τό ἴδιο τό δένδρο ἄρχισε βαθμιαῖα νά διαλύεται καί νά χάνη το περίγραμμά του. Κυριολεκτώντας θά ἔλεγα ὅτι κάποιο ἀόρατο χέρι εἶχε ρίξει πάνω του ἕνα ἀέρινο κάλυμμα, πού ἀπό στιγμή σέ στιγμή γινόταν ὅλο καί πυκνότερο. Πολύ σύντομα ἐμφανίσθηκε ὁλοκάθαρα μπροστά στό ἔκπληκτο βλέμμα μας ἡ κυματιστή ἐπιφάνεια τῆς θάλασσας. Μ᾽ ἕνα ἐλαφρό βουητό τό ἕνα κῦμα ἐρχόταν πίσω ἀπό τό ἄλλο σχηματίζοντας λευκούς ἀφρούς. Ἀνάλαφρα σύννεφα πετοῦσαν σ᾽ ἕναν οὐρανό πού εἶχει γίνει γαλανός. Θαμπωμένοι δέν μπορούσαμε νά ξεκολλήσουμε τό βλέμμα μας ἀπό αὐτή τήν καταπληκτική εἰκόνα.

Καί τότε φάνηκε μακρυά ἕνα ἄσπρο πλοῖο. Παχύς καπνός ξεχύνονταν ἀπό τίς δύο μεγάλες καμινάδες του. Μᾶς πλησίαζε γοργά σχίζοντας τά νερά. Μέ μεγάλη κατάπληξι ἀναγνωρίσαμε τό πλοῖο μας, αὐτό πού μᾶς ἔφερε στό Κολόμπο! Ἕνας ψίθυρος διαπέρασε ἀπ᾽ ἄκρη σ᾽ ἄκρη τό ὑπαίθριο θεωρεῖο μας, ὅταν διαβάσαμε στή πρύμνη μέ χρυσά ἀνάγλυφα γράμματα τό ὄνομα τοῦ πλοίου μας: Λουΐζα. Ἐκεῖνο, ὅμως, πού μᾶς κατέπληξε περισσότερο ἀπ᾽ ὅλα ἦταν αὐτό τό ὁποῖο εἴδαμε πάνω στό πλοῖο —ἐμᾶς τούς ἴδιους! Ἄς μή ξεχνᾶμε ὅτι τόν καιρό πού συνέβησαν ὅλα αὐτά ὁ κινηματογράφος δέν εἶχε κἄν ἐπινοηθῆ καί ἦταν ἀδύνατο ἀκόμη καί νά συλλάβη κανείς κάτι παρόμοιο. Ὁ καθένας ἀπό μᾶς ἔβλεπε τόν ἑαυτό του στό κατάστρωμα τοῦ πλοίου ἀνάμεσα σέ ἀνθρώπους πού γελοῦσαν καί συζητοῦσαν. Αὐτό ὅμως, πού ἦταν ἰδιαίτερα ἐκπληκτικό ἦταν τό ἑξῆς: Ἔβλεπα ὄχι μόνο τόν ἑαυτό μου, ἀλλά ταυτόχρονα καί ὅλο τό κατάστρωμα τοῦ πλοίου, μέχρι καί τίς μικρότερες λεπτομέρειες, σάν σέ μιά πανοραμική κάτοψι —κάτι πού φυσικά εἶναι ἀδύνατο στήν πραγματικότητα. Σέ μιά καί τήν αὐτή στιγμή ἔβλεπα τόν ἑαυτό μου ἀνάμεσα στούς ἐπιβάτες, τούς ναυτικούς πού ἐργάζονταν στήν ἄλλη ἄκρη τοῦ πλοίου καί τόν πλοίαρχο στήν καμπίνα του· ἀκόμη καί τόν πίθηκο Νέλλυ, τή συμπάθεια ὅλων μας, νά τρώη μπανάνες ἀνεβασμένη πάνω στόν κεντρικό ἱστό. Τήν ἴδια ὥρα ὅλοι οἱ σύντροφοί μου καί μέ διαφορετικό τρόπο ὁ καθένας ἦταν ἐξαιρετικά ἀναστατωμένοι μέ ὅσα ἔβλεπαν καί ἐξωτερίκευαν τά συναισθήματά τους μέ σιγανά ἐπιφωνήματα καί ἀναστατωμένους ψιθύρους.

Εἶχα τελείως ξεχάσει ὅτι ἤμουν ἱερομόναχος καί προφανῶς δέν εἶχα καμμία δουλειά νά συμμετέχω σ᾽ ἕνα τέτοιο θέαμα. Ἡ γοητεία ἦταν τόσο δυνατή, πού ὁ νοῦς καί ἡ καρδιά εἶχαν σωπάσει. Ἡ καρδιά μου ἄρχισε νά κτυπᾶ δυνατᾶ σέ συναγερμό. Ξαφνικά βρέθηκα ἐκτός ἑαυτοῦ. Ἕνας φόβος κατέλαβε ὅλη μου τή ὕπαρξι.

Τά χείλη μου ἄρχισαν νά κινοῦνται καί νά λένε: “Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, Υἱέ τοῦ Θεοῦ, ἐλέησόν με τόν ἁμαρτωλόν!”. Ἀμέσως ἔνοιωσα ἀνακούφισι. Ἦταν σάν κάποιες μυστηριώδεις ἁλυσίδες νά πέφτουν ἀπο πάνω μου. Ἡ προσευχή γινόταν ὅλο καί πιό συγκεντρωμένη καί μαζί μ᾽ αὐτή ξαναγύριζε καί ἡ εἰρήνη τῆς ψυχῆς μου. Συνέχιζα νά κοιτάζω πρός τό δένδρο καί ξαφνικά, σάν νά τήν ἔδιωχνε κάποιος ἄνεμος, ἡ εἰκόνα θόλωσε καί διαλύθηκε. Δέν ἔβλεπα τίποτε πιά ἐκτός ἀπό τό μεγάλο δένδρο μέσα στό φεγγαρόφωτο καί τό φακίρη καθισμένο δίπλα στή φωτιά καί σιωπηλό. Οἱ σύντροφοί μου, ὅμως, συνέχιζαν νά ἐξωτερικεύουν αὐτά τά ὁποῖα αἰσθάνονταν, καθώς ἀτένιζαν στήν εἰκόνα, πού γι᾽ αὐτούς δέν εἶχε χαθῆ.

Τότε, ὅμως, πρέπει κάτι νά συνέβη καί στό φακίρη. Ἔχασε τήν ἰσορροπία του καί κύλησε στό πλάι. Ὁ νεαρός ἔτρεξε ἀλαφιασμένος. Ἡ πνευματιστική συγκέντρωσι διακόπηκε ἀπότομα.

Βαθειά ἐπηρεασμένοι ἀπό τήν ἐμπειρία τους οἱ θεατές σηκώθηκαν συζητώντας ζωηρά τίς ἐντυπώσεις τους καί χωρίς καθόλου νά καταλαβαίνουν γιά ποιό λόγο διακόπηκαν ὅλα τόσο ξαφνικά καί ἀναπάντεχα. Ὁ νεαρός τό ἀπέδωσε στήν ἐξάντλησι τοῦ φακίρη, ὁ ὁποῖος τώρα καθόταν ὅπως καί πρίν μέ τό κεφάλι χαμηλωμένο καί μή δίνοντας τήν παραμικρή προσοχή στούς παρισταμένους.

Ἡ ὁμάδα μας, ἀφοῦ μέσῳ τοῦ νεαροῦ ἀντάμειψε γενναιόδωρα τό φακίρη γιά τή δυνατότητα συμμετοχῆς σ᾽ ἕνα τόσο καταπληκτικό θέαμα, ἀνασυντάχθηκε γρήγορα γιά τήν ἐπιστροφή. Καθώς ξεκινούσαμε, ἄθελά μου γύρισα πάλι νά κοιτάξω, γιά νά ἐντυπώσω στή μνήμη μου τό ὅλο σκηνικό. Ξαφνικά ἀνατρίχιασα ἀπό μιά δυσάρεστη αἴσθησι. Τό βλέμμα μου συνάντησε τό βλέμμα τοῦ φακίρη, πού μέ κοίταζε γεμάτος ἀπό μίσος. Αὐτό κράτησε μόνο μιά στιγμή καί μετά ἐκεῖνος πῆρε πάλι ἀμέσως τή συνηθισμένη του στάσι. Ὅμως ἐκείνη ἡ ματιά ἄνοιξε μιά γιά πάντα τά μάτια τῆς ψυχῆς μου καί συνειδητοποίησα ἀμέσως τίνος δύναμι ἦταν αὐτή πού προκάλεσε ἐκεῖνο τό “θαῦμα”».

Ἀπό τό βιβλίο: Ἀρχιμ. Ἰωάννου Κωστώφ, ΕΚΚΛΗΣΙΑ ΚΑΙ ΜΑΓΕΙΑ, ἐκδ. Ἅγιος Ἰωάννης Δαμασκηνός, Ἀθήνα 2012

https://agiosioannisdamaskinos.blogspot.com

<>




Άγιος Fintan του Clonenagh Ιρλανδίας (+603)

14 Φεβρουαρίου


Ο άγιος  Fintan γεννήθηκε στο Leinster (Ιρλανδία) γύρω στο 524. Έλαβε το μοναχικό σχήμα στο Terryglass, στην κομητεία  Tipperary υπό τον ηγούμενο Colum mac Crimthainn και ήταν βαθιά επηρεασμένος από την παραδειγματική  του μετάνοια και τον σεβασμό του προς τους κανόνες.

Ο  Fintan πέρασε τα πρώτα του χρόνια στην περιοχή  Carlow πριν να δημιουργήσει την δική του εγκατάσταση στο Clonenagh, στην κομητεία Laois. Οι υποτακτικοί του, μεταξύ άλλων,  ήταν  ο άγιος  Colmán του Oughaval, ο άγιος Comgall του Bangor και ο άγιος Aengus ο μοναχός Culdee. Πολλοί ερευνητές τον ονομάζουν «Πατέρα των Ιρλανδών μοναχών».

Ήταν ένας από τους δώδεκα αποστόλους της Ιρλανδίας.

Η μνήμη του τιμάται στις 17 Φεβρουαρίου

Δεν πρέπει να τον μπερδεύουμε με τον άγιο Fintán του Taghmon.

Ένας πλάτανος,  φυτεύτηκε κατά τα τέλη του 18ου ή στις αρχές του 19ου αιώνα  στο σημείο της πρώτης μοναστικής κοινότητας του Clonenagh. Το μοναστήρι ιδρύθηκε τον 6ο αιώνα από τον  Columba του Terryglass και έπειτα πέρασε στον υποτακτικό του άγιο Fintan όταν ο άγιος Columba πήγε στο Terryglass. Το δέντρο είναι αφιερωμένο στον άγιο  Fintan. Κάποια στιγμή το δέντρο φάνηκε να πέθανε όμως έπειτα άρχισε να βγάζει νέους καρπούς.

https://orthodoxy-rainbow.blogspot.com/2014/02/fintan-clonenagh.html

<>







Ὅσιος Μπάβων ἐν Γάνδῃ. Ήμέρα Μνήμης: 1η Ὀκτωβρίου.


Γόνος ἀρχοντικῆς οἰκογενείας τοῦ Βελγίου, ὁὍσιος Μπάβων ἐγεννήθη στὰ τέλη τοῦ 7ου αἰῶνος.


Ἔζησε στὴν νεότητά του βίον ἔκλυτον καὶ βίαιον, τὸν ὁποῖον παρὰ τὸν γάμον του μὲ τὴν εὐσεβῆ καὶ γλυκυτάτη θυγατέρα τοῦ Κόμητα Ἀδιγιόν, δὲν ἐννοοῦσε νὰ ἐκαταλείψη.


Ἡ θλῖψις μετὰ τὸν αἰφνίδιο θάνατο τῆς συζύγου του, τὸν ἐβοήθησε νὰ συνειδητοποιήση τὴν ἁμαρτία, μέσα στὴν ὁποίαν ἐζοῦσε. Προσέδραμε λοιπὸν εἰς τὸν Ἅγιο Ἀμάνδο τῆς Γάνδης (τιμάται 6 Φεβρουαρίου), καὶ τοῦ ἐζήτησε νὰ τὸν ὁδηγήση εἰς ὁδὸν μετανοίας. Ἐκάρη Μοναχὸς καὶ συνώδευε τὸν πνευματικό του Πατέρα στὶς ἀποστολικές του περιοδεῖες ἀνὰ τὴν Φλάνδρα, κατὰ τὴν διάρκεια τῶν ὁποίων εἶχε τὴν δυνατότητα νὰ παρατηρήση τὰ Τυπικὰ τῶν διαφόρων Μονῶν, ὅπου κατέλυαν.


Μερικὰ ἔτη ἀργότερα, ἐπέστρεψε στὴν Γάνδη καὶ ἐγκαταβίωσε ὡς ἐρημίτης ἐξαρτηματικὸς τῆς Μονῆς.


Κάποια ἡμέρα συνάντησε ἕναν πρώην του ὑπηρέτη, τὸν ὁποῖον εἶχε κακομεταχειρισθῆ. Ἔπεσε στὰ γόνατα καὶ τοῦ ἐζήτησε συγγνώμην, παρακαλέσας νὰ τὸν ὁδηγήση στὴν φυλακή, ἀφοῦ πρῶτα τὸν δείρη μὲ ραβδί.


Ἀφοῦ ἐπέστρεψε στὴν Μονή, ὑπέστη φρικτοὺς πειρασμοὺς ἀπὸ τοὺς δαίμονες... Γιὰ νὰ τοὺς ἀντισταθῆ ἐπέβαλε στὸν ἑαυτό του πλῆθος ἀσκητικῶν βασάνων γιὰ τὴν ἀπονέκρωσι τῆς σαρκός: ἔβαλε στὰ πόδια του ποδοκάκκη (ξύλινο ὄργανο βασανισμοῦ, μὲ τὸ ὁποῖο δένονται τὰ πόδια τῶν καταδίκων γιὰ τιμωρία καὶ τῶν δούλων γιὰ νὰ μὴν ἀποδράσουν), ὅπως βάζουν στοὺς κακούργους, καὶ ὅταν μετέβαινε στὴν Ἐκκλησία φορτωνόταν μία πελώρια πέτρα. Ἐν συνεχείᾳ, ἀνοίχθηκε βαθειὰ σὲ ἕνα δάσος στὰ περίχωρα τῆς Γάνδης, ὅπου ἔζησε στὴν κουφάλα μιᾶς γέρικης πτελέας, προσευχόμενος νυχθημερὸν καὶ τρεφόμενος μὲ ἄγρια χόρτα.


Ὅταν τὸν ἀνεκάλυψαν, ὠθούμενος ἀπὸ τὸν φόβο τῆς φήμης καὶ τοῦ ἐπαίνου τῶν ἀνθρώπων, οἱ ὁποῖοι ὡς πλημμυρίδα προσήρχοντο νὰ τὸν ἐπισκεφθοῦν, ἔφυγε καὶ ἐγκαταστάθηκε σὲ ἕνα ἄλλο ἄγριο δάσος, ὅπου κατασκεύασε ἕνα κελλὶ μὲ κλαδιὰ καὶ λάσπη.


Τὸ πνεῦμα του ἔτεινε συνεχῶς πρὸς τὸν οὐρανό, χωρὶς νὰ μεριμνᾶ καθόλου γιὰ τὴν σάρκα καὶ τὸν κόσμο. Συντόμως ὅμως τὸν ἀνεκάλυψαν πάλιν οἱ φιλόθεοι καὶ ἐκεῖνος, φοβούμενος τὴν φήμην καὶ τὸν ἔπαινον, ἐγκατέλειψε τὸ ἐρημητήριό του καὶ ἐζήτησε νὰ γίνη δεκτὸς στὴν Μονήν, τὴν ὁποίαν εἶχε ἱδρύσει ὁ Ἅγιος Ἀμάνδος στὴν Γάνδη.


Μερικὰ ἔτη ἀργότερα, ἐγκαταστάθηκε σὲ ἕνα κελλί, τὸ ὁποῖο ὁ ἴδιος ἔσκαψε στὸ χῶμα, τόσο χαμηλὸ καὶ στενό, ὥστε μόνο σκυμμένος ἐχωροῦσε μέσα· ἀπὸ ἐκεῖ ὅμως, ἡ ψυχή του πετοῦσε πρὸς τὸν Θεὸ κινούμενη ἀπὸ ἀκαταμάχητο θεῖο ἔρωτα.


Παρὰ τὶς θυελλώδεις ἐπιθέσεις τῶν δαιμόνων, ὁ Ἅγιος ἐπέμεινε στὴν ἄσκησί του, χωρὶς νὰ ἐγκαταλείψη τὴν ἑκούσια φυλάκισί του.


Μίαν ἡμέραν, κατὰ τὴν ὁποίαν μεγάλο πλῆθος λαοῦ εἶχε συγκεντρωθῆ ἔξωθι τοῦ κελλιοῦ του γιὰ νὰ ἀκούση τὶς συμβουλές του καὶ νὰ πάρη τὴν εὐλογία του, ἐφάνη ἕνας Σταυρὸς φωτεινός, ὁ ὁποῖος ἦλθε καὶ ἔστεψε τὸν Ἅγιο.


Τρία ἔτη ἀργότερα, εὑρισκόμενος στὸ Μοναστήρι, ὁ Ὅσιος Μπάβων ἐζήτησε νὰ ἔλθη ἕνας γηραιὸς Ἱερεύς, ὁ ὁποῖος διῆγε ἐρημιτικὸν βίον μακρυὰ ἀπὸ τὴν Μονή, γιὰ νὰ τοῦ συμπαρασταθῆ στὶς τελευταῖες του στιγμές.


Ἐμφανίσθηκε τότε μία στρατιὰ ἐπουρανίων Πνευμάτων γιὰ νὰ δεχθοῦν τὴν ψυχή του καὶ ὁ Ἅγιος Μπάβων, στρεφόμενος πρὸς τοὺς συμμοναστάς του εἶπε: «Χαῖρε, ἱερὰ Σύναξις τῶν δούλων τοῦ Θεοῦ!... Ὁ Χριστὸς ὁ ἴδιος εἶναι παρών... Δεῦρο ψυχή μου ἔξω, ἵνα ἐνώπιον Αὐτοῦ παρασταθῇς!»... καὶ ἐκοιμήθη τὴν 1η Ὀκτωβρίου (654 ἢ 659).


Ἐμφανίσθηκε τότε στὴν Ἁγία Γερτρούδη τῆς Νιβέλλης ( τιμάται 17 Μαρτίου) καὶ τῆς ἐζήτησε νὰ στείλη στὴν Μονὴ ἕνα σάβανο γιὰ τὸν ἐνταφιασμό του.

https://agioi-oi-kaliteroi-mas-filoi.blogspot.com/2020/10/1_2.html



<>


Ἁγία Γερτρούδη τῆς Νιβέλλης. Ήμέρα Μνήμης: 17η Μαρτίου.


Θυγατέρα τοῦ Πιπίνου τῆς Λάνδης (580-646), Αὐλάρχου τοῦ Βασιλέως τῆς Αὐστρασίας Κλοταίρου Β' καὶ τῆς Ἁγίας Ἴττης (Ἰδυμβέργης, τιμάται 5 Μαΐου), ἡ Ἁγία Γερτρούδη γεννήθηκε στὴν Λάνδη τῆς Βραβάντης τοῦ Βελγίου τὸ 626. Ἡ μητέρα της τὴν ἀνέθρεψε μὲ εὐσέβεια καὶ ἀγάπη γιὰ τὴν ἐν Χριστῷ ζωή.


Στὴν ἡλικία τῶν δέκα ἐτῶν, ὁ Βασιλεὺς τῶν Φράγκων, Δαγοβέρτος, τῆς προέτεινε νὰ νυμφευθῆ τὸν υἱὸ ἑνὸς ἀπὸ τοὺς συμβούλους του. Ἡ κόρη ἐδήλωσε, ὅτι δὲν ἐπιθυμεῖ ἄλλο Νυμφίο παρὰ τὸν Κύριο ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστό. Ἡ ὁμήγυρις ἔμεινε κατάπληκτος πρὸ τῆς σταθερότητος τοῦ παιδιοῦ καὶ ἀνεγνώρισε, ὅτι πράγματι ἦταν ἐκλεκτὴ τοῦ Θεοῦ.


Μετὰ τὸν θάνατο τοῦ Πιπίνου (640), ἡ σύζυγός του ἀποσύρθηκε μὲ τὴν Γερτρούδη στὸ κτῆμα της στὴν Νιβέλλη (σημ. Νιβέλ, στὸ Βέλγιο). Κατὰ συμβουλὴ τοῦ Ἁγίου Ἀμάνδου (τιμάται 6 Φεβρουαρίου) ἵδρυσε ἐκεῖ Μοναστήρι μὲ διπλῆ Ἀδελφότητα Μοναχῶν καὶ Μοναζουσῶν (Στὰ μικτὰ Μοναστήρια κατοικοῦσαν σὲ χωριστὰ συγκροτήματα Μοναχοὶ καὶ Μοναχές, ὑπὸ τὴν καθοδήγησι ἑνὸς Ἡγουμενου ἢ μιᾶς Ἡγουμένης. Ὑπῆρχαν στὴν Ἀνατολὴ κατὰ τὸ πρῶτο ἥμισυ τοῦ Δ' αἰώνος. Στὴν Δύσι ἐμφανίζονται κυρίως στὶς δύο περιόδους: τὸν Ζ' αἰῶνα, μὲ τὸν κέλτικο Μοναχισμό, καὶ τὸν ΙΑ' καὶ ΙΒ' αἰῶνα μὲ τὴν Γρηγοριανὴ Μεταρρύθμησι).


Ἡ ἴδια ἔκοψε τὰ μαλλιὰ τῆς κόρης της γιὰ νὰ τὴν ἀφιερώση στὸν Θεό. Ἀφοῦ ἔλαβε τὸν πέπλο τῶν παρθένων ἀπὸ τὰ χέρια τοῦ Ἁγίου Ἐπισκόπου, ἡ Γερτρούδη ὡρίσθηκε ἀπὸ τὴν μητέρα της ὡς Ἡγουμένη τῆς Ἀδελφότητος.


Προικισμένη μὲ στέρεα Πίστι καὶ σπάνια πνευματικὴ διάκρισι, ἐνέπνεε στὶς Ἀδελφὲς θεῖον ἔρωτα καὶ ζῆλο γιὰ τοὺς ἀγῶνες τῆς ἀσκήσεως. Ἀφωσιώνετο ἀψήφιστα στοὺς πτωχούς, τοὺς πάσχοντας καὶ τοὺς ἡλικιωμένους καὶ ὑποδέχετο στοργικὰ τοὺς ξένους προσκυνητάς. Ἡ πνευματική της ἀκτινοβολία διαδόθηκε γρήγορα.


Δύο Ἰρλανδοὶ Μοναχοί, ὁ Ἅγιος Φοϊλανὸς (τιμάται 16 Ἰανουαρίου) καὶ ὁ ἀδελφός του Ἅγιος Οὐλτανὸς (τιμάται 2 Μαΐου), τοὺς ὁποίους ὁ φοβερὸς Βασιλεὺς τῆς Μερκίας Πένδας εἶχε διώξει ἀπὸ τὴν Ἀνατολικὴ Ἀγγλία, ἔγιναν δεκτοὶ στὴν Νιβέλλη ἀπὸ τὴν Ἁγία.


Ὁ ἀδελφὸς τῆς Γερτρούδης, Γριμοάλδος, Αὐλάρχης τῆς Αὐστρασίας, τοὺς ἐδώρησε κτήματα στὴν Φὸς-λὰ-βὶλ (σημ. Ναμύρ, στὸ Βέλγιο), ὅπου ἵδρυσαν Μονή, ὠργανωμένη κατὰ τὶς Κέλτικες Παραδόσεις. Παρέμειναν ὡστόσο ὑπὸ τὴν πνευματικὴ καθοδήγησι τῆς Ἁγίας, ἡ ὁποία προσκαλοῦσε ὡρισμένους ἀπὸ τοὺς Μοναχοὺς αὐτοὺς γιὰ νὰ διδάξουν τὴν Ἁγία Γραφὴ στὶς Μοναχές, καὶ ἔστελνε ἄλλους νὰ κηρύξουν τὸ Εὐαγγέλιο στὶς γειτονικὲς περιοχές.


Μία ἡμέρα, καθὼς ὁ Ἅγιος Φοϊλανὸς ἐπέστρεφε στὸ Μοναστήρι μετὰ τὴν τέλεσι τῆς Θείας Λειτουργίας στὴν Νιβέλλη, ἔπεσε θῦμα συμμορίας ληστῶν στὸ δάσος μαζὶ μὲ τρεῖς συνοδούς του. Ἡ Ἁγία Γερτρούδη ὥρισε νηστεία καὶ προσευχὴ στὴν Ἀδελφότητα, γιὰ νὰ ἀποκαλύψη ὁ Θεὸς τὸ σκήνωμα τοῦ Ἁγίου.

Μετὰ 77 ἡμέρες προσευχῆς, εἶδε ἐν ὁράματι φῶς νὰ καταυγάζη ἕναν τόπο στὸ δάσος ἐκεῖνο. Ἔστειλε ἀνθρώπους, οἱ ὁποῖοι ἀνεκάλυψαν τὸ σκήνωμα καὶ τὸ ἔφεραν εὐλαβῶς στὴν Μονὴ τοῦ Ἁγίου. Ὁ ἀδελφός του Οὐλτανὸς ἀνέλαβε ἔκτοτε τὴν διεύθυνσι τῆς ἀνδρώας Μονῆς (655).




Ἀφοὺ ἔζησε πέντε χρόνια ὑπὸ τὴν καθοδήγησι τῆς κόρης της, ἡ Ἁγία Ἰδυμβέργη ἐκοιμήθη ἐν Κυρίῳ (652).


Ἡ Ἁγία Γερτρούδη, ποθοῦσα νὰ ἀφιερωθῆ περισσότερο στὴν προσευχή, ἐμπιστεύθηκε τὴν μέριμνα γιὰ τὶς ἐξωτερικὲς ὑποθέσεις τῆς Μονῆς σὲ Μοναχοὺς καὶ τὴν διοίκησι τῆς Ἀδελφότητος σὲ ἱκανὲς Μοναχές.


Ἀφωσιωμένη μὲ ἔνθερμο ζῆλο στὴν νηστεία, τὴν ἀγρυπνία καὶ τὴν προσευχή, ἀπέκτησε τόση παρρησία πρὸς τὸν Θεό, ὥστε ἐπανειλημμένως, ὅταν προσηύχετο στὸ Ναό, οἱ Ἀδελφὲς ἔβλεπαν νὰ παρουσιάζεται ἐπὶ τῆς κεφαλῆς της μία πύρινη σφαῖρα, ἡ ὁποία κατηύγαζε τὸν χῶρο.


Οἱ στερήσεις ὅμως ἔφθειραν τὴν ὑγεία της καὶ σὲ ἡλικία μόλις τριάντα ἐτῶν, μὲ τὴν συγκατάθεσι τῶν πνευματικῶν τέκνων της, ἀνέθεσε τὴν Ἡγουμενία στὴν εἰκοσαετῆ ἀνηψιά της, τὴν Ἁγία Βουλφετρούδη, τὴν ὁποίαν εἶχε ἀναθρέψει ἡ ἰδία.


Ἐγκαταβιώνοντας στὸ ἑξῆς ὡς ἁπλῆ Μοναχή, ἐπολλαπλασίασε τὶς προσευχές της παρὰ τὶς φθίνουσες δυνάμεις της καὶ ἔλαβε θαυμαστὲς ἀποκαλύψεις ἀπὸ τὸν Θεό.


Αἰσθανόμενη τὸ ἐπερχόμενο τέλος της, ἐσύναξε τὶς Ἀδελφές, τὶς παρώτρυνε νὰ μένουν πιστὲς στὶς μοναχικὲς ὑποσχέσεις τους καὶ τὶς ἔδωσε ὁδηγίες γιὰ τὸν τρόπο, μὲ τὸν ὁποῖον ἔπρεπε νὰ τὴν ἐνταφιάσουν, σκεπάζοντας τὸ μὲν σῶμα μὲ τὸν τρίχινο χιτῶνα της, τὴν δὲ κεφαλὴ μὲ ἐφθαρμένο πέπλο.


Ὕστερα, ἀπέστειλε ἀγγελιαφόρο στὸν Ἅγιο Οὐλτανό, στὴν Μονὴ Φός, νὰ τὸν ἐρωτήση γιὰ τὴν ἡμέρα τῆς ἐκδημίας της. Ὁ Ὅσιος τὴν ἐπληροφόρησε, ὅτι θὰ παρέδιδε τὴν ψυχή της στὸν Θεὸ τὴν ἑπομένη, στὴν διάρκεια τῆς Θείας Λειτουργίας, καὶ τῆς παρήγγειλε νὰ μὴν φοβηθῆ τίποτα, διότι ὁ Ἅγιος Πατρίκιος καὶ Ἄγγελοι σταλμένοι ἀπὸ τὸν Θεὸ θὰ ἤρχοντο νὰ ὑποδεχθοῦν τὴν ψυχή της στὴν οὐράνια δόξα.


Παρέδωσε πράγματι τὴν ψυχή της στὸν οὐράνιο Νυμφίο της στὶς 17 Μαρτίου 659, ἀφοῦ ἐκοινώνησε τῶν Ἀχράντων Μυστηρίων. 


Ἀμέσως μετὰ τὴν μακαρία τῆς Κοίμησι, ἐπιτελέσθηκαν στὸν τάφο της θαύματα, ἡ δὲ τιμὴ τῆς Ἁγίας διαδόθηκε τὸν Μεσαίωνα σὲ ὅλη τὴν Βόρεια Εὐρώπη, ὅπου τιμᾶται ὡς Προστάτις τῶν ταξιδιωτῶν καὶ τῶν κηπουρῶν.

https://agioi-oi-kaliteroi-mas-filoi.blogspot.com/2020/10/17.html

<>



Άγιος Οσιομάρτυς Σβεν του Άρμπογκα της Σουηδίας. Ημέρα Μνήμης: 24 Σεπτεμβρίου.


Ο Άγιος Οσιομάρτυς Σβεν του Άρμπογκα (Sven of Arboga) είναι ένας άγνωστος Άγιος χωρίς πολλά αγιογραφικά στοιχεία. Έζησε και μαρτύρησε στη Σουηδία περίπου το 900 ή 1000.


Σύμφωνα με τα χρονικά του Αρμπόγκα ο Άγιος Σβεν ήταν μοναχός και μαρτύρησε από ειδωλολάτρες της περιοχής επειδή κήρυττε το Ευαγγέλιο και καλούσε τον κόσμο να βαπτισθεί και να αφήσει πίσω του τους παγανιστικούς θεούς.


Παγανιστές οδήγησαν τον Άγιο βαθιά σε ένα άλσος, εκεί όπου βρισκόταν ο χώρος λατρείας τους, λίγες εκατοντάδες μέτρα νότια του ποταμού Άρμπογκα (Arbogaån) και τον σκότωσαν δια λιθοβολισμού. Στο σημείο όπου έπεσε το σώμα του του Αγίου και το αίμα του πότισε τη γη, ξεπήδησε θαυματουργικά μία πηγή η οποία σχημάτισε μια λίμνη.


Στο σημείο που μαρτύρησε ο Άγιος χτίστηκε εκκλησάκι όπου φυλάσοτταν τα ιερά λείψανά του. Σώζεται μέχρι σήμερα η πέτρα πάνω στην οποία ανέβαινε ο Άγιος και κήρυττε, οι ντόπιο την ονομάζουν "άμβωνα" (σουδικά: predikstolen). Επίσης υπάρχουν ακόμα οι αρχαίες βελανιδιές και οι πέτρες από τον αρχαίο εκείνο παγανιστικό τόπο λατρείας.


Το παρεκκλήσι σήμερα είναι ερειπωμένο. Υπάρχει μια γέφυρα και ένας δρόμος που σήμερα είναι μέρος της σύγχρονης πόλης και φέρουν τα ονόματα Kapellgatan και Kapellbron, που οδηγούν στο παρεκκλήσι. Κατά τη διάρκεια του Μεσαίωνα, τα ιερά λείψανα του Αγίου λιτανεύονταν κατά μήκος του Kapellgatan και πέρα ​​από τη γέφυρα προς την εκκλησία της πόλης και ξανά πίσω. Δυστυχώς, η ημέρα που εορταζόταν η μνήμη του δεν μας σώζεται, όμως αποφασίστηκε να τιμάται 24 Σεπτεμβρίου, ημέρα μνήμης της Συνάξεως των εν Σουηδία Αγίων.


Η πηγή, η οποία ξεπήδησε όταν ο Άγιος Σβέν έπεσε στο έδαφος και σχημάτισε μια μικρή λίμνη όπου υπήρχαν και ψάρια, χρησιμοποιήθηκε αργότερα για να τροφοδοτήσει με νερό την πόλη μέχρι το 1930, όμως έπαψε πλέον να υπάρχει λόγω τάφρων και έργων οδοποιίας. Σήμερα δεν υπάρχει ίχνος της πηγής, παρά μόνο καλαμιές που αναπτύσσονται στην πεδιάδα κάτω από το ερειπωμένο εκκλησάκι.




Την δεκαετία του 1890, κατά τη διάρκεια μιας αρχαιολογικής ανασκαφής, βρέθηκε ιερό κάτω από τα ερείπια της εκκλησίας, αλλά δεν είναι σίγουρο ποια λείψανα περιέχει.


Στο Άρμπογκα υπάρχουν δύο σχετικά μεγάλες πέτρινες εκκλησίες από τον 12ο αιώνα, οι οποίες είναι από τις παλαιότερες της χώρας, η εκκλησία Nikolaikyrkan και Säterbo, αυτό δείχνει ότι ο Άγιος Σβεν υπέστη μαρτύριο πολύ πριν από αυτό, δεδομένου ότι οι μεγάλες πέτρινες εκκλησίες σημαίνουν μια ευημερούσα και καθιερωμένη χριστιανική κοινωνία άρα δεν υπήρχε ο κίνδυνος να μαρτυρήσουν για την πίστη τους.


Το όνομα Σβεν (Sven) στη Δανική και Νορβηγική γλώσσα συναντάται και ως Svend όμως στην Νορβηγική έχει επικρατήσει ως Svein. Επίσης στην Ισλανδική γλώσσα το όνομα γράφεται Sveinn και στην Φεροϊκή γλώσσα Sveinur. Το όνομα Σβεν στην αρχαία Νορδική Γλώσσα σημαίνει "νεαρός άνδρας" ή "νεαρός πολεμιστής" και γράφεται Sveinn. Μερικοί υποστηρίζουν ότι το όνομα Σβεν είναι Σκανδιναβική παραλαγή του ονόματος Stefen/Steven (Στέφανος).

https://agioi-oi-kaliteroi-mas-filoi.blogspot.com/2020/10/24_2.html




<>




Αγία Παρθενομάρτυς Τάνκα της Τρουά Γαλλίας. Ημέρα Μνήμης: 10 Οκτωβρίου.


Η Αγία Παρθενομάρτυς Τάνκα (Tanca) έζησε τον 6ο αιώνα στην Τρουά (Troyes) της Γαλλίας. Μαρτύρησε για την αγάπη του Χριστού όταν την σκότωσαν στην προσπάθειά της να υπερασπιστεί την παρθενία της. Το μαρτύριό της συνέβη το 637 και η μνήμη της τιμάται στις 10 Οκτωβρίου.


https://agioi-oi-kaliteroi-mas-filoi.blogspot.com/2020/10/10.html


<>


Ἅγιος Παυλίνος (Paulinus) τῆς Ὑόρκης. Ήμέρα Μνήμης: 10 Όκτωβρίου.


Ἀρχιεπίσκοπος τῆς Ὑόρκης, πού πέθανε στό Ρότσεστερ στίς 10 Ὀκτωβρίου τοῦ 644.

Ἔζησε κατά τά ἔτη 584-644. Ἦταν Ρωμαῖος μοναχός στήν ἱερά μονή τοῦ Ἁγίου Ἀνδρέα στήν Ρώμη. Ἀπεστάλη ἀπό τόν Ἅγιο Γρηγόριο τόν Μεγάλο (τιμάται 12 Μαρτίου), στά 601, μαζί μέ τόν Ἅγιο Μελίτωνα (Mellitus) (τιμάται 24 Άπριλίου) καί ἄλλους ἱεραπόστολους (40 συνολικά), γιά νά βοηθήσουν τόν Ἅγιο Αὐγουστίνο τοῦ Καντέρμπουρυ (τιμάται 26 Μαΐου).


Ὑπηρέτησε στό Κέντ - μέ τήν πιθανή ἐξαίρεση μίας ἀποστολῆς στήν Ἀνατολική Ἀγγλία πρίν τό 616 - μέχρι τό 625, ὅταν συνόδευσε τήν Ἅγία Ἐθελμπέργκα (Ethelburga, Aethelburh, Τάτα, τιμάται 5 Άπριλίου), τήν ἀδελφή του βασιλιᾶ Έαντμπαλντ (Eadbald) τοῦ Κέντ, ὅταν αὐτή πῆγε στήν Αὐλή τοῦ Νορθάμπερλαντ γιά νά παντρευτεῖ τόν βασιλιά Ἐντουίν (Edwin, ἀργότερα, Ἅγιο Ἐντουίν, τιμάται 4 Όκτωβρίου), ὁ ὁποῖος τήν ἐποχή ἐκείνη ἦταν παγανιστής. Πρίν νά φύγει ἀπό τό Κέντ, χειροτονήθηκε ἐπίσκοπος ἀπό τόν Ἅγιο Ἰοῦστο, Ἀρχιεπίσκοπο τοῦ Καντέρμπουρυ (τιμάται 10 Νοεμβρίου). Πέτυχε νά προσηλυτίσει στόν Χριστιανισμό τόν Ἐντουίν καί μεγάλο ἀριθμό ὑπηκόων του. Μέ τήν βοήθεια τοῦ Ἅγίου Ἐντουίν ἐγκατέστησε τήν ἐπισκοπική του ἕδρα στήν Ὑόρκη.


Μετά τήν ἥττα καί τόν θάνατο τοῦ Ἐντουίν ἀπό τόν παγανιστή Mercian, στήν μάχη τοῦ Χάτφιλντ (Hatfield) τό 633, ὁ Παυλίνος ἐκδιώχθηκε ἀπό τήν ἐπισκοπή του, καί ἐπέστρεψε στό Κέντ, μέ τήν χήρα του Ἐντουίν, τήν Ἐθελμπέργκα, τά δύο της παιδιά καί τόν ἐγγονό τοῦ Ἐντουίν, τόν Ὄσφριντ (Osfrid). Ὁ Παυλίνος τότε ἀναδείχθηκε στήν ἐπισκοπική ἕδρα τοῦ Ρότσεστερ, τήν ὁποία ποίμανε μέχρι τόν θάνατό του.

https://agioi-oi-kaliteroi-mas-filoi.blogspot.com/2020/10/paulinus.html



<>

Άγιος Μάρτυς Έντουιν (Εδουΐνος) βασιλεύς της Νορθουμβρίας. Ημέρα Μνήμης: 4 Οκτωβρίου.


Ο Άγιος Έντουιν της Νορθουμβρίας ήταν βασιλιάς της Ντέιρα και της Βερνικίας (616 - 633), δύο βασιλείων τα οποία έμειναν αργότερα γνωστά ως Νορθουμβρία, ήταν γιος του Αέλα της Ντέιρα. Προσηλυτίστηκε στον χριστιανισμό και βαπτίστηκε χριστιανός (527), ενώ μετά την πτώση του στην μάχη του Χάτφιλντ Τσέιζ και τον μαρτυρικό του θάνατο τιμήθηκε ως Άγιος.


Ο Άγιος Έντουιν είχε τουλάχιστον άλλα δυο αδέλφια. Η αδελφή του Άχα παντρεύτηκε τον Έθελφριθ της Βερνικίας και ένας άλλος ανιψιός του, ο Ερετίκ, ήταν πατέρας της Αγίας Χίλντα του Γουίτμπι (τιμάται 17 Νοεμβρίου) και της Έρεσγουιθ. Η τελευταία υπήρξε σύζυγος του Έθελρικ, αδελφού του Άννα της Ανατολικής Αγγλίας.


Το Αγγλοσαξωνικό χρονικό αναφέρει ότι μετά τον θάνατο του Αέλα ένας άντρας ο Έθελρικ της Ντέιρα απέκτησε σημαντική δύναμη. Η ταυτότητα του άντρα είναι άγνωστη, ίσως ήταν αδελφός του Αέλα ή μεγαλύτερος αδελφός του Αγίου Έντουιν ή κάποιος άλλος ευγενής της Ντέιρα ή ο πατέρας του Έθελφριθ. Ο Έθελφριθ της Βερνικίας εμφανίζεται σαν βασιλιάς της Βερνικίας και της Ντέιρα δύο βασιλείων τα οποία πριν το 604 ονομάστηκαν ενωμένα Νορθουμβρία.


Την περίοδο της βασιλείας του Έθελφριθ ο Άγιος Έντουιν βρισκόταν στην εξορία, δεν είναι γνωστή η τοποθεσία που εξορίστηκε στην παιδική του ηλικία σύμφωνα με τον Ρέτζιναλντ του Νταρχάμ και τον Γοδεφρείδο του Μονμάουθ εξορίστηκε στην αυλή του Καντφάν-απ-Ίαγκο βασιλιά της Γκουινέντ. Την δεκαετία του 610 ο Άγιος Έντουιν βρισκόταν στην αυλή της Μερκίας υπό την προστασία του Κερλ της Μερκίας, παντρεύτηκε στον πρώτο του γάμο την κόρη του Κουένμπουρ.


To 616 ο Άγιος Έντουιν κατέφυγε στην αυλή του Ράεντβαλντ της Ανατολικής Αγγλίας, ο Άγιος Βέδας ο Σεβάσμιος (τιμάται 27 Μαΐου) αναφέρει ότι ο Έθελφριθ ζητούσε επίμμονα από τον Ράεντβαλντ να σκοτώσει τον Άγιο Έντουιν για να απαλλαγεί οριστικά από τις διεκδικήσεις του στον θρόνο. Την ώρα που αποφάσισε τελικά ο Ράεντβαλντ να τον σκοτώσει άλλαξε γνώμη με την έντονη επίδραση της θεοσεβούμενης συζύγου του με αποτέλεσμα ο Έθελφριθ να του κηρύξει τον πόλεμο. Στην μάχη του ποταμού Ίντλ που ακολούθησε (616) ο Έθελφριθ ηττήθηκε και έπεσε από τον στρατό του Ράεντβαλντ, στην ίδια μάχη έπεσε και ο γιος του Ράεντβαλντ, ο Ράεντβαλντ τοποθέτησε στην συνέχεια τον Άγιο Έντουιν βασιλιά της Νορθουμβρίας. Η ημερομηνία που πέθανε ο Ράεντβαλντ είναι άγνωστη οι πηγές την τοποθετούν το διάστημα 616 - 627, το βέβαιο είναι ότι ο Άγιος Έντουιν στήριξε την εξουσία του στις σχέσεις εμπιστοσύνης με τον Ράεντβαλντ. Οι γιοι του Έθελφριθ εξορίστηκαν στα Ιρλανδικά βασίλεια του Νταλ Ριάτα και του Πίκτλαντ, ο Άγιος Έντουιν ήταν ο πρώτος βασιλιάς της Ντέιρα που κυβέρνησε και στην Βερνικία δηλαδή σε ολόκληρη την Νορθουμβρία κάτι που δεν είχε ξαναγίνει χάρη στην βοήθεια του Ράεντβαλντ.


Μετά τον θάνατο του Έθελφριθ και του ισχυρότατου Έθελμπερχτ του Κεντ την ίδια χρονιά ο Ράεντβαλντ και ο συνεργάτης του Άγιος Έντουιν απέκτησαν την εξουσία σε ολόκληρη την Αγγλία, η κυριαρχία ολοκληρώθηκε με τον θάνατο του Ράεντβαλντ περίπου μια δεκαετία αργότερα. Ο Άγιος Έντουιν εξόρυξε τον Κερετίκ από το Βρετανικό βασίλειο του Ελμέτ την περίοδο 616 - 626, το Ελμέτ υποτάχθηκε αρχικά στην Μερκία και στην συνέχεια στον Άγιο Έντουιν. Το μεγαλύτερο βασίλειο του Λίντσεϊ υποτάχθηκε στον Άγιο Έντουιν περί το 625, μετά τον θάνατο του Ράεντβαλντ.


Ο Άγιος Έντουιν, σύμμαχος με τον Έαντβαλντ του Κεντ, ζήτησε σε γάμο την Αγία Έθελμπουργκ (τιμάται 5 Απριλίου), αδελφή του Έαντβαλντ. Ο Άγιος Βέδας τονίζει ότι ο Έαντβαλντ συμφωνησε να του δώσει σύζυγο την αδελφή του με τον όρο να μεταστραφεί στον χριστιανισμό. Με τον γάμο του πατέρα της Αγίας Έθελμπουργκ, Έθελμπερτ με την Αγία Μπέρθα (τιμάται 1η Μαΐου), το βασίλειο του Κεντ είχε μεταστραφεί στον χριστιανισμό, τακτική που ο Έαντβαλντ ακολούθησε με τον γάμο της αδελφής του για τη Νορθουμβρία. Η επεκτατική πολιτική του Αγίου Έντουιν φαίνεται ότι είχε ξεκινήσει από τα πρώτα χρόνια της βασιλείας του, ενώ υπάρχουν πολλές αποδείξεις ότι ξέσπασε πόλεμος στις αρχές της δεκαετίας του 620 ανάμεσα στον Άγιο Έντουιν και στον Φιακνάε-μακ-Μπαταίν, βασιλιά του Ουλάιντ της Ιρλανδίας. Ένα επικό ποίημα που παρουσιάζει τις εκστρατείες του Φιακνάε εναντίον των Σαξόνων καθώς και τα Ιρλανδικά Χρονικά αναφέρουν την πολιορκία του Μπάμπουργκ, στη Βερνικία, την περίοδο 623 - 624. Αιτία στάθηκε η φιλοδοξία του Αγίου Έντουιν να κατακτήσει τη Νήσο του Μαν στην οποία στόχευε ο Ουλάιντ. O θάνατος του Φιανκάε στα χέρια του ομώνυμού του, Φιανκάε-μακ-Ντεμμάν (626), αλλά και ο θάνατος του δεύτερου Φιανκάε έναν χρόνο αργότερα, διευκόλυνε τον Άγιο Έντουιν να κατακτήσει τις θαλάσσιες Ιρλανδικές επαρχίες. Οι ασταμάτητοι πόλεμοι που πραγματοποιούσε ετησίως ο Άγιος Έντουιν βοήθησαν να επεκταθεί σημαντικά το βασίλειο της Νορθουμβρίας, ώστε αυτό να εκτείνεται κατά την εποχή του θανάτου του από τον Χάμπερ και τον Μέρσει, στα βόρεια, μέχρι τα νότια Άπλαντς και τα όρη του Σέβιοτ.


H βασιλική κατοικία μετακινήθηκε τακτικά από τη μια πόλη στην άλλη, καταναλώνοντας τα προϊόντα παραγωγής των βασιλικών κτημάτων και εξασφαλίζοντας την κυριαρχία της βασιλικής εξουσίας σε όλα τα εδάφη. Η κυριότερη θέση της βασιλικής κατοικίας ήταν το Γιάβερικ, στη Βερνικία, στο οποίο βρέθηκαν ίχνη ενός ξύλινου αμφιθεάτρου. Σε αυτό το Ρωμαϊκό χαρακτηριστικό βασίζεται ο ισχυρισμός του Αγίου Βέδα ότι ο Άγιος Έντουιν ήταν ένας άντρας που έφερε ένα σύμβολο μιας σφαιρωτής, αν και τέτοιας μορφής συμβολισμοί ήταν άγνωστοι τόσο στους Ρωμαίους όσο και στους Φράγκους. Διάφορες άλλες γνωστές βασιλικές τοποθεσίες ήταν το Μπάργουικ στο Ελμέτ, το Σάνκτον στη Ντέιρα και το Γκούντμανχαμ, στο οποίο σύμφωνα με τον Άγιο Βέδα ο ιερέας Κόιφι κατέστρεψε τα παγανιστικά είδωλα. Το βασίλειο του Αγίου Έντουιν περιείχε τις πρώην Ρωμαϊκές πόλεις Γιορκ και Καρλάιλ, οι οποίες είχαν αποκτήσει μεγάλη δημοφιλία κατά την διάρκεια του 7ου αιώνα, αν και δεν είναι γνωστή η θέση στην οποία ξεκίνησε η αστική ζωή εκείνη την περίοδο.


Η μεταστροφή του Αγίου Έντουϊν στον χριστιανισμό οφείλεται σε δυο γεγονότα. Ως πρώτο γεγονός θεωρείται ότι ο Άγιος Παυλίνος της Γιορκ (τιμάται 10 Οκτωβρίου) του έσωσε την ζωή την εποχή που ήταν εξόριστος, ενώ το δεύτερο απετέλεσε η απόπειρα δολοφονίας του στην Γιορκ, αμέσως μετά τον γάμο του με την Αγία Έθελμπουργκ, από έναν πράκτορα του Κουίκχελμ του Ουέσσεξ. Ο Άγιος Έντουιν αποφάσισε να βαπτίσει την κόρη του Έανφλεντ χριστιανή και να ασπαστεί και ο ίδιος τον χριστιανισμό, αν η εκστρατεία του εναντίον του Κουίκχελμ απέβαινε νικηφόρα. Τις αποφάσεις του Αγίου Έντουιν επηρέασαν έντονα και οι επιθυμίες της πρώτης συζύγου του, η οποία ήταν κατά το ήμισυ Μεροβίγγεια, όπως και τα γράμματα προτροπής του Πάπα Βονιφάτιου Ε'. Επιπλεόν, ο Άγιος Έντουιν βρισκόταν υπό Φραγκική επιρροή, οι Φράγκοι είχαν ασπαστεί τον χριστιανισμό και ήθελαν έντονα να διαδώσουν τον χριστιανισμό στους ομόφυλους Σάξονες, ώστε να μπορούν να ασκήσουν εύκολα επάνω τους εξουσία και επιρροή. Ο Άγιος Βέδας αναφέρει ότι η βάπτιση του Αγίου Έντουιν πραγματοποιήθηκε στις 12 Απριλίου 627, ενώ ο ζήλος που επέδειξε ήταν τόσο ισχυρός που οδήγησε τον Έορπβαλντ, γιο του Ράεντβαλντ, να βαπτιστεί και εκείνος χριστιανός.


Αναλυτικότερα και σύμφωνα με τον Άγιο Βέδα, ο Άγιος Παυλίνος εξήγησε στον βασιλιά τους λόγους για τους οποίους έπρεπε να ασπαστεί τον χριστιανισμό και εν συνεχεία ο Άγιος Έντουιν ρώτησε τους συμβούλους του τη γνώμη τους επί του ζητήματος. Ο ιερέας του Αγίου Έντουιν Κόιφι έλαβε πρώτος τον λόγο, εξηγώντας στον βασιλιά ότι θα γίνει διάσημος, θα αποκτήσει τον σεβασμό όλων και θα έχει την βοήθεια του Θεού. Στη συνέχεια, ένας ενώνυμος σύμβουλος που έλαβε τον λόγο εξήγησε στον βασιλιά ότι θα πρέπει να γίνει χριστιανός για τους ίδιους λόγους. Ο Κόιφι πήρε για δεύτερη φορά τον λόγο, εξηγώντας στον βασιλιά ότι θα έπρεπε να καταστρέψει όλους τους αρχαίους ναούς και τα αρχαία είδωλα. Ο βασιλιάς συμφώνησε και ο ίδιος ο Κόιφι ανέλαβε προσωπικά να κάψει όλα τα παγανιστικά είδωλα. Ο Κόιφι δήλωσε "θα κάνω αυτό που νομίζω καλύτερο επειδή έχω την φώτιση του πραγματικού θεού και θα καταστρέψω όλα τα αρχαία είδωλα τα οποία ο λαός λατρεύει εν άγνοια του". Ο Άγιος Βέδας περιγράφει την σκηνή στην οποία το πλήθος είχε συγκεντρωθεί για να παρακολουθήσει τη βάπτιση του Αγίου Έντουιν, με τον Κόιφι έφιππο και οπλισμένο με δόρυ να πραγματοποιεί την διαδρομή στο ναό, στον οποίο φτάνοντας "ρίχνει το δόρυ και τον βεβηλώνει".


Σε άρθρο με τίτλο "Πώς ο Κόφι διαπέρασε τα πλευρά του Χριστού", η συγγραφέας Τζούλια Μπάρροου (γεν. 1956) αναλύει προσεκτικά την επίθεση του Κόιφι στον παγανιστικό ναό. Η συγγραφέας ισχυρίζεται ότι η λόγχη συμβολίζει, κατά τον Βέδα, το μαρτύριο της σταύρωσης του Ιησού και "το τρύπημα στο πλευρό του σώματος του". Η συγκεκριμένη λεπτομέρεια αποδεικνύει τον "τεράστιο θαυμασμό και θέρμη" που χρησιμοποιούσε ο Άγιος Βέδας στις περιγραφές του για τον Άγιο βασιλιά Έντουιν. Η σύντομη ομιλία του ανώνυμου συμβούλου υποδηλώνει τη "σοφία και την ελπίδα ενός χριστιανικού μηνύματος", ενώ έχει εμπνεύσει σύγχρονους ποιητές όπως ο Γουίλιαμ Γουόρντσγουορθ να δηλώσουν ότι πρόκειται για "την πιο διάσημη ποιητική ομολογία του Βέδα".


Στο ποίημα του χαρακτηριστικά αναφέρει: "Ο άνθρωπος αυτός, ο βασιλιάς, εκείνη την εποχή που είναι άγνωστη σε μας συμβολίζεται με ένα σπουργίτι μέσα σε ένα βραδινό χειμωνιάτικο δωμάτιο που πετάει ανάμεσα στους συμβούλους και τους αξιωματούχους του με μια θερμή φωτιά στην μέσο, ενώ έξω από το δωμάτιο θερίζουν οι καταιγίδες και η χιονοθύελλα. Το σπουργίτι σε λίγο βγαίνει έξω από το παράθυρο και εξαφανίζεται στον σκοτεινό χειμώνα, δεν το ξαναβλέπει κανένας η τύχη του είναι άγνωστη. Η ζωή του ανθρώπου με παρόμοιο τρόπο είναι πολύ σύντομη, όπως το πέταγμα του σπουργιτιού, και στη συνέχεια η τύχη του παραμένει άγνωστη. Γι΄αυτό αξίζει να γνωρίσουμε μια νέα διδασκαλία η οποία θα μας δώσει ελπίδες ότι θα εξακολουθήσουμε να υπάρχουμε στην συνέχεια".


Ο Άγιος Βέδας συνοψίζοντας την κατάσταση την οποία επικρατούσε την εποχή του Αγίου Έντουιν, αναφέρει: "Ακούγεται ότι την εποχή του Έντουιν επικρατούσε απόλυτη ειρήνη σε ολόκληρη την Βρετανία σε τόσο μεγάλο βαθμό που μια γυναίκα με νεογέννητο παιδί θα μπορούσε να κάνει τον γύρο των ακτών σε ολόκληρο το νησί". 


Οι προσπάθειες εκχριστιανισμού τόσο του Αγίου Έντουιν όσο και του Έορπβαλντ διεκόπη από τους διαδόχους τους. Ειδικά στη Νορθουμβρία, ο Άγιος Παυλίνος είχε ελάχιστη δημοφιλία, ελάχιστοι Ρωμαίοι κληρικοί ήταν παρόντες στη Νορθουμβρία την εποχή του Αγίογ Παυλίνου και ο μοναδικός γνωστός ήταν ο Άγιος Ιωάννης ο Διάκονος (τιμάται 17 Αυγούστου και 11 Οκτωβρίου). Ο χριστιανισμός είχε διεισδύσει μονάχα στον στενό κύκλο του βασιλιά και της αυλής του. Ο Άγιος Παυλίνος αποφάσισε να εγκαταλείψει τη Νορθουμβρία μετά τον θάνατο του Αγίου Έντουιν, ενώ ο Άγιος Ιωάννης ο Διάκονος έμεινε μέχρι τον θάνατο του.


Η πρώτη πρόκληση για τον Άγιο Έντουιν προήλθε μετά από τον γάμο με την πριγκίπισσα του Κεντ, πραγματοποιήθηκε στο Καντέρμπερι το καλοκαίρι του 625, με την προστασία που πρόσφερε σε μικρότερους βασιλείς ο Κουίκχελμ του Ουέσσεξ είδε τις εξουσίες του εξασθενημένες στη Βρετανία. Ο Κουίκχελμ έστειλε έναν πληρωμένο δολοφόνο που τελικά απέτυχε να σκοτώσει τον Άγιο Έντουιν, ύστερα από την αποτυχημένη απόπειρα δολοφονίας ο Άγιος Έντουιν υποσχέθηκε να βαπτιστεί χριστιανός μόνο μετά από νίκη του σε μάχη εναντίον του Κουίκχελμ. Από το 627 ο Άγιος Έντουιν έγινε ο ισχυρότερος βασιλιάς των Αγγλοσαξόνων, είχε υπό τη εξουσία του την Βερνικία, την Ντέιρα, την ανατολική Μερκία, την Νήσο του Μαν και την Άνγκλεσι. Η συμμαχία του με το Κεντ, η υποταγή του Ουέσσεξ και οι μεγάλες στρατιωτικές επιτυχίες του έδωσαν δύναμη και εξουσία, ο Άγιος Βέδας τον κατατάσσει στους αυτοκρατορικούς βασιλείς οι οποίοι θα καταγραφούν τον 9ο αιώνα με τον όρο "Βρετβάλντα". Ο υποτιθέμενος αδελφός του Έντουιν Καντβαλλόν-απ-Καντφάν εξεγέρθηκε εναντίον του (629) αλλά ο Άγιος Έντουιν τον νίκησε και τον οδήγησε στην εξορία, από τότε η εξουσία του Αγίου Έντουιν ήταν αναμφισβήτητη, ήταν κυρίαρχος μέχρι την εποχή που ο Καντβαλλόν με την βοήθεια του Πέντα της Μερκίας εξεγέρθηκε ξανά εναντίον του (632/633). Ο Άγιος Έντουιν αντιμετώπισε τον Πέντα και τον Καντβαλλόν στην μάχη του Χάτφιλντ το φθινόπωρο του 632 ή του 633, εκεί ηττήθηκε και σκοτώθηκε. Το σώμα του το έκρυψαν για κάποιο χρονικό διάστημα στα δάση του Σέργουντ σε ένα χωριό που έγινε αργότερα γνωστό ως Έντουινστοου, το κεφάλι του τάφηκε στην Γιορκ και το υπόλοιπο σώμα του στο Γουίτμπι. Από τους δυο γιους του με την Κουένμπουρ της Μερκίας ο Όσφριθ έπεσε μαζί του στο Χάτφιλντ, ο άλλος του γιος Έαντφριθ συνελήφθη από τον Πέντα και δολοφονήθηκε λίγο καιρό αργότερα.


Μετά τον θάνατο του η Αγία βασίλισσα Έθελμπουργκ επέστρεψε στο Κεντ μαζί με τον Άγιο Παυλίνο, τον γιο της Ούσκφρεα, την κόρη της Έανφλεντ και τον γιο του Όσφριθ Ίφφι. Ο Ούσκφρεα και ο Ίφφι στάλθηκαν στην αυλή του βασιλιά των Φράγκων Δαγοβέρτου Α' αλλά πέθαναν πολύ γρήγορα, η Έανφλεντ επέζησε και παντρεύτηκε τον πρώτο της ξάδελφο Οσουί της Νορθουμβρίας γιο του Έθελφριθ της Βερνικίας και της Άχα της Ντέιρα. Το βασίλειο της Νορθουμβρίας διασπάστηκε ξανά μετά τον θάνατο του Αγίου Έντουιν στα βασίλεια της Βερνικίας και της Ντέιρα, ο ξάδελφος του Όσρικ τον διαδέχθηκε στην Ντέιρα και ο γιος του Έθελφριθ της Βερνικίας και της αδελφής του Άχα Έανφριθ της Βερνικίας στην Βερνικία. Οι διάδοχοι του επέστρεψαν στον παγανισμό αλλά σκοτώθηκαν και οι δυο από τον Καντβαλλόν, ο μικρότερος αδελφός του Έανφριθ, Άγιος Όσβαλντ (τιμάται 5 Αυγούστου) νίκησε, σκότωσε το Καντβαλλόν ενώνοντας οριστικά την Νορθουμβρία σε ένα ενιαίο βασίλειο. Μετά το γεγονός αυτό οι απόγονοι του Ίδα της Βερνικίας βασίλευσαν στην Νορθουμβρία μέχρι τα τέλη του 8ου αιώνα με μοναδική εξαίρεση την βασιλεία του Οσουί γιου του Οσρίκ.


https://agioi-oi-kaliteroi-mas-filoi.blogspot.com/2020/10/4.html

<>





Όσιος Γάλλος ο Ιρλανδός, ο Φωτιστής της Ελβετίας. Ημέρα Μνήμης: 16 Οκτωβρίου.


Ο Όσιος Πατήρ ημών Γάλλος γεννήθηκε στην Ιρλανδία από γονείς πλούσιους και ευλαβείες,οι οποίοι τον έστειλαν να σπουδάσει στην περίφημη Μονή της Μπάγκορ που ίδρυσε ο Όσιος Κόμγκαλ (τιμάται 10 Μαΐου). Ασπάσθηκε με ζήλο την ασκητική ζωή, την προσάγουσα στην αληθή γνώση του Θεού και ήταν μεταξύ των δώδεκα μοναχών, οι οποίοι συνόδευσαν τον Άγιο Κολομβανό (τιμάται 23 Νοεμβρίου) στη Γαλατία. Ακολούθησε τον πνευματικό του πατέρα σε όλες τις ιεραποστολικές περιοδείες, συνεργαζόμενος μαζί του στο κήρυγμα και την καταστροφή των ειδώλων.


Όταν, μετά από σκευωρίες της βασίλισσας Βρουγχίλδας, ο Όσιος Κολομβανός καταδικάστηκε σε εξορία, ο Όσιος Γάλλος, ο Όσιος Ευστάθιος (τιμάται 29 Μαρτίου) και άλλοι μοναχοί της Μονής του Λουξέιγ βρήκαν καταφύγιο στον βασιλέα της Αυστρασίας. Αργότερα, πήγε και τους βρήκε εκεί ο Κολομβανός και όλοι μαζί ανέπλευσαν τον Ρήνο ποταμό και εισήλθαν στα εδάφη των Ελβετών, στις όχθες της λίμνης της Ζυρίχης, όπου ήλθαν αντιμέτωποι με τους βάρβαρους κατοίκους της περιοχής που θέλησαν να τους σκοτώσουν.



Φθάνοντας στη λίμνη Κωνσταντία, πλησίον του Μπρέγκεντζ, εγκαταστάθηκαν σε ένα παρεκκλήσι αφιερωμένο στην Αγία Αυρηλία, το οποίο είχαν καταλάβει οι ειδωλολάτρες και είχαν βάλει εκεί τα ασεβή τους είδωλα. Ο Όσιος Γάλλος γνώριζε τη γλώσσα των κατοίκων, με ζήλο κήρυττε το Ευαγγέλιο, γκρέμισε μπροστά στα μάτια τους τα είδωλα κι έριξε τα συντρίμια τους στη λίμνη. Ο χώρος εξαγνίσθηκε έτσι από κάθε ίχνος της λατρείας των ειδώλων, και αναπτύχθηκε εκεί ο μοναστικός βίος.


Διακόνημα του Οσίου Γάλλου ήταν να φτιάχνει δίχτυα και να ψαρεύει, προμηθεύοντας έτσι τροφή στη μοναχική κοινότητα που όλο και αυξανόταν. Μια μέρα, ο δαίμονας των ορέων κάλεσε σε βοήθεια εναντίον των μοναχών τον δαίμονα της λίμνης Κωνσταντίας, που του αποκρίθηκε φωνάζοντας: «Αυτός ο ξένος με ξαταπιέζει εντός των υδάτων και καταλύει το κράτος μου. Δεν δύναμαι να τον εξαπατήσω διότι το Όνομα του Θεού βρίσκεται συνεχώς στα χείλη του και επειδή συνεχώς φυλάττει τον εαυτό του, ο ξένος αυτός χλευάζει τις παγίδες μας!».


Οι ειδωλολάτρες κατήγγειλαν τους μοναχούς στον φεουδάρχη του τόπου και ο Όσιος Κολομβανός, αναγκάστηκε να πάρει τους υποτακτικούς του και να περάσει στην Ιταλία περί το 612. Ο Όσιος Γάλλος ηταν τότε άρρωστος και δεν μπόρεσε να τους ακολουθήσει, μόλις ανάρρωσε, άρχισε να ψάχνει για νέο ερημητήριο, στο οποίο να εγκαταβιώσει μαζί με μερικούς αδελφούς, διάγοντας ησυχαστικό βίο.


Μία μέρα εξέβαλε προσευχόμενος τι δαιμόνιο από την κόρη του δούκα Γκονζόν, τη Φριδεβούργη, η οποία ήταν αρραβωνιασμένη με τον βασιλές των Φράγκων Σιγηβέρτο. Σε ένδειξη ευγνωμοσύνης ο βασιλέας του χάρισε ένα κτήμα στις όχθες της λίμνης Κωνσταντίας. Όταν ήλθε η μέρα των βασιλικών γάμων, η Φριδεβούργη δήλωσε ότι επιθυμούσε να αφιερώσει την παρθενία της στον Κύριο ημών Ιησού Χριστό. Ο βασιλέας υποτάχθηκε στη θεία βούληση, ενέδυσε την αρραβωνιατικιά του με τα βασιλικά ενδύματα και την παρουσίασε στο Άγιο Βήμα λέγοντας: «Ενδεδυμένη με το ένδυμα και στολισμένη με τα στολίδια που σας ετοίμασαν για εμέ, σας δίνω νύμφη στον Χριστό τον Θεό μας!».


Κατά τη διάρκεια μιας μεγάλης συνέλευσης επισκόπων και ευγενών, στην οποία έλαβε μέρος, του πρότειναν τον επισκοπικό θρόνο. Ο Όσιος Γάλλος αρνήθηκε και υπέδειξε τον υποτακτικό του Ιωάννη, παρά το ότι και εκείνος δεν το επιθυμούσε και προσπάθησε μάλιστα να φύγει. Παρευρέθηκε στη χειροτονία του νέου επισκόπου και μετά αποσύρθηκε στην ερημιά, ανήγειρε έναν ναό και γύρω του έκτισε δώδεκα κελλιά για τους υποτακτικούς του.


Όταν εκοιμήθη ο Όσιος Ευστάθιος, οι μοναχοί του Λουξέιγ έστειλαν μία αντιπροσωπεία τους στον Όσιο Γάλλο και του πρότειναν την ηγεμονία της Μονής τους. Ο άνθρωπος του Θεού, όμως, αρνήθηκε λέγοντας ότι προτιμούσε να διακονεί μάλλον παρά να διοικεί. Εξακολούθησε να ζει στη μικρή του μοναστική αδελφότητα, χωρίς να παύσει να ψαρεύει και υπηρετεί ταπεινά τους αδελφούς. Εκοιμήθη ειρηνικά γύρω στο 640, σε ηλικία ενενήντα εννέα ετών.


Η Μονή του Αγίου Γάλλου κατέστη στη συνέχεια ένα από τα σημαντικότερα κέντρα ακτινοβολίας της κολομβάνειας παραδόσεως και φημιζόταν όχι μόνο για πνευματικό ήθος των μοναχών της αλλά και για την πλούσια βιβλιοθήκη της και τα εργαστήρια των αντιγραφέων.


Πηγή: Νέος Συναξαριστής της Ορθοδόξου Εκκλησίας, υπό Ιερομονάχου Μακαρίου Σιμωνοπετρίτου. Τόμος δεύτερος. Οκτώβριος 16. Εκδόσεις Ορμύλια.

https://agioi-oi-kaliteroi-mas-filoi.blogspot.com/2020/10/16_16.html

<>


Άγιος Ουμβέρτος ή Χουμβέρτος του Μαάστριχτ, Επίσκοπος Λιέγης Βελγίου. Ημέρα Μνήμης: 3 Νοεμβρίου.


Ο Άγιος Ουμβέρτος ήταν ο πρώτος επίσκοπος της Λιέγης το 708 μ.Χ. Είναι ο προστάτης άγιος των κυνηγών, των μαθηματικών, των οπτικών και των μεταλλουργών. Γνωστός και ως «Ο Απόστολος των Αρδεννών», τον επικαλούνται όσοι νοσούν από Λύσσα.


Ο Άγιος Ουμβέρτος γεννήθηκε πιθανώς στην Τουλούζη περίπου το έτος 656. Ήταν ο μεγαλύτερος γιος του Μπέρτραντ, Δούκα της Ακουϊτανίας. Όταν ήταν σε νεαρή ηλικία, ο Άγιος Ουμβέρτος εστάλη στη Νευστρία στην αυλή του Θευδέριχου Γ' στο Παρίσι, όπου του δόθηκε ο τίτλος του Παλατινού Δούκα. Όπως πολλοί ευγενείς της εποχής, ο Άγιος Ουμβέρτος ήταν παθιασμένος με το κυνήγι. Εν τω μεταξύ, η τυραννική συμπεριφορά του Έμπροιν, Μαγιορδόμου του ανακτόρου της Νυστρίας, προκάλεσε μια γενική μετανάστευση των ευγενών και άλλων στην αυλή της Αυστρίας στο Μετς.


Ο Άγιος Ουμβέρτος τους ακολούθησε σύντομα και τον καλωσόρισε θερμά ο Πεπίνος του Χέρσταλ, Μαγιορδόμος του ανακτόρου, ο οποίος τον όρισε σχεδόν αμέσως προϊστάμενο του παλατιού. Περίπου εκείνη την περίοδο (682), ο Άγιος Ουμβέρτος παντρεύτηκε την Φλωριμπάνη κόρη του Δαγοβέρτου, Κόμη της Λέβεν.


Η σύζυγός του πέθανε μόλις γέννησε τον γιο τους (Ο γιος τους Φλωριβέρτος της Λιέγης αργότερα θα γινόταν επίσκοπος της Λιέγης και η μνήμη του τιμάται 27 Απριλίου), ο Άγιος Ουμβέρτος αποχώρησε από την αυλή και αποσύρθηκε στις δασικές εκτάσεις των Αρδεννών και παραδόθηκε εντελώς στο κυνήγι. Ωστόσο, μια μεγάλη Θεία αποκάλυψη ήταν επικείμενη. Το πρωί της Μεγάλης Παρασκευής, όταν οι πιστοί συνωστίζονταν στις εκκλησίες, ο Άγιος Ουμβέρτος πήγε για κυνήγι.


Καθώς ο ίδιος κυνηγούσε ένα υπέροχο ελάφι, το ζώο γύρισε και μόλις ο Άγιος Ουμβέρτος το αντίκρυσε έμεινε κατάπληκτος: ανάμεσα στα κέρατα του ζώου στέκοταν η μορφή του Εσταυρωμένου ενώ άκουσε μια φωνή να λέει: «Ουμβέρτε, αν δεν στραφείς προς τον Κύριο, και δεν ζήσεις μια χριστιανική ζωή, θα πέσεις γρήγορα στην κόλαση». Ο Άγιος Ουμβέρτος κατέβηκε από το άλογό του, προσκύνησε και είπε: «Κύριε, τι θες να κάνω;» και έλαβε την απάντηση: «Πήγαινε και αναζήτησε τον Λαμβέρτο και θα σε καθοδηγήσει».




Ο Άγιος Ουμβέρτος ξεκίνησε αμέσως για το Μάαστριχτ, γιατί εκεί ο Άγιος Λαμβέρτος (τιμάται 17 Σεπτεμβρίου) ήταν επίσκοπος, τον δέχτηκε ευγενικά και έγινε πνευματικός του πατέρας. Ο Άγιος Ουμβέρτος παραιτήθηκε από όλες τις σημαντικές τιμές και τίτλους του, παραιτήθηκε και από τα προγονινά του δικαιωματα στην Ακουϊτανία και τα παραχώρησε στον μικρότερο αδερφό του Όντο, τον οποίο όρισε και κηδεμόνα του γιου του Φλοριβέρτου. Έχοντας διανείμει όλο τον προσωπικό του πλούτο στους φτωχούς, ο Άγιος Λαμβέρτος έδωσε οδηγίες στον Άγιο Ουμβέρτο να πάει και να ζήσει ανάμεσα στους ανθρώπους και τα πλάσματα του γειτονικού δάσους των Αρδεννών και να αφιερωθεί στην προσευχή και τη μελέτη. Σπούδασε θεολογία, σύντομα χειροτονήθηκε και λίγο αργότερα έγινε ένας από τους επικεφαλής συνεργάτες του Αγίου Λαμβέρτου στη διοίκηση της επισκοπής του.


Με τη συμβουλή του Αγίου Λαμβέρτου, ο Άγιος Ουμβέρτος έκανε προσκύνημα στη Ρώμη το 708, αλλά κατά τη διάρκεια της απουσίας του, ο Άγιος Λαμβέρτος δολοφονήθηκε από τους οπαδούς του Πεπίνου. Σύμφωνα με τη βιογραφία του Αγίου Ουμβέρτου, αυτή η πράξη αποκαλύφθηκε στον Πάπα Σέργιο Α' (τιμάται 8 Σεπτεμβρίου) σε ένα όραμα, ο οποίος με εντολή του ορίστηκε νέος επισκόπος Μάαστριχτ ο Άγιος Ουμβέρτος


Διανέμει τα επισκοπικά του έσοδα στους φτωχούς, ήταν επιμελής στη νηστεία και στην προσευχή και έγινε διάσημος για την ευγλωττία του στον άμβωνα. Το 720, σε υπακοή σε ένα όραμα, ο Άγιος Ουμβέρτος μετέφερε τα ιερα λείψανα του Αγίου Λαμβέρτου από το Μάαστριχτ στη Λιέγη με μία μεγάλη τελετή, με τη συνδρομή αρκετών γειτονικών επισκόπων. Μια βασιλική για φυλοξενήσουν τα ιερά λείψανα χτίστηκε στον τόπο του μαρτύρου του Αγίου Λαμβέρτου, και έγινε καθεδρικός ναός τον επόμενο χρόνο, όπου η επισκοπή μεταφέρθηκε από το Μάαστριχτ στη Λιέγη. Αυτό έθεσε τα θεμέλια του μελλοντικού μεγαλείου της Λιέγης, του οποίου ο Άγιος Λαμβέρτος τιμάται ως προστάτης και ο Άγιος Ουμβέρτος ως ιδρυτής και πρώτος επίσκοπος.


Ο Άγιος Ουμβέρτος ευαγγέλισε τους ειδωλολάτρες στα εκτεταμένα δάση των Αρδεννών και στην Τοξάνδρια, μια περιοχή που εκτείνεται από το Τόνγκερεν μέχρι τη συμβολή του ποταμού Βαλ με το Ρήνο. Παρέμεινε σταθερός στην ανησυχία του για τις ανάγκες των ανθρώπων και των πλασμάτων του δάσους και ξεκίνησε να μεταστρέψει τους ειδωλολάτρες και τους ληστές του Δάσους των Αρδεννών. Λέγεται ότι έκανε πολλές επισκέψεις στο δάσος για το σκοπό αυτό και χρησιμοποίησε τις ικανότητες του στην τοξοβολία για να κερδίσει τον σεβασμό και την εμπιστοσύνη τους. Ο Άγιος Ουμβέρτος κατάφερε τελικά να μεταστρέψει πολλούς από αυτούς τους ανθρώπους στο Χριστιανισμό. Έγινε συνήγορος των ανθρώπων του δάσους και όλοι ζητούσαν τη σοφή του κρίση και τη μεσολάβησή του σε πολλά θέματα, συμπεριλαμβανομένων εκείνων που αφορούσαν το δάσος, την άγρια ​​ζωή και το κυνήγι.


Ο Άγιος Ουμβέρτος παρέδωσε το πνεύμα του οσιακά σε ένα μέρος που ονομάζεται Φούρα, βρίσκεται 30 μίλια από τη Λιέγη, στις 30 Μαΐου 727 ή 728. Τάφηκε στον Ιερό Ναό του Αγίου Πέτρου στη Λιέγη, αλλά αργότερα έγινε ανακομιδή του ιερού του λειψάνου το οποίο μεταφέρθηκε στο Αββαείο του Αμντάιν (Andagium, στα γαλλικά Andage, το σημερινό Saint-Hubert στο Βέλγιο) στις Αρδέννες το 825.


Η μονή έγινε εστία προσκυνήματος, έως ότου η λάρνακα εξαφανίστηκε κατά τη διάρκεια της Μεταρρύθμισης . Η μνήμη του τιμάται την 3η Νοεμβρίου, πιθανώς η ημερομηνία μετακομιδής των λειψάνων του στον Αμντάιν.


https://agioi-oi-kaliteroi-mas-filoi.blogspot.com/2020/11/3.html



<>

Άγιος Φλωριβέρτος Επίσκοπος Λιέγης. Ημέρα Μνήμης: 27 Απριλίου.


Ο Άγιος Φλωριβέρτος ήταν γιος του Αγίου Ουμβέρτου ή Χουμβέρτου Επισκόπου Λιέγης και της Φλωριμπάνης, κόρη του Δαγοβέρτου, Κόμη της Λέβεν. Η μητέρα του πέθανε κατά τη διάρκεια της γέννας και την ανατροφή του ανέλαβε για ένα διάστημα ο πατέρας του.


Αργότερα την ανατροφή του ανέλαβε ο θείος του Όντο, μικρότερος αδελφός του Αγίου Ουμβέρτου. Όταν ο Άγιος Ουμβέρτος πέθανε, τον διαδέχθηκε ο γιός του στον επισκοπικό θρόνο της Λιέγης το 727.


Κοιμήθηκε οσιακά τον Απρίλιο του 746 και θάφτηκε στον Καθεδρικό Ναό του Αγίου Λαμβέρτου Επισκόπου Μάαστριχτ (τιμάται 17 Σεπτεμβρίου).


https://agioi-oi-kaliteroi-mas-filoi.blogspot.com/2020/11/27.html



<>



Άγιος Αιμιλιανός του Βεργκέτζιο εν Ιβηρία. Ημέρα Μνήμης: 12 Νοεμβρίου.




Ο Άγιος Αιμιλιανός (12 Νοεμβρίου 472 - 11 Ιουνίου 573) είναι ένας Άγιος της Ιβηρικής Χερσονήσου, και τιμάται ευρέως σε όλη την Ισπανία, ο οποίος έζησε κατά την εποχή της Βισιγοτθικής κυριαρχίας.


Σύμφωνα με το βίο του που γράφτηκε από τον Άγιο Μπραούλιο ή Βρώλιο του εν Σαραγόσα Ιβηρίας, επίσκοπο της Σαραγόσα (τιμάται 26 Μαρτίου), περίπου εκατό χρόνια μετά το θάνατο του Αγίου, Άγιος Αιμιλιανός γεννήθηκε στη Βεργκάρα, στη Λα Ριόχα, όπου ήταν βοσκός.


Ο Άγιος Αιμιλιανός είχε μια θεϊκή αποκάλυψη, γύρω στα είκοσι, που τον οδήγησε να πάρει την αποφασίσει να αφιερωθεί στην υπηρεσία του Θεού. Αναζήτησε έναν έμπειρο ερημίτη στο Μπιλίμπιο, ονόματι Φήλικα (τιμάται 25 Ιουνίου), όπου ο Άγιος Αιμιλιανός έζησε για αρκετά χρόνια δίπλα του.




Αφού πήρε ευλογία και έφυγε από τον δάσκαλό του, ο Άγιος Αιμιλιανός έζησε ως ερημίτης στα βουνά ή στον ιστορικό ρωμαϊκό δρόμο που έγινε αργότερα γνωστός ως Διαδρομή Αγίου Ιακώβου της Κομποστέλα (Camino de Santiago). Ο Δίδυμος, Επίσκοπος της Ταραζώνα χειροτόνησε τον Άγιο Αιμιλιανό και τον διόρισε ενοριακό ιερέα της Βεργκάρα. Ωστόσο, ο Άγιος Αιμιλιανός προκάλεσε την αντιπάθεια των συναδέλφων του ιερέων και τον κατηγόρησαν για σπατάλη των εκκλησιαστικών αγαθών λόγω της μεγάλης διανομής ελεημοσύνης στους απόρους αλλά και λόγω ζήλιας λόγω της φήμης του για αγιότητα. Ο Άγιος Αιμιλιανός επέστρεψε στην έρημο και μια μικρή κοινότητα μαθητών συγκεντρώθηκε γύρω από το κελί του. Κοιμήθηκε οσιακά σε ηλικία 101 ετών και το σώμα του, αρχικά τοποθετήθηκε στο ερημητήριο του, αλλά αργότερα μεταφέρθηκε σε ένα μοναστήρι που χτίστηκε στη μνήμη του.


Ο Άγιος Μπραούλιος κατέγραψε επίσης πολλά θαύματα μετά την κοίμηση του Αγίου Αιμιλιανού. Είναι ο προστάτης Άγιος της Λα Ριόχα. Ο Άγιος είναι επίσης γνωστός και ως Άγιος Αιμιλιανός της Κόγκολλα (Aimilian of Cogolla) εξαιτίας του κουκουλιού που φορούσε στο κεφάλι (Cogolla από το λατινικό cuculla που στα ελληνικά σημαίνει κουκούλα).




Στη μάχη του Σιμάνκας, το 939, ο Βασιλιάς Ραμίρο Β' ο Μέγας, ο Κόμης Φερνάνδος Γκονζάλες της Καστίλλης και ο Γκαρθία Σάντσεθ Α' της Παμπλόνα, αντιμετώπισαν τον Χαλίφη της Κόρδοβα Αμπντ αλ - Ραχμάν Γ' αν - Νασίρ. Σύμφωνα με την παράδοση, ο Άγιος Απόστολος Ιάκωβος συνοδευόμενος από τον Άγιο Αιμιλιανό εμφανίστηκαν στη μέση της μάχης για την υπεράσπιση των χριστιανών. Γι'αυτό και ο Άγιος πολλές φορές αγιογραφείται να κρατάει ξίφος ή να είναι πάνω σε άλογο και να υπερασπίζεται τους Χριστιανούς.



https://agioi-oi-kaliteroi-mas-filoi.blogspot.com/2020/11/12_72.html

<>

Άγιοι Ιερομάρτυρες Βαλέριος και Βικέντιος της Σαραγόσας. Ημέρα Μνήμης: 11 Νοεμβρίου.


Βληθεὶς ὁ Βικέντιος ἐν φρουρᾷ φέρει.

Λυθεὶς δὲ φρουρᾶς σαρκικῆς ἄνω τρέχει.


Ο άγιος Βικέντιος - το όνομα του οποίου παραπέμπει στα λατινικά στη λέξη νικώ - φαίνεται πως καταγόταν από την Ουέσκα της Ισπανίας. Σπούδασε την ιερή και θύραθεν σοφία υπό την καθοδήγηση του επισκόπου Βαλερίου στη Σαραγόσα, ο οποίος τον χειροτόνησε διάκονο και, εξαιτίας της προχωρημένης του ηλικίας και των δυσκολιών που είχε ο ίδιος στην έκφραση, του ανέθεσε το κήρυγμα του Ευαγγελίου. Ο Βικέντιος διακρίθηκε επίσης για τη φροντίδα που έδειχνε απέναντι στους φτωχούς, τις χήρες και τα ορφανά, τα πιο αγαπημένα τέκνα της αγίας Εκκλησίας.


Στις αρχές του διωγμού του Διοκλητιανού (303), ο έπαρχος Δατιανός, άνθρωπος σκληρός και αιμοβόρος, που άλλο δεν ήθελε παρά να κορέσει τη δίψα του για αίμα εις βάρος των χριστιανών, συνέλαβε τον επίσκοπο Βαλέριο και τον διάκονό του Βικέντιο και τους ανάγκασε να έλθουν σιδηροδέσμιοι και πεζοί στη Βαλεντία.


Έκπληκτος που τους έβλεπε τόσο ακμαίους και ευδιάθετους μετά την πορεία αυτή, χρησιμοποίησε με τη σειρά υποσχέσεις και απειλές για να τους πείσει να θυσιάσουν στους θεούς της Αυτοκρατορίας. Καθώς ο Βαλέριος είχε δυσκολία στην ομιλία, έλαβε τον λόγο ο Βικέντιος για να ομολογήσει την πίστη στον μόνο Σωτήρα και να δηλώσει έτοιμος να υποστεί οποιοδήποτε μαρτύριο.


Θεωρώντας τα λόγια του ως ύβρη, ο έπαρχος διέταξε να τον ξαπλώσουν σε ξύλα, να του εξαρθρώσουν τα μέλη και να ξεσχίσουν το σώμα του με σιδερένια νύχια. Ενδυναμωμένος από τη θέα του Χριστού, ο άγιος φανέρωσε εν μέσω των βασανιστηρίων τη χαρά του και ενθάρρυνε τους δήμιους που ματαίως μοχθούσαν.


Σταμάτησαν για λίγο το μαρτύριο, για να το ξαναρχίσουν, αφού έξυσαν πάλι τις πληγές του, αλλά πάλι εις μάτην. Ο Δατιανός τότε αποφασίζει να ξαπλώσει τον άγιο επάνω σε μια σχάρα με οδοντωτές σαν πριόνι ράβδους. Ο Βικέντιος προσφέρθηκε από μόνος του στη νέα τούτη βάσανο και παρέμεινε αναίσθητος στον πόνο, με τα μάτια του στραμμένα στον ουρανό.


Αποθαρρυμένος τότε ο διοικητής, έριξε τον Βικέντιο σε σκοτεινή φυλακή που το δάπεδό της ήταν στρωμένο με θραύσματα από κεραμικά. Εξαίφνης όμως το δεσμωτήριο φωτίσθηκε, τα όστρακα μεταμορφώθηκαν σε στρωμνή ανθέων και ο Χριστός συνοδεία αγγέλων ήλθε να ενδυναμώσει τον άγιο, προσκαλώντας τον να τους συναντήσει στον ουρανό.




Ο δεσμοφύλακας, τρομοκρατημένος από το θέαμα πήγε να ειδοποιήσει τον Δατιανό, ο οποίος αποφάσισε να περιποιηθεί τον άγιο και να τον ξαπλώσει σε μαλακά μαξιλάρια για να του αφαιρέσει τη δόξα του μάρτυρα. Μόλις όμως το σώμα του βρέθηκε ξαπλωμένο, η ψυχή του αγίου πέταξε στους ουρανούς προς συνάντηση του Κυρίου.


Αφρίζοντας από λύσσα μπροστά στη νίκη του αγίου, ο Δατιανός διέταξε να ρίξουν το σώμα του στα άγρια θηρία για να μην επιτρέψει στους πιστούς να το τιμήσουν. Ένα κοράκι ήλθε όμως να το προστατεύσει από τα θηρία.


Ο διοικητής τότε διέταξε να τον βάλουν σε σάκκο τον οποίο ένας στρατιώτης πήγε να πετάξει μεσοπέλαγα, δεμένο σε βαρειά πέτρα. Για μια φορά ακόμη ο Θεός φανέρωσε την εύνοιά του απέναντι στον άγιο μάρτυρα και το σώμα του επέπλεε μέχρι που το περισυνέλεξε ένας χριστιανός της Βαλεντίας, μετά από εμφάνιση του αγίου.


Αργότερα στους τόπους αυτούς κτίσθηκε περίλαμπρη βασιλική και η τιμή του αγίου εξαπλώθηκε ευρέως, όχι μόνον στην Ισπανία, η οποία τον τιμά ως τον επιφανέστερο των μαρτύρων της, αλλά σε ολόκληρο τον υπόλοιπο χριστιανικό κόσμο.


Ο άγιος Αυγουστίνος, που αφιέρωσε σε αυτόν πολλές ομιλίες, μαρτυρεί ότι, από την εποχή του ακόμη, δεν υπήρχε επαρχία της αυτοκρατορίας που να μην εορτάζει τη μνήμη του ιερομάρτυρος της Σαραγόσας.


Ἀπολυτίκιον

Ἦχος δ’. Ταχὺ προκατάλαβε.

Tρισάριθμον σύνταγμα τῶν ἀθλητῶν τοῦ Χριστοῦ συμφώνως τιμήσωμεν ὡς καθαιρέτας ἐχθροῦ, Μηνᾶν τὸν ἀοίδημον, Βίκτωρα τὸν γενναῖον καὶ Βικέντιον ἅμα, τούτοις συνευφημοῦντες στεφανίδα τὴν θείαν. Αὐτῶν, Χριστέ, ἱκεσίαις πάντας ἐλέησον.


Ἕτερον Ἀπολυτίκιον

Ήχος δ'. Ταχύ προκατάλαβε.

Τρισάριθμον σύνθημα, των αθλοφόρων Χριστού, υμνήσωμεν άσμασι, χαριστηρίοις πιστοί, Μηνάν τον αοίδιμον, Βίκτωρα τον γενναίον, και Βικέντιον θείον, πλάνην την των ειδώλων, καταργήσαντας πίστει. Αυτών ταις ικεσίαις, Χριστέ ο Θεός, σώσον τας ψυχάς ημών.


Πηγή: Νέος Συναξαριστής της Ορθοδόξου Εκκλησίας, υπό Ιερομονάχου Μακαρίου Σιμωνοπετρίτου. Τόμος τρίτος, Νοέμβριος. Ίνδικτος, Αθήναι, 2004, ΙΑ’ Νοεμβρίου.


https://agioi-oi-kaliteroi-mas-filoi.blogspot.com/2020/11/11.html



<>



Αγία παρθενομάρτυς Σούννιβα και οι συν αυτή


 Η αγία Σούννιβα (Sunniva) μεγάλωσε στα δυτικά της ορθόδοξης χριστιανικής Ιρλανδίας γύρω στα μέσα του δέκατου αιώνα. Ήταν μια σοφή και συνετή πριγκίπισσα, κόρη ενός τοπικού βασιλιά. Όταν πέθανε ο πατέρας της, ανέλαβε τη διακυβέρνηση του λαού της. Επειδή ήταν μια όμορφη και δυναμική παρθένος, πολλοί επίδοξοι μνηστήρες ζητούσαν το χέρι της. Ένας από αυτούς, άγριος και ισχυρός Βίκινγκ, την απείλησε επανειλημμένα, ότι θα επιτεθεί και θα αφανίσει το λαό της αν δεν τον παντρευτεί. Τότε η Σούννιβα, για να σώσει το λαό της, αποφάσισε να φύγει από τον τόπο της και να εμπιστευτεί την τύχη της στην πρόνοια του Ιησού Χριστού.


Επειδή όμως η αγία αγαπήθηκε από το λαό, τόσο για τη φροντίδα της προς τους φτωχούς καταπιεσμένους, όσο και για την ευσέβεια και την αρετή της, πολλοί επέλεξαν να την ακολουθήσουν στην αυτοεξορία της. Όχι μόνο άντρες, αλλά και γυναίκες και παιδιά. Όπως αναφέρουν λοιπόν τα αρχαία ιρλανδικά κείμενα, βγήκαν στην ανοιχτή θάλασσα μιμούμενοι την κιβωτό του Νώε, χωρίς κουπιά, πηδάλιο ή πανί και χωρίς όπλα, εναποθέτοντας πλήρως τη ζωή τους στα χέρια του Κυρίου.


Μετά από μεγάλο χρονικό διάστημα στη θάλασσα, το πλοίο της (ίσως να μην ήταν μόνο ένα) οδηγήθηκε προς την κατεύθυνση της νορβηγικής ακτής. Αφήνοντας μερικούς σε άλλο τόπο, η αγία κατέληξε στο νησί Selja (5). Το νησί καλύπτεται εν μέρει με δάση, πλούσια σε γλυκό νερό, και η θάλασσα είναι γεμάτη ψάρια. Η Selja χρησίμευε επίσης ως βοσκότοπος για τα βοοειδή που ανήκουν σε γεωργούς στην ηπειρωτική χώρα. Εκεί η αγία και το πλήρωμά της εγκαταστάθηκαν σε σπηλιές και άρχισαν τη ζωή τους με βασική ενασχόληση το ψάρεμα. Η αγία δόξασε το Θεό και, για όσο διάστημα παρέμεινε εκεί, έζησε μια ασκητική ζωή. Καταγράφονται τα λόγια της σε χριστιανικά ιρλανδικά ποιήματα αυτής της περιόδου: «Είμαι ευτυχής που μπορώ να σταθώ στο στήθος του νησιού ... Μπορώ να δω τα υπέροχα σμήνη των πουλιών πάνω από την ανοιχτή θάλασσα, μπορώ να δω τις μαγευτικές φάλαινες, το μεγαλύτερο από όλα τα θαύματα... Και μπορώ να δοξάσω τον Κύριο που έχει εξουσία πάνω από όλα, τον ουρανό με τους αγγέλους του, τη γη και τον αέρα».


Οι αγρότες από την ηπειρωτική χώρα όμως ανησύχησαν όταν έμαθαν για τους αποίκους της Selja, φοβούμενοι ότι πρόκειται για ζωοκλέφτες. Οπλίστηκαν λοιπόν, με αρχηγό ένα σκληρό πολεμιστή, και τους επιτέθηκαν. Η αγία και οι άνθρωποί της είδαν τα πλοία να έρχονται και κατέφυγαν σε μια σπηλιά. Η είσοδος της σπηλιάς γκρεμίστηκε και παρέμειναν εγκλωβισμένοι σ’ αυτήν. Οι ντόπιοι, αφού τους αναζήτησαν μάταια, επέστρεψαν στα σπίτια τους.


Τα χρόνια πέρασαν και διάφορα θαυμαστά σημεία, όπως μια παράξενη στήλη φωτός, μαρτυρούσαν ότι κάτι ιδιαίτερο κρύβεται κάτω από τα σωριασμένα βράχια. Και κάποια στιγμή, δυο επιφανείς Νορβηγοί ειδωλολάτρες, οδηγημένοι από το παράξενο φως, ερεύνησαν και ανακάλυψαν ένα ανθρώπινο κρανίο, που ευωδίαζε ένα άρωμα γλυκό σαν του μελιού. Το πήραν μαζί τους και επέστρεψαν στο Nidaros. Εκεί σχετίστηκαν με το βασιλιά Όλαφ Α΄ και αποδέχτηκαν με προθυμία την πρότασή του να βαπτιστούν χριστιανοί. Του ζήτησαν όμως να τους δώσει μια εξήγηση για το ευωδιαστό λείψανο. Ο βασιλιάς το είδε και, καταλαβαίνοντας ότι πρόκειται για το λείψανο ενός αγίου, έστειλε αποστολή και ερεύνησαν τον τόπο, όπου βρήκαν τα ιερά λείψανα.


Αμέσως η αγία Σούννιβα τιμήθηκε ως πρωτομάρτυρας της νορβηγικής γης και οικοδομήθηκε μια εκκλησία γι’ αυτήν στον τόπο του θανάτου της, που παρέμεινε ως μεγάλο προσκύνημα για αρκετούς αιώνες. Αργότερα ιδρύθηκε εκεί και βενεκδικτίνικο μοναστήρι, υπολείμματα του οποίου διατηρούνται ακόμη. Γύρω στο 1170 η ιστορία της αγίας καταγράφηκε στο λατινικό αγιογραφικό έργο Acta Sanctorum in Selia.


Κατά τη διάρκεια των πυρκαγιών στο Μπέργκεν, το 1170-71 και το 1198, τα λείψανα της αγίας μεταφέρθηκαν εκεί, με αποτέλεσμα να σταματήσει η φωτιά. Η αγία τιμάται λοιπόν ως προστάτιδα του Μπέργκεν (Bergen, Bryggen) και ολόκληρης της δυτικής Νορβηγίας και το όνομά της έγινε βαφτιστικό όνομα για πολλά κορίτσια στη χώρα.


<>



Άγιος Χάλλβαρντ του Lier, ο Νορβηγός


Ο άγιος Χάλλβαρντ (Hallvard) ήταν Νορβηγός, γιος του Vebjorn του Husaby, ενός ευγενούς από το Lier. Ήταν έμπορος και ταξίδευε στις Βαλτικές Νήσους. Το 1043, σε ηλικία 23 ετών, προσπάθησε να υπερασπιστεί μια γυναίκα, που είχαν αρπάξει σκλάβα τρεις άνδρες κατηγορώντας την για κλοπή. Αν και ο άγιος προσφέρθηκε να τους επιστρέψει αυτά που ισχυρίζονταν ότι έχασαν, δολοφονήθηκε από αυτούς με βέλη, μαζί με τη γυναίκα. Στη συνέχεια πέταξαν το σώμα του στη θάλασσα, δεμένο σε μια μυλόπετρα. Όμως στάθηκε αδύνατο να βυθιστεί κι έτσι αποκαλύφθηκε το έγκλημά τους. Ο άγιος τιμάται ως μάρτυρας για την υπεράσπιση ενός αθώου προσώπου και είναι ο προστάτης άγιος του Όσλο. Η μνήμη του εορτάζεται στις 15 Μαΐου.


Το 1130 οικοδομήθηκε στο Όσλο καθεδρικός ναός αφιερωμένος σε αυτόν, όπου φυλάσσονταν και τα λείψανά του, ο οποίος όμως κατέρρευσε το 17ο αιώνα.


<>


Όσιος Τρύφων του Petsamo, απόστολος των Σάμι


Η πρώτη γνωριμία του λαού των Σάμι με την ορθοδοξία μάλλον έγινε μέσω της σπουδαίας μονής Σολοβέτς, των νησιών Σολόφκυ, ίσως και από τους ίδιους τους ιδρυτές της αγίους Σαββάτιο και Ζωσιμά (15ος αιώνας). Απόστολος των Σάμι είναι και ο άγιος Θεοδώρητος του Σολόφκυ (1571, 17 Αυγούστου). Όμως εκείνος που διέδωσε με πολύ μόχθο και αγώνα το χριστιανισμό στους Σάμι είναι ο άγιος Τρύφων του Πετσάμο (Πετσένγκα), ιδρυτής της εκεί μονής της Αγίας Τριάδας.


Ο άγιος Τρύφων γεννήθηκε το 1495 και το βαφτιστικό του όνομα ήταν Μητροφάνης. Παιδί της ρωσικής επαρχίας (Νόβγκοροντ), ελλείψει της δυνατότητας να φοιτήσει σε σχολείο, έμαθε γράμματα από τον πατέρα του. Από μικρός ήταν ευσεβής, αγαπούσε την εκκλησιαστική ζωή και στην εφηβεία του υπηρέτησε την εκκλησία ως αναγνώστης και ψάλτης. Μαθαίνοντας για τις φτωχές και παραμελημένες χώρες του παγωμένου βορρά, ταξίδεψε εκεί, ακολουθώντας μάλλον κάποια συντροφιά κυνηγών ή εμπόρων, ενώ ήταν απλός λαϊκός (όχι ιερέας ή μοναχός), και επιδόθηκε σε αποστολικό έργο ανάμεσα στις φυλές των ειδωλολατρών. Το 1524 κατασκεύασε μια καλύβα στον ποταμό Πετσένγκα [Petshenga – νορβηγικά Petsamo (6)]. Σύντομα η αποστολική του δραστηριότητα έφερε καρπούς και το 1532 άνθρωποι έφτασαν στον αρχιεπίσκοπο του Νόβγκοροντ Μακάριο ζητώντας αντιμήνσιο για την τέλεση θείας λειτουργίας (το αντιμήνσιο είναι ένα ύφασμα καθαγιασμένο και με μικρά τεμάχια αγίων λειψάνων ραμμένα πάνω του, που στρώνεται σε κοινό τραπέζι, όταν δεν υπάρχει αγία τράπεζα, για την τέλεση της θείας Ευχαριστίας). Ο αρχιεπίσκοπος ευλόγησε και βοήθησε έμπρακτα την αποστολή, στέλνοντας υλικά για την οικοδόμηση ναού. Έτσι οικοδομήθηκε στον ποταμό Πετσένγκα ναός αφιερωμένος στην Αγία Τριάδα, ο οποίος εγκαινιάστηκε το 1533, έτος που ο Μητροφάνης εκάρη μοναχός (Τρύφων). Στο ναό αυτό βαφτίστηκαν οι πρώτοι Σάμι ορθόδοξοι χριστιανοί (7).


Αν και υπήρξαν κατά καιρούς διώξεις και συγκρούσεις με ντόπιους παγανιστικούς κύκλους, το 1530 άρχισε να σχηματίζεται μια μικρή αδελφότητα γύρω από τον άγιο Τρύφωνα, ένα μοναστήρι στα σπάργανα. Αφορμή για την κανονική ίδρυση του μοναστηριού ήταν μια παρατεταμένη πείνα που ρήμαξε τη βορειοδυτική Ρωσία στα τέλη της δεκαετίας του 1550 και στις αρχές του 1560. Ο Τρύφων προχώρησε μαζί με κάποιους από τους συντρόφους του στα ενδότερα της Ρωσίας, για τη συγκέντρωση τροφίμων για τους πεινασμένους του πληθυσμού. Για αρκετά χρόνια περιπλανήθηκε από πόλη σε πόλη χωρίς σημαντικά αποτελέσματα και το 1556 ήρθε στη Μόσχα όπου συναντήθηκε με τον τσάρο Ιβάν τον Τρομερό και το γιο του, πρίγκηπα Θεόδωρο Ιβάνοβιτς.


Η ζωή του τσάρου Ιβάν μπορεί να χωριστεί σε τρεις περιόδους. Έως το 1547, όταν στέφθηκε ο πρώτος Ρώσος τσάρος (αυτοκράτορας), είναι μια «σκληρή» περίοδος. Από το 1547 ως το 1560 μπορεί να θεωρηθεί καλή και ειρηνική περίοδος ανάπτυξης, ειρήνης και ασφάλειας. Από το 1560 μέχρι το θάνατό του το 1584 ήταν και πάλι μια «σκληρή» περίοδος. Ο άγιος Τρύφων και το μοναστήρι της Πετσένγκα γνώρισαν μόνο το καλό πρόσωπο του Ιβάν. Η εκτίμηση του τσάρου πρόσφερε στην αδελφότητα μια ειδική ρύθμιση, με την οποία τα κρατικά έσοδα από την περιοχή των Σάμι παραχωρήθηκαν για την οικοδόμηση και ίδρυση του μοναστηριού.


Ο άγιος Τρύφων, ο οποίος δεν ήταν ιερέας (μόνο απλός μοναχός), δεν υπήρξε ποτέ επίσημα το κεφάλι της μονής του, αν και ήταν ο πνευματικός πατέρας της. Αργότερα αποσύρθηκε στην «έρημο» νότια της μονής, όπου έχτισε ένα μικρό κελί και ένα παρεκκλήσι προς τιμήν της Θεοτόκου. Εκεί έζησε στην ησυχία και την προσευχή μέχρι την κοίμησή του το 1583. Η μνήμη του τιμάται στις 15 Δεκεμβρίου, μαζί με τη μνήμη του μαθητή του, του αγίου Ιωνά.



<>


Η μονή Πετσένγκα


Η μονή Πετσένγκα παρέμεινε πάντα μικρή, φτωχή και «ασήμαντη» (προς τιμήν της). Στους αιώνες που ακολούθησαν γνώρισε πολλές περιπέτειες και καταστροφές, παρασυρμένη στη δίνη των ιστορικών γεγονότων. Την ημέρα των Χριστουγέννων του 1589 μια συμμορία με επικεφαλής τον Pekka Vesainen επιτέθηκε, πυρπόλησε το ανυπεράσπιστο μοναστήρι και σκότωσε τα 116 πρόσωπα που βρέθηκαν εκεί. Το μοναστήρι δεν αποκαταστάθηκε ολοκληρωτικά, αλλά σχεδόν φυτοζωούσε (καταγράφεται π.χ. με 13 μοναχούς το 1701), μέχρι που έκλεισε το 1764 (μαζί με περισσότερα από το ένα τρίτο των μοναστηριών της Ρωσίας) στα πλαίσια του υποχρεωτικού εκδυτικισμού που επέβαλε η τσαρίνα Αικατερίνη Β΄ η Μεγάλη, επηρεασμένη από τις ιδέες του Διαφωτισμού. Στο χώρο της αρχικής μονής χτίστηκε μια εκκλησία στη μνήμη του αγίου Τρύφωνα και πάνω από τον τάφο του χτίστηκε μια εκκλησία προς τιμήν του Ιησού Χριστού.


Αυτή ήταν η μονή της Πετσένγκα, ως επί το πλείστον μια καμένη τοποθεσία από το 1589 μέχρι τη δεκαετία του 1880, που είχε γίνει προετοιμασία για την ανοικοδόμηση του παλιού μοναστηριού. Το νέο μοναστήρι το αποτελούσαν, όπως και το παλιό, μερικά σπίτια γύρω από μια εκκλησία. Το 1917 η μονή είχε 30 μοναχούς και υπήρχε μέχρι το 1939, όταν ο χειμερινός πόλεμος μεταξύ της Σοβιετικής Ένωσης και της Φινλανδίας έληξε με τη Φινλανδία να πρέπει να παραχωρήσει αυτό το τμήμα της επικράτειάς της στη Σοβιετική Ένωση. Ο τελευταίος μοναχός, γέροντας Ακάκιος (Akakij), κοιμήθηκε 110 χρόνων το 1984.


Η πολύπαθη μονή βρισκόταν σε μια περιοχή εξαιρετικά σημαντική για το συμφέρον της Ρωσίας αλλά και διεκδικούμενη από τους Σουηδούς. Όταν χαράχτηκαν τα σύνορα μεταξύ της Ρωσίας και της ενιαίας Δανίας-Νορβηγίας το 1826, το μοναστήρι δεν αναφέρθηκε. Ωστόσο, το μοναστήρι είχε μεγάλη σημασία για τους Skolt Lapps (Σάμι). Η πνευματική παρουσία του ήταν καθοριστική για την ιστορία και την πολιτιστική ταυτότητα αυτού του λαού, που αναφερόταν στη διδασκαλία του αγίου Τρύφωνα με τα λόγια «το είπε ο απόστολος» και γιόρταζε τη μνήμη του με σπουδαίες εκδηλώσεις τοπικού χαρακτήρα, που περιελάμβαναν μέχρι και αγώνες με ταράνδους.


Στη Φινλανδία και τη Νορβηγία σήμερα ζουν μόνο μερικές «χούφτες» ορθόδοξοι χριστιανοί. Όμως, παρά το γεγονός ότι η Νορβηγοί και οι Φιλανδοί Lapps Skolt είναι μια μικρή ομάδα ορθοδόξων χριστιανών, που περικλείεται σε μια κυρίως προτεσταντική περιοχή (οι Σάμι της Σκανδιναβίας καταγράφονται στην πλειοψηφία τους ως λουθηρανοί), διατήρησαν την πολιτιστική τους ταυτότητα. Συνεχείς προσπάθειες έγιναν, τόσο από τους Φιλανδούς όσο και από τους Νορβηγούς λουθηρανούς, να τους μεταστρέψουν στον προτεσταντισμό. Στη Φινλανδία αυτό δεν είχε σημαντικά αποτελέσματα, ενώ η μικρή κοινότητα Skolt στη νορβηγική Neiden θρησκευτικά υπέκυψε – σχεδόν.


Ο ναός των αγίων Μπόρις και Γκλεμπ, που είχε οικοδομήσει ο ίδιος ο άγιος Τρύφων, έχει ιδιαίτερη σημασία ως το παλαιότερο ξύλινο κτίριο της Βόρειας Νορβηγίας. Σημειωτέον και ότι μόνο ορθόδοξες εκκλησίες σε αυτή τη χώρα είναι κατασκευασμένες έτσι. Το εκκλησάκι είναι πολύ ταπεινό, τόσο σε μέγεθος όσο και σε εμφάνιση. Βρίσκεται σε ένα μικρό λόφο στο Neiden ποταμό, εκεί όπου έδρασε αρχικά ο άγιος σύμφωνα με την παράδοση. Γύρω από την εκκλησία είναι το νεκροταφείο με μερικούς παλιούς σταυρούς, ένα μικρό «πύργο ρολογιού» και ένα παραδοσιακό ταφικό μνημείο. Σώζεται επίσης ο Άγιος Γεώργιος, ένα παρεκκλήσι, που χτίστηκε ομοίως από τον άγιο Τρύφωνα το 1565. Είναι ένα μικρό, χαμηλό, ξύλινο κτίριο, μόνο 10 τετραγωνικών μέτρων, λίγο ψηλότερο από 2 μέτρα, που φέρει τα σημάδια της μεγάλης του ηλικίας. Η στέγη του είναι ιδιότυπη και προκαλεί ένα θαυμαστό θέαμα, όταν, στην κατάλληλη ώρα, το φως διαχέεται μέσα από ένα μικρό άνοιγμα στα δεξιά της. Και, όταν κάποιος συνηθίσει το αμυδρό φως, γίνεται ακόμα πιο έκπληκτος με τα πολλά, μεγάλα και ωραία εικονίσματα.


Σε νορβηγικό έδαφος είναι επίσης ένα άλλο ιερό που συνδέεται με τον άγιο Τρύφωνα, μια σπηλιά στα βουνά, όπου ο άγιος κατέφυγε όταν καταδιώχθηκε και κινδύνευσε να δολοφονηθεί. Το 1870 το σπήλαιο ανακαινίστηκε και ιδρύθηκε σ’ αυτό ένα ιερό, όπου τοποθετήθηκε η ιστορική εικόνα της Θεοτόκου που βρισκόταν εκεί.


Το έτος 1965 ήταν ένα πρώτο σημείο καμπής. Ήταν η 400ή επέτειος της ίδρυσης του ναού στο Neiden και εορτάστηκε πανηγυρικά με την παρουσία Φιλανδών και Νορβηγών. Ήταν η πρώτη φορά από τις αρχές του αιώνα που λειτουργήθηκε το εκκλησάκι, από τότε όμως λειτουργείται κάθε καλοκαίρι. Σήμερα το ενδιαφέρον για την Ορθοδοξία έχει αναζωπυρωθεί στην περιοχή και το εκκλησάκι του Neiden υπάγεται στην ορθόδοξη κοινότητα του ναού του αγίου Νικολάου στο Όσλο (Helsfyr, Oslo). Η τοπική Εκκλησία έχει πλέον τη φροντίδα του παρεκκλησίου και την οργάνωση της λατρείας εκεί. Στο παρεκκλήσι του αγίου Γεωργίου έχει δοθεί νέα ζωή και έχει γίνει τόπος συνάντησης για ορθόδοξους χριστιανούς από τη Νορβηγία, τη Ρωσία και τη Φινλανδία. Το έργο του αγίου Τρύφωνα λοιπόν δεν έχει τεθεί στο μουσείο της ιστορίας, αλλά είναι ζωντανό και ανοίγει προοπτικές για το μέλλον (8).


<>


Η πορεία μετά το Σχίσμα ως το Λουθηρανισμό


Ας επιστρέψουμε στον 11ο αιώνα, λίγο μετά την εποχή του αγίου Όλαφ Χάραλντσσον. Ο εκχριστιανισμός της Νορβηγίας ολοκληρώθηκε μετά το πέρας της δανοσουηδικής κατάκτησης, στα χρόνια του βασιλιά Μάγνου Α΄ του Καλού (Magnus I, 1035-1047), γιου του αγίου Όλαφ, ο οποίος πραγματοποίησε τη δανονορβηγική ένωση (1042). Η Εκκλησία της Νορβηγίας, με τρεις επισκοπές (Νίνταρος, Σέλια και Όσλο) υπαγόταν στην αρχιεπισκοπή Αμβούργου, αλλά η διαποίμανσή της από επισκόπους καταγόμενους από διάφορες χώρες διασπούσε την εσωτερικής της συνοχή. Γύρω στο 1060 ο βασιλιάς Χάραλντ Γ΄ Χόροντε (Χάραλντ ο Αυστηρός) προσπάθησε να την αυτονομήσει και απευθύνθηκε στην Αγγλία, τη Γαλλία και το Βυζάντιο για αποστολή επισκόπων. Αυτό ίσως ήταν ένα κομβικό σημείο, στο οποίο η εν Νορβηγία Ορθοδοξία πιθανόν μπορούσε να έχει περισωθεί. Δυστυχώς όμως, φαίνεται ότι οι προσπάθειές του δεν τελεσφόρησαν. Έτσι η νορβηγική Εκκλησία, ενταγμένη στην Εκκλησία της δύσης, παρασύρθηκε από τη δίνη του Μεγάλου Σχίσματος (1054) και ακολούθησε τον παπισμό και την τύχη της δυτικής Ευρώπης.


Το 16ο αιώνα, ενωμένη με τη Δανία σε ενιαίο βασίλειο, η Νορβηγία υιοθέτησε το λουθηρανισμό. Οι βασιλείς της Δανίας Χριστιανός Β΄, Φρειδερίκος Α΄ και Χριστιανός Γ΄, θέλοντας να στηρίξουν την εξουσία τους κατά των ευγενών και της παπικής ιεραρχίας, εισήγαγαν το λουθηρανισμό, τον οποίο η Βουλή της Κοπεγχάγης (μετά από εμφύλιο πόλεμο) αναγνώρισε το 1536 ως τη μόνη θρησκεία του βασιλείου. Ο εκκλησιαστικός «οργανισμός», που συνέταξε ο Ιωάννης Βούγγενχαγγεν (Bugenhagen), ένας από τους στενότερους συνεργάτες του Λούθηρου, τιτλοφορείται Εκκλησιαστική διάταξη των βασιλείων Δανίας και Νορβηγίας (Ordinatio ecclesiastica regnorum Daniae et Norvegiae, 1537).


Σήμερα στη Νορβηγία, και γενικότερα στη Σκανδιναβία, έχει αναζωπυρωθεί το ενδιαφέρον για τις ορθόδοξες ρίζες του τόπου και του λαού. Πολύτιμα στοιχεία για το θέμα βλ. στην ιστοσελίδα της ορθόδοξης κοινότητας του ναού Αγίου Νικολάου του Όσλο:http://home.online.no/~thorosl/Kirkeside/ENsiteleft.html (νορβηγικά).


http://www.oodegr.com/oode/synaxaristis/agioi_norvigias/agioi_norvigias_1.htm


<>


Αγία Sunniva (Σουνίβα) της Νορβηγίας

Ημέρα μνήμης 8 Ιουλίου




Η αγία Sunniva γεννήθηκε τον δέκατο αιώνα και  είναι η πολιούχος αγία της Νορβηγικής Επισκοπής του Bjørgvin, καθώς και όλης της Δυτικής Νορβηγίας.



Ήταν η κληρονόμος ενός Ιρλανδικού βασιλείου, όμως αναγκάστηκε να δραπετεύσει με τον αδερφό της και με άλλους όταν ένας παγανιστής βασιλιάς, ο οποίος ήθελε να την παντρευτεί έκανε εισβολή.  Το πλοίο τους βυθίστηκε στις ακτές της Νορβηγίας, όμως τελικά κατάφεραν να βρουν καταφύγιο μέσα σε μια σπηλιά στη νήσο  Silje.  Οι ντόπιοι άνθρωποι τους υποπτεύτηκαν και νόμιζαν πως θέλουν να κλέψουν τα πλοία τους και απαίτησαν να συλληφθούν. Η   Sunniva προσευχήθηκε στο Θεό να μην πέσουν στα χέρια των παγανιστών και τότε πέτρες έπεσαν  από γύρω μπλοκάροντας την είσοδο για την σπηλιά.



Η Sunniva και οι σύντροφοι της πέθαναν μέσα στη σπηλιά, όμως τα επόμενα χρόνια πολλά θαύματα συνέβησαν στο νησί. Όταν ο βασιλιάς  Olaf Tryggvason  έσκαψε τη σπηλιά το 996, το σώμα της Sunniva βρέθηκε άφθαρτο.  Αργότερα, ένα μοναστήρι, το μοναστήρι Selje, χτίστηκε σε εκείνο το σημείο τα ερείπια του οποίου υπάρχουν μέχρι και σήμερα.



Κατά τη διάρκεια των πυρκαγιών στο  Bergen το 1170-71 και το 1198 πήραν τα λείψανα της Sunniva  από το μοναστήρι και τα τοποθέτησαν δίπλα στη φωτιά. Αυτή η πράξη εμπόδισε την επέκταση της φωτιάς και το δέχτηκαν αυτό σαν θαύμα.


αγγλικό κείμενο http://www.antiochian.org/node/18934


<>


 π. Πλακίδας Deseille, Γαλλία: «Ὁ Ἅγ. Ἰωάννης τῆς Κλίμακος κυρίως, ἀλλά καί ὁ Ἅγ. Δωρόθεος τῆς Γάζης, ἐπιμένουν ὡς πρός τήν ἐξωτερική συμπεριφορά, τίς ἐξωτερικές στάσεις στίς ὁποῖες μεταφράζεται ἡ ταπεινοφροσύνη. Εἴμαστε σῶμα καί ψυχή, καί οἱ ἐξωτερικές αὐτές στάσεις συμβάλλουν στό νά ριζώνη ἡ ταπείνωσι καί νά αὐξάνη μέσα μας. Ὁ Τελώνης σκύβει, χτυπᾶ τό στῆθος του, ἐξ οὗ καί ἡ σημασία πού ἔχει στήν προσευχή μας ἡ στάσι πού παίρνουμε, οἱ μετάνοιες, μικρές καί μεγάλες πού κάνουμε, τίς ὁποῖες ἡ ἐκκλησία περιλαμβάνει στή θεία λατρεία κυρίως κατά τή Σαρακοστή, ἀλλά καί οἱ ὁποῖες ἔχουν θέσι σημαντική στό δικό μας κανόνα τῆς ἀτομικῆς προσευχῆς. Καί μετά, στήν καθημερινή μας ζωή, ὑπάρχουν τόσοι τρόποι μέ τούς ὁποίους προσπαθοῦμε νά ἐπιβληθοῦμε στούς ἄλλους, προσπαθοῦμε νά ἐπιβεβαιωθοῦμε ὡς ἀνώτεροί τους, εἶτε πρόκειται γιά τό ντύσιμο εἴτε γιά τά ἀντικείμενα πού χρησιμοποιοῦμε. Ἡ ἁπλότητα, ἡ ταπεινοφροσύνη σέ ὄλα αὐτά, ἔχουν σημασία στήν προσπάθειά μας. Ὅπως καί πάλι λένε οἱ Ἅγ. Πατέρες: “Δέν νιώθεις τό ἴδιο —μιλοῦσαν σέ ἀνθρώπους τοῦ 4ου ἤ τοῦ 5ου ἤ τοῦ 6ου αἰῶνα— δέν νιώθεις τό ἴδιο ἄν πηγαίνης ἀνεβασμένος σέ γάιδαρο ἤ σέ μεγαλόπρεπη ἅμαξα”»(ΜΑ, 30).


<>




π. Πλακίδας Deseille, Γαλλία: «“Ἡ ταπείνωσι εἶναι γιά τίς ἄλλες ἀρετές ὅ,τι εἶναι τό ἁλάτι γιά τό σύνολο τῶν συστατικῶν ἑνός γεύματος”. Χωρίς ταπείνωσι, οὔτε ἡ προσευχή μας οὔτε καμμία ἀπ᾽ τίς προσπάθειές μας οὔτε καμμία ἀπ᾽ τίς ἀρετές μας θά εἶχαν καμμιά ἀξία ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ. Καί οἱ Πατέρες μᾶς φθάνουν μέχρι σημείου νά ποῦν ὄτι χωρίς τίς ἀρετές, χωρίς ὅλα τά ἀσκητικά ἔργα τῆς Μ. Τεσσαρακοστῆς, ὅπως ἡ νηστεία καί ὅ,τι ἄλλο συνηθίζουμε τήν περίοδο αὐτή, ἡ ταπείνωσι μόνη της φθάνει γιά νά μᾶς δικαιώση ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ»(ΜΑ, 34).


<>




π. Πλακίδας Deseille, Γαλλία: «Τό σῶμα μας, ἔλεγε ὁ ἴδιος αὐτός συγγραφέας, πρέπει νά μετέχη στήν πνευματική μας ζωή κάπως σάν τό σπόρο πού ὁ καλλιεργητής θάβει στή γῆ, ὥστε νά ἀναστηθῆ μέ τή μορφή πλούσιας συγκομιδῆς: “Ἐκεῖνος πού λυπᾶται τό σῶμα του δείχνει ὄτι δέν ἔχει πίστι ζωντανή στήν ἀνάστασί του”. Ἄν ἡ νέκρωσι τοῦ σώματος εἶναι σηματική στήν πνευματική μας ζωή, ἄν ἡ Ἐκκλησία, ἄν ὅλοι οἱ Ἅγιοι ἔχουν δώσει σ᾽ αὐτή τόση σημασία, αὐτό δέν ἦταν ἀπό περιφρόνησι τοῦ σώματος· ὅπως καί ὁ καλλιεργητής δέν θάβει τό σπόρο ἀπό περιφρόνησι πρός αὐτόν, κάθε ἄλλο. Ἀλλά, ὅπως ἔλεγε ὁ συγγραφέας αὐτός στόν ὁποῖο ἀναφέρθηκα, ἄν λυπηθοῦμε τό σπόρο, ἄν λυπηθοῦμε τό σῶμα μας, ναί, σημαίνει ὄτι κατά βάθος δέν πιστεύουμε στήν ἀνάστασί του»(ΜΑ, 37).


<>




π. Πλακίδας Deseille, Γαλλία: «Ἐπειδή ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ εἶναι ἀγάπη πού προσφέρεται δωρεάν, φανερώνεται ἀκόμη καλύτερα, ὄταν ἐκφράζεται ὡς ἔλεος, ὡς ἀγάπη πού συγχωρεῖ. Ὁ Θεός δέν ἔχει ἰδιοτελῆ ἀγάπη, γι᾽ αὐτό καί πρό πάντων ἀγαπᾶ νά ἐλεῆ, ἡ μεγαλύτερη χαρά Του εἶναι νά συγχωρῆ»(ΜΑ, 52).


<>






π. Πλακίδας Deseille, Γαλλία: «Ὅπως ἔλεγε ὁ Pascal, “τί εἶναι ἡ ἀπεραντοσύνη αὐτή τοῦ ὑλικοῦ κόσμου μπροστά στό μέγεθος τῆς ἀγάπης, τῆς φιλανθρωπίας πού εἶναι ἀπείρως ἀνώτερη ἀπ᾽ τό μέγεθος τοῦ ὑλικοῦ κόσμου”!»(ΜΑ, 54).




<>






π. Πλακίδας Deseille, Γαλλία: «Αὐτό πού ἔλεγε ὁ Ἅγ. Ἰσαάκ ὁ Σύρος: “Ἡ ἁμαρτία ὁλόκληρης τῆς ἀνθρωπότητος, ἐνώπιον τοῦ ἐλέους τοῦ Θεοῦ, δέν εἶναι παρά ἕνας κόκκος ἄμμου ριπτόμενος στόν ὠκεανό”»(ΜΑ, 66).


<>




π. Πλακίδας Deseille, Γαλλία: «Ὅσο στή Χριστιανική ζωή βλέπουμε μόνο τήν ἐκπλήρωσι κάποιου ἀριθμοῦ ἐντολῶν, τό σεβασμό κάποιων ἀπαγορεύσεων, ὅσο θεωροῦμε τό Θεό φοβερό Κύριο, θά μοιάζουμε μέ τόν ἀμελῆ ἐκεῖνον ὐπηρέτη πού κατηγοροῦσε τόν Κύριό του, στήν παραβολή τῶν ταλάντων, ἐκεῖνον πού ἀρκέσθηκε νά θάψη τό τάλαντο πού πῆρε ἀπό αὐτόν, καί τοῦ τό ἐπέστρεψε λέγοντας: “Ξέρω ὅτι εἶσαι σκληρό καί ἀπαιτητικό ἀφεντικό, γι᾽ αὐτό καί ἔθαψα τό τάλαντο πού μοῦ εἶχες ἐμπιστευθῆ καί στό ἐπιστρέφω ὅπως μοῦ τό ᾽δωσες”. Καί ἐξ αἰτίας αὐτοῦ καταδικάστηκε, ἐπειδή δέν πίστεψε στό ἔλεος, στή χωρίς ὅρια ἀγάπη τοῦ Πατρός, καί τό μόνο πού σκέφθηκε ἦταν νά εἶναι τυπικά ἐντάξει μέ τόν κύριο αὐτό, τόν ὁποῖο ἔκρινε σκληρό καί ἄδικο»(ΜΑ, 68).


<>




π. Πλακίδας Deseille, Γαλλία: «Ὁ Θεός δέν εἶναι αὐστηρός πρός τόν ἁμαρτωλό. Ἀλλά στό βαθμό πού ὁ ἁμαρτωλός παραμένει προσκολλημένος στόν παλαιό ἑαυτό του, στό βαθμό πού δέν συναινεῖ νά ρίξη τό τεῖχος πού τόν χωρίζει ἀπ᾽ τό Θεό, καί πού εἶναι ἡ πρόσδεσι στό θέλημά του, ἔ... τότε ὁ Θεός γίνεται μακρινός, ἀκόμη καί ἀπρόσιτος γι᾽ αὐτόν»(ΜΑ, 69).


<>




π. Πλακίδας Deseille, Γαλλία: «Αὐτό πού πρό πάντων θά μετρήση στήν Κρίσι, θά εἶναι ὁ τρόπος μέ τόν ὁποῖο ὑποδεχθήκαμε τό Χριστό στή ζωή μας. Ὑπάρχουν πολλοί τρόποι νά Τόν ὑποδεχθοῦμε καί νά Τόν ὑπηρετήσουμε· Ἐκεῖνος, ὅμως, θέλησε νά Τόν συναντοῦμε ἰδιαιτέρως στό πρόσωπο τῶν συνανθρώπων μας καί διά τῆς Ἐκκλησίας»(ΜΑ, 78).


<>




Άγιος Βουλφολαΐκ ο Στυλίτης εν Τριὲρ Γαλατίας. Ημέρα Μνήμης: 17 Νοεμβρίου.


Ο Άγιος Βουλφολαΐκ (Vulfolaic), είναι ένας Άγιος του 6ου αιώνα, ήταν ασκητής με καταγωγή από τη Λομβαρδία, που τελικά αποφάσισε να ζήσει στην πόλη Καρινιάν (Carignan), που βρίσκεται στη συμβολή των ποταμών Σιέρ και Μεύση. Σε αυτήν την περιοχή, ο Άγιος Βουλφολαΐκ αναφέρει ότι βρήκε μερικά καλά διατηρημένα ερείπια αγαλμάτων που τιμούνταν παλαιότερα οι αρχαίοι ρωμαϊκοί θεοί. Συγκεκριμένα, υπήρχε ένα μεγάλο άγαλμα της θεάς του κυνηγιού Νταϊάνας. Ο Άγιος Βουλφολαΐκ, που σκέφτηκε ότι οι ειδωλολάτρες θα μπορούσαν να επιστρέψουν στην τοποθεσία, έχτισε την κατοικία του κοντά στο άγαλμα της θεάς και στη συνέχεια ανέβηκε πάνω σε έναν πέτρινο στύλο.


Η παρουσία του Αγίου πάνω στον στύλο έκανε τον γύρο της περιοχή, και μετά από λίγο καιρό, και άλλοι μοναχοί εμφανίστηκαν για να ζήσουν μαζί με τον Άγιο, δημιουργώντας μια μοναστική κοινότητα στην περιοχή και στην ίδρυση ενός μοναστηριού. Όταν οι ακόλουθοί του αυξήθηκαν σημαντικά, φέρεται να κατέβηκε από τον στύλο του και μαζί με τους λοιπούς μοναχούς κατέστρεψαν το άγαλμα της θεάς Νταϊάνας. Μετά την ολοκλήρωση αυτής της πράξης, ο Άγιος ανέβηκε στον στύλο και συνέχισε την αυστηρή άσκηση.


Αν και ο Άγιος ήταν ευχαριστημένος με την ασκητική ζωή πάνω στο στύλο, οι μαθητές του ήταν πολύ λιγότερο ενθουσιώδεις, στην πραγματικότητα, η νεοσύστατη κοινότητα μοναχών ανησυχούσε αρκετά για την υγεία του Αγίου. Ο Άγιος Βουλφολαΐκ σε συνάντηση που είχε με τον επίσκοπο και ιστορικό Άγιο Γρηγόριο Τουρώνης (τιμάται 17 Νοεμβρίου) γύρω στο 585, παραδέχτηκε τους σοβαρούς τραυματισμούς που η ζωή πάνω στο στύλο προκάλεσε στο σώμα του, λέγοντας: «Έμεινα όρθιος με γυμνά πόδια, ανεξάρτητα από το πόσο με πλήγωνε. Όταν ήρθε ο χειμώνας, με πάγωσε τόσο πολύ με τον παγετό του, που το πικρό κρύο έκανε τα νύχια μου να πέσουν, όχι μία αλλά πολλές φορές, και η βροχή μετατράπηκε σε πάγο και κρεμόταν από τη γενειάδα μου σαν το λιωμένο κερί πάνω στα κεριά».


Οι μαθητές του Αγίου Βουλφολαΐκ ήταν τόσο απελπισμένοι από την κατάσταση της υγείας του, που αναγκάστηκαν να απευθυνθούν σε αρκετούς σεβαστούς επισκόπους στις γειτονικές περιοχές της Γαλλίας. Μερικοί από αυτούς απάντησαν στο κάλεσμα του απελπισμένου εκκλησιάσματος στο Καρινιάν, και αφού εκτίμησαν την κατάσταση του ταλαιπωρημένου ερημίτη στον στύλο, αμέσως συμπέραναν ότι θα ήταν καλύτερο ο Άγιος να κατέβει αμέσως από τον στύλο και ζήσει στο μοναστήρι με τους υπόλοιπους αδελφούς. Ως πρώτο βήμα, οι επίσκοποι κατάφεραν να πείσουν τον Άγιο να κατεβαίνει για φαγητό, αλλά ο Άγιος ερημίτης επέστρεφε πάντα στον στύλο του όποτε έβρισκε την ευκαιρία να δραπετεύει από τους μαθητές του. Ωστόσο αυτός ο "συμβιβασμός" δεν ήταν αρκετά καλός για τους επισκόπους, και αποφάσισαν να χρησιμοποιήσουν ένα κόλπο για να επιτύχουν μια μόνιμη λύση.


Ο Άγιος Βουλφολαΐκ μιλάει στον Άγιο Γρηγόριο Τουρώνης για την τελευταία του μέρα πάνω στον στύλο: «Μια μέρα ένας συγκεκριμένος επίσκοπος με έπεισε να πάω σε ένα αρχοντικό που ήταν λίγο μακριά με αφορμή κάποια εργασία. Τότε ο επίσκοπος έστειλε εργάτες με σφήνες και σφυριά και έσπασαν τον στύλο πάνω στον οποίο ζούσα. Όταν επέστρεψα το επόμενο πρωί τον βρήκα εντελώς κατεστραμμένο. Έκλαψα πικρά, αλλά δεν τολμούσα ποτέ να στήσω ξανά τον στύλο που έσπασαν, γιατί θα ήταν σαν να μην υπακούω στις εντολές των επισκόπων. Έτσι έπρεπε να ζω μεταξύ των αδελφών στο μοναστήρι και εδώ μένω μέχρι σήμερα».

https://agioi-oi-kaliteroi-mas-filoi.blogspot.com/2020/11/17.html


<>








Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου


Total Pageviews

Welcome...! - https://gkiouzelisabeltasos.blogspot.com